Σχετικά άρθρα
DRUNK ENOUGH TO SAY I LOVE YOU? |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Παρασκευή, 08 Απρίλιος 2011 07:55 |
Drunk enough to say I love you? της Caryl Churchill Ο Γκάι θα έκανε τα πάντα για τον Σαμ. Ο Σαμ τα κάνει όλα, ούτως ή άλλως. Πάνω σ’ ένα πρωτότυπο εύρημα Το έργο γράφτηκε το 2006 και έχει ήδη παιχτεί στην Μεγάλη Βρετανία, την Αμερική, την Γερμανία και την Τουρκία. Η ιδέα της συγγραφέως ήταν να διαχειριστεί ένα πολιτικό ζήτημα και συγκεκριμένα την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών σε αντιπαράθεση με την αντίδραση των άλλων εθνών, μέσα από τη σχέση δύο αντρών. Ο Σαμ είναι η Αμερική ενώ ο Γκάυ είναι ένας πολίτης μιας άλλης χώρας. Ο Γκάυ θαυμάζει το Σαμ και θα μπορούσε να θυσιάσει ακόμα και την οικογένειά του για να είναι μαζί του. Στην πραγματικότητα είναι έτοιμος να θυσιάσει πολύ περισσότερα. Το εύρημα είναι ενδιαφέρον και προσφέρει υλικό για προβληματισμό επί της ουσίας. Το έργο πέρα από αυτήν την αρχική του αλληγορία, είναι γραμμένο με την μορφή διάλεξης ή ρητορείας, όλα λέγονται ελλειπτικά μεν αλλά με το όνομά τους και μέσα από τις σπασμένες φράσεις των δύο ηρώων τα ιστορικά γεγονότα εκτίθενται χωρίς καμία κάλυψη. Δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με το μεγαλοφυές έργο ενός συγγραφέα ο οποίος μέσα από τις σχέσεις των ηρώων αναδεικνύει τα νοήματα κι αποκαλύπτει τους μηχανισμούς αλλά με την διαχείριση και έκθεση των γυμνών γεγονότων τα οποία εναλλάσσονται, κλιμακώνοντας την ένταση καθώς οι ήρωες σε ένα ανελέητο παιχνίδι πινγκ-πογκ συμπληρώνουν ο ένας τις φράσεις του άλλου δίνοντάς μας εν τέλει ολοκληρωμένη την εικόνα του πολιτικοκοινωνικού προτσές των νεώτερων χρόνων στον πλανήτη με όλες τις ψυχικές, σωματικές και διανοητικές επιπλοκές που έχει προκαλέσει. Αγγίζοντας την ψυχοπαθολογία του άντρα που ερωτεύτηκε την Αμερική Σε μια ομοφυλόφιλη σχέση, στην περίπτωση που είναι εμφανές το ποιος κρατάει τα ηνία, αναπτύσσονται ενδιαφέρουσες σχέσεις άσκησης εξουσίας, σαδομαζοχιστικές εκφάνσεις αφοσίωσης, και ψυχοπαθολογική έλξη και προσήλωση του δυναστευόμενου προς τον δυνάστη του. Υπάρχει όμως κι ένας κοινός κώδικας που αν παραβιαστεί θα προκαλέσει κλυδωνισμούς στο οικοδόμημα της σχέσης κι αυτός έχει να κάνει με τα όρια μέσα στα οποία κινείται ο εξουσιαστής και τα οποία αντέχει ο εξουσιαζόμενος. Αν αυτά τα όρια παραβιαστούν τότε η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη με συνεπακόλουθο την χρήση απειλής για την διακοπή της σχέσης και σε κάποιες περιπτώσεις, την τελική καθυπόταξη του αδύναμου στον ισχυρό πέρα από κάθε όριο. Πρόκειται για μια υποταγή εξαιρετικά εύφλεκτη κι επικίνδυνη αφού κι από τις δύο πλευρές έχει χαθεί ακόμα κι ο στοιχειώδης έλεγχος αλλά κι αφοπλιστικά ελκυστική αφού υπερβαίνει τα εσκαμμένα και τοποθετεί την σχέση σε ένα πεδίο στο οποίο δεν μπορεί πλέον να ισχύσει ούτε το περιρρέον μέτρο αλλά ούτε και οι οικείοι και καθησυχαστικοί ηθικοί και συναισθηματικοί κώδικες. Μέσα σε ανάλογα πλαίσια τοποθετεί η συγγραφέας την σχέση της Αμερικής με τον ανώνυμο πολίτη μιας χώρας, μιας οποιασδήποτε χώρας στην οποία είτε ο φιλαμερικανισμός είναι κομμάτι πια της κουλτούρας της ή αποτελεί εξωτικό αντικείμενο πόθου. Αν σκεφτεί κανείς την παγκόσμια