Σχετικά άρθρα
ΒΑΣΣΑ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Τρίτη, 07 Μάιος 2019 08:50 |
Βάσσα του Μαξίμ Γκόργκι
Από το δελτίο τύπου Η αγροτική οικογένεια των Ζελεσνώφ, κατάφερε ν’ ανέλθει κοινωνικά αποκτώντας σταδιακά οικονομική δύναμη αλλά τώρα καταρρέει επειδή αργοπεθαίνει ο πατέρας, ο Ζαχάρ, ο άνθρωπος που δημιούργησε και εξέλιξε το εργοστάσιο και τις επιχειρήσεις της. Έτσι η σύζυγός του, η Βάσσα, αναλαμβάνει τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης που παρακμάζει και είναι αποφασισμένη να θυσιάσει τα πάντα, ακόμη και τα όνειρα των παιδιών της, προκειμένου να επιβιώσουν.
Η δραματουργία Ο βαθιά ανατρεπτικός ρώσος συγγραφέας με την επαναστατική δράση και το επίθετο που επέλεξε ο ίδιος γιατί σημαίνει «πικρός», γράφει αυτό το έργο δύο φορές. Πρώτα το 1910 με την μορφή που θα το δείτε και στην παράσταση και κατόπιν το 1936 ένα μήνα πριν το θάνατο του, για να του προσθέσει την δυναμική των γεγονότων του 1930 και να το εμπλουτίσει με την αντιπαράθεση του τσαρικού κόσμου με την νέα επαναστατική Ρωσία. Και όντως στην οικογένεια των Ζελεσνώφ, διακρίνουμε ήδη από την πρώτη εκδοχή (δεν έχω διαβάσει την δεύτερη), μια τέτοια αντιπαράθεση μέσα από την διαφορετική οπτική της μάνας και των παιδιών της. Εκείνη πιστεύει μόνο σε ένα διαρκή αγώνα, τα παιδιά της παραδίδονται σε μια νωχελική αναμονή της κληρονομιάς τους, ονειρεύονται ένα μέλλον μακριά από το σπίτι τους και την απαιτητική μάνα, βλέπουν τον κόσμο μέσα από το ροζ φίλτρο του εύκολου πλουτισμού. Η Βάσσα είναι κατά τη γνώμη μου μια προσωπικότητα αντιφατική και αινιγματική, άσπλαχνη στη δύσκολη ώρα αλλά ταυτόχρονα κι ένας άνθρωπος βαθιά συναισθηματικός. Μια μάνα και γυναίκα ισχυρή με όλη την γοητεία που εμπνέει η πληθωρική παρουσία της, συνδυασμένη με μια δυναμική θεώρηση, με σαρκαστικό χιούμορ, και μ’ έναν ευφυή κυνισμό. Μια φιγούρα «σταλινική» που αναλαμβάνει την ευθύνη της απαθούς και χαοτικής οικογένειας της, συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες και επιβάλλοντας με κάθε τρόπο τη θέληση της. Αλλά ταυτόχρονα κι ένας άνθρωπος με όραμα, εργατικότητα και υψηλή υπευθυνότητα. Και πολύ λογικά. Ένα πλάσμα που την ημέρα του γάμου του υποχρεώνεται να γλύψει τις μπότες του συζύγου του, δεν μπορεί παρά να αναπτύξει μέσα του ισχυρές άμυνες που εύκολα θα το οδηγήσουν ως την πιο ανηλεή συμπεριφορά προκειμένου να γλυτώσει τον εαυτό του κι όσους αγαπά από μια θέση υποτακτικού. Η γυναίκα αυτή δεν είναι εύκολη ούτε με τους άλλους ούτε με τον εαυτό της. Αγαπάει τα παιδιά της αλλά γνωρίζει πως ο μόνος τρόπος για να τα εξασφαλίσει είναι μια ισχυρή οικονομική βάση που χαρίζει μεταξύ άλλων και ανεξαρτησία. Βρίσκεται ανάμεσα σε άντρες αδίσταχτους που κινούνται κυρίως από τα ένστικτά τους και τις σεξουαλικές ορμές τους χωρίς να υπολογίζουν