διάδοση των «ευτελών» αξιών της κυρίαρχης αυτής δύναμης όπως η Κόκα-κόλα, οι μύθοι του Χόλυγουντ, ο Ντόναλντ κι ο Μίκυ, η Μπάρμπι και πολλά άλλα μπορεί να καταλάβει ακόμα καλύτερα τη σχέση ανάμεσα σε εξουσιαστή και σε εξουσιαζόμενο η οποία πηγάζει από την επιθυμία για κατάκτηση ενός ονείρου, του «Αμερικάνικου ονείρου», ενός τρόπου ζωής που υπόσχεται εύκολη ευτυχία και γρήγορη επιτυχία αποκρύπτοντας όμως το τίμημα. Οι εξουσίες στην Αμερική εύκολα παγιδεύονται από την ακατάσχετη πλέον απληστία και οδηγούνται είτε συνειδητά είτε από κεκτημένη ταχύτητα σε πράξεις τόσο ακραία επιθετικές κι θρασείς που να καταλήγουν ακόμα και σε γενοκτονίες χωρίς να μοιάζει απόμακρο πια ένα ολοκαύτωμα. Τα όρια έχουν παραβιαστεί κι οι πολίτες των χωρών που υφίστανται τις συνέπειες αδυνατούν να αντισταθούν στο όνειρο-εφιάλτη της υπερδύναμης προκαλώντας πλέον με την όλο πίστη και θαυμασμό υποταγή τους, ανυπολόγιστες ζημιές στα Έθνη τους και στις ίδιες τις ζωές τους. Μια ερωτική σχέση λοιπόν, μια σωματική σχέση με την υπέρτατη εξουσία που μετατρέπει τον υπήκοο σε συνένοχο, προσφέροντάς του τα εύσημα αυτής της συνενοχής ως τη στιγμή που αναπότρεπτα ο σκλάβος θα διαπιστώσει την συντριβή του και ανέλπιδα θα προβάλλει την ασθενή του αντίσταση. Οι εσωτερικές διαπλοκές της συνδιαλλαγής του Γκάυ με τον Σαμ Η νάρκωση, το μεθύσι του υποταγμένου πολίτη είναι αρκετό για να τον οδηγήσει εν τέλει να πει «Σ’ αγαπώ» αλλά και η αντίστασή του δεν μπορεί πλέον να είναι λειτουργική αφού κάθε προσπάθειά του να επαναστατήσει, προκαλεί ένα νέο κύμα εξουσιαστικής ορμής από τον εξουσιαστή του, παραλύοντας την αντίστασή του κι αφυπνίζοντας εκ νέου την αρρωστημένη του ηδονή απέναντι στη βία που του ασκείται. Ως το σημείο που μίσος κι αγάπη μπλέκονται αξεδιάλυτα μετατρέποντας ακόμα και την επανάσταση σε μια πράξη αυτοκαταστροφής. Ο Σαμ όμως είναι κι αυτός θύμα. Αδυνατώντας να τηρήσει το μέτρο γίνεται έρμαιο του θαυμασμού του υπηκόου του τον οποίο πρέπει να διατηρεί αμείωτο αλλά και της λατρείας του εαυτού του, μιας λατρείας που απαιτεί θυσίες. Η ύβρις του τον καθιστά ευπρόσβλητο και κάθε του ενέργεια προκαλεί την επόμενη, σε μια αλυσιδωτή αντίδραση η οποία ξεφεύγει πλέον από τον έλεγχό του και τον οδηγεί ως έθνος να κατατρώει τα ίδια του τα παιδιά, υπονομεύοντας όχι μόνο το μέλλον των άλλων αλλά και το δικό του. Ο «φαλλός-όπλο» με τον οποίο «γάμησε» όλα τα άλλα έθνη γίνεται ο στόχος μιας απελπισμένης επίθεσης κι οι δίδυμοι πύργοι του καταρρέουν αφήνοντάς τον έρμαιο στην μοιραία αλλά και αναπότρεπτη μοίρα του μοναχικού, ευνουχισμένου πια και τρομοκρατημένου ηγέτη, τον οποίο αφού δεν έχει δημιουργήσει ισχυρούς απογόνους, δεν μένει παρά να τον εκθρονίσουν οι εχθροί του. Κάτι που στο φινάλε του έργου γίνεται καθαρό μέσα από μια σχεδόν αδιόρατη αντιστροφή, αφού πια εκείνος, ο ισχυρός κι αυτάρκης Σαμ ζητάει την αγάπη έστω κι αν παριστάνει πως την θεωρεί δεδομένη ενώ έχει γίνει ολοφάνερο ότι δεν είναι πια δεδομένη. Κι αυτή είναι η μόνη λύτρωση που επιτρέπει στον εξουσιαζόμενο το έργο κι μόνη αντίσταση που επί της ουσίας του δίνεται το δικαίωμα να προβάλει. Η παράσταση Η παράσταση κινείται σε αργούς ρυθμούς αφήνοντας μετέωρες τις μισοτελειωμένες φράσεις για να επιτείνει εσωτερικά την ένταση κι εστιάζοντας σε μια σειρά από ενδιαφέροντα ευρήματα συμβολικού χαρακτήρα όπως το παιχνίδι με τους κύβους που γίνονται οι βάσεις πάνω στις οποίες θα σταθεί ο ηθοποιός κάνοντας σαφή αναφορά σε βασανιστήριο ηλεκτροσόκ στις φυλακές της Βαγδάτης κι αργότερα μετασχηματίζονται στους δίδυμους πύργους που γκρεμίζονται, η ημιδιάφανη κουρτίνα που περιβάλλει τον σκηνικό χώρο στην έναρξη και γίνεται το κοστούμι του ηθοποιού στο φινάλε, το ταγκό που ενισχύει τη σωματικότητα ανάμεσα στους δύο άντρες φέρνοντάς τους ταυτόχρονα αντιμέτωπους, ο συμβολικός χειρισμός του ενδυματολογικού μέρους της παράστασης και άλλα. Μεγαλώνοντας την διάρκεια της παράστασης κατά ένα περίπου δεκάλεπτο έδωσε μια γοητευτική αίσθηση μετέωρου στην επικοινωνία των δύο προσώπων αλλά δεν κατάφερε να αποδώσει απόλυτα ούτε την ασφυκτική πίεση που υποβάλλει το έργο, ούτε την αγχωτική επέλαση μιας γοργής λογομαχίας σε ρυθμούς που γίνονται εφιαλτικοί καθώς διαρκώς επιτείνονται, ούτε την διαβρωτική αλληλουχία των φράσεων οι οποίες συμπληρώνουν η μία την άλλη καθώς οι δύο παίχτες συνθέτουν το παζλ των αναφορών τους μέσα από μια συνωμοτική, λεκτική αντιπαράθεση. Είναι ένας άλλος τρόπος να αντιμετωπίσει κανείς αυτό το ιδιαίτερο κείμενο που προσφέρει και μιαν άλλη αισθητική και υποκριτική παραστασιακή εκδοχή. Οι ηθοποιοί κινήθηκαν στο λιτό και λειτουργικό σκηνικό, με φωνητική και κινησιολογική σύμπνοια, προσφέροντας ενδιαφέρουσες εκδοχές σωματικότητας και εκρηκτικές ερμηνευτικές κορυφώσεις που όμως δεν λειτουργούσαν αντιστικτικά με τις υπόγειες δυναμικές του λόγου και τις εσωτερικές διαπλοκές των συναισθημάτων, καταλήγοντας έτσι ενίοτε στην επανάληψη. Ο λόγος έχανε από αποχρώσεις που θα βοηθούσαν στην καλύτερη κατανόηση του περιεχομένου του κι η διαρκής ένταση στις αντιπαραθέσεις υπονόμευσε την κλιμακωτή εξέλιξη όπως υπονοείται από το κείμενο, ακυρώνοντας έτσι την δυναμική της τελικής σύγκρουσης. Ωστόσο η σκηνοθετική κατεύθυνση υπηρετήθηκε με σαφήνεια και πειστικότητα ενώ υπήρξαν στιγμές αυθεντικής σκηνικής ποιότητας. Η μετάφραση ρέουσα και γεμάτη αποχρώσεις αποδίδει με διαύγεια τις αντιπαραθέσεις των προσώπων, τον περιρρέοντα ερωτισμό και την αλληλοδιαδοχή των μετέωρων φράσεων. Εξαιρετικό το πρόγραμμα της παράστασης που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μια σειρά από ενδιαφέροντα κείμενα, προσθήκη επί του κειμένου του έργου ενημερωτικών σημειωμάτων και μαρτυριών και μια εντυπωσιακή εικονογράφηση. Μια παράσταση που αξίζει να δείτε. Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος Σκηνοθεσία: Κατερίνα Μπερδέκα Σκηνικά-Κοστούμια: Νίκος Αναγνωστόπουλος Μουσική: Δημήτρης Παπαλάμπρου Χορογραφία: Αντωνίνα Βλουτή Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριάνθη Μπαιρακτάρη Παίζουν: Γιώργος Ντούσης Ένκε Φεζολλάρι Φωτογραφίες: Σταμάτης Αμπάτης Φωτογραφική σύνθεση: Σάκης Στριτσίδης
Από Μηχανής θέατρο Ακαδήμου 13 Μεταξουργείο Σάββατο, Δευτέρα, Τρίτη 21.30, Κυριακή: 20.00 Έως 31 Μαΐου 2011 Τηλέφωνο: 210 5231131
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ Κανονικό: 20 € Φοιτητικό: 14 € Κάθε Τρίτη: 2 άτομα, 1 εισιτήριο Διάρκεια: 50’ (χωρίς διάλειμμα)
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε. SITE www.syn-epi.com στην ενότητα ΤΥΠΟΣ
|