τις συνέπειες και πρέπει να τους διαχειριστεί ή να τους εξοντώσει για να επιβιώσει κι η ίδια και τα παιδιά της ενώ η οικογένεια- κάστρο καταρρέει από μια εσωτερική αργή αλλά σταθερή φθορά. Αν οι άντρες, σύζυγος και γιοί είναι διεφθαρμένοι, άλλοτε ανίσχυροι κι άλλοτε ανάλγητοι, πιεστικοί, πείσμονες, αχάριστοι και κυρίως τεμπέληδες, οι γυναίκες είναι κι αυτές αρκετά διεφθαρμένες αλλά μέσα από έναν αγωνιώδη κι άγονο αγώνα επιβίωσης. Βλέπουν τον έρωτα τους να καταρρέει, τους γόνους τους ασθενικούς και σημαδεμένους, το μέλλον τους μελανό μέσα σ’ ένα κόσμο πλασμένο από άντρες για άντρες κι η μόνη ελπίδα τους για επιβίωση είναι η ισχύς του χρήματος το οποίο πρέπει με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν, θεμιτό ή αθέμιτο. Τραγικοί χαρακτήρες ανάμεσα τους αλλά βαθύτερα αγνοί και γι’ αυτό και θυματοποιημένοι, η Λίπα, η υπηρέτρια κι η νύφη της Βάσσα από τον γιο της Πάβελ, η Λουντμίλα. Αυτή που θα αποτελέσει και τη μόνη παρηγοριά της Βάσσα αφού είναι αφοσιωμένη όχι μόνο στην πεθερά της αλλά και στην γη, στο περιβόλι, στον τόπο που γεννάει καρπούς για να θρέφει τα παιδιά του. Κι εδώ μπορεί κανείς να διακρίνει μια λεπτομέρεια στο χαρακτήρα της Βάσσα που έχει να κάνει με την ιδιομορφία της ψυχοσύνθεσης της. Η γυναίκα αυτή εκτιμά την Λουντμίλα στην οποία αποδίδει όλη την κρυμμένη τρυφερότητα της γιατί είναι η μόνη που δεν έχει προσκολληθεί στο χρήμα ή την εύκολη ζωή της μεγάλης πόλης αλλά σε αξίες ανώτερες και ουσιαστικές, στη γη της και στην ανθοφορία μιας Άνοιξης που μοιάζει ανέφικτη μέσα στον βαρύ ρώσικο χειμώνα αλλά τελικά πάντα έρχεται. Παρ’ όλο που υποχωρεί σε εκβιασμούς και δεν παύει να αναπολεί έναν ανικανοποίητο έρωτα της, προκαλώντας μια σειρά από σκάνδαλα, η νεαρή γυναίκα είναι η μόνη που διατηρεί ανέπαφη την ψυχική της ακεραιότητα κι είναι εκείνη, η οποία δεν είναι καν γέννημα της, που η Βάσσα διαλέγει για να στεριώσει πάνω της ένα μέλλον. Ωστόσο αγαπάει και τα παιδιά της αλλά εκείνα δεν είναι σε θέση ούτε τους εαυτούς τους ούτε τον κόσμο τους να υποστηρίξουν. Παρακμασμένοι γόνοι μιας εποχής που εγκαταλείπει τη γη για το εμπόριο και την βιομηχανία, ονειρεύονται ένα μέλλον γεμάτο διασκεδάσεις, εύκολο πλουτισμό και άσκοπα ξενύχτια στις φωτισμένες λεωφόρους της πόλης, ονειρεύονται το χρυσάφι και την άνεση. Ενώ η Βάσσα είναι γέννημα μιας εποχής στην οποία ο άνθρωπος, γαντζωμένος από τη γη του, εργάζονταν αδιαμαρτύρητα για το ψωμί του και υπέμενε την πιο σκληρή μοίρα απολαμβάνοντας μόνο τους καρπούς των κόπων του. Παρ’ όλο που ο άντρας της έχει ένα εργοστάσιο και έχει ήδη περάσει στην νέα κατάσταση πραγμάτων, εκείνη διατηρεί την πίστη της στις παλιές αξίες. Η θεώρηση της έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με την απατηλή γοητεία αυτού του νέου κόσμου που φαίνεται εξαιρετικά ευμενής αλλά κρύβει πίσω από τα δώρα του ένα τίμημα σκληρότερο από κάθε χειρωνακτική δοκιμασία. Τη σήψη και την παρακμή που θα ακολουθήσει και που θα φέρει τη Ρωσία αλλά και όλο τον κόσμο σ’ ένα υπαρξιακό και ηθικό αδιέξοδο το οποίο «απολαμβάνουμε» σήμερα διεθνώς. Φυσικά η Βάσσα αλλά και όλοι οι ήρωες του έργου, κρύβουν αρκετά μυστικά κάτω από το χαλί. Όλοι τους με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο έχουν παραβιάσει κάποιες από τις δέκα εντολές. Με άλλοθι τους, άλλοτε έναν ευγενή σκοπό που αγιάζει κάθε μέσο, άλλοτε τα ανεξέλεγκτα πάθη τους κι άλλοτε την «ακαταμάχητη» αδυναμία τους. Όλοι τους διαπράττουν το χειρότερο αλλά ονειρεύονται το ευγενέστερο… Η υπηρέτρια σκοτώνει το νεογέννητο παιδί της από οίκτο, η Λουντμίλα περνάει τις νύχτες της με το θείο της επειδή βρίσκεται κάτω από την πίεση ενός εκβιασμού, η Άννα οδηγεί τα πράγματα στα άκρα για να σώσει τα παιδιά της αφού ο σύζυγός της είναι άρρωστος κι ετοιμοθάνατος, ο Σεμιόν παλεύει μαζί με την ανόητη γυναίκα του για ένα καλύτερο αύριο αφού η ζωή στο πατρικό έχει καταντήσει γι’ αυτόν μαρτύριο, ο Πάβελ αντιμάχεται την ανικανότητα του να είναι άξιος σύζυγος κι υπεύθυνος ενήλικας με μια ανώριμη αφοσίωση στη γυναίκα του και μια αφύσικη προσκόλληση στη μάνα του, ο θείος προσπαθεί έστω και αργά να αποδείξει τα πατρικά αισθήματα του, αναγνωρίζοντας έναν από τους πολλούς μπάσταρδους γιους του, τον μόνο που κατάφερε να αγαπήσει. Δεν είναι οι ήρωες μόνο θετικοί ή μόνο αρνητικοί φυσικά, αφού τους έπλασε μια δυνατή πένα αλλά είναι όλοι τους συναρπαστικοί και βλέπεις μέσα από τις διαρκείς πτώσεις τους έναν κόσμο να πεθαίνει κι έναν νέο να γεννιέται, φέρνοντας μας αντιμέτωπους με τον αιώνα μας και με την ανικανοποίητη ανθρώπινη φύση μας που παλεύοντας διαρκώς για ένα σκοπό, χάνει το ίδιο το νόημα της ζωής. Αυτό που μόνο η Λουντμίλα γνωρίζει και που είναι κλεισμένο στην κάθε στιγμή της ζωής και στους σπόρους των λουλουδιών ενός μικρού, εφήμερου αλλά και αιώνιου επίγειου παράδεισου, ενός περιβολιού στο οποίο η ευλογία της γονιμότητας απαλύνει τα πάθη του ανθρώπου και υπόσχεται τη λύτρωση. Το έργο δεν είναι μια ιστορία για μια διεφθαρμένη οικογένεια, είναι μια ιστορία για την ανθρωπότητα που εξελίσσεται διαρκώς μετατρέποντας τον παράδεισο σε κόλαση και για τους αθώους που χωρίς να αντιστέκονται στις εποχές, γεύονται αναίτια τους καρπούς αυτής της κόλασης ή βρίσκουν την δύναμη να την μετατρέψουν ξανά σε παράδεισο. Με όποιο τίμημα… Το έργο γράφτηκε το 1910, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, σε μια περίοδο σκοτεινή και μεταβατική και μπορεί κανείς να ανιχνεύσει σ’ αυτό, τα βαθύτερα αίτια της παρακμής και της κρίσης που βιώνουμε εμείς στις αρχές του επόμενου αιώνα, μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους που τίποτα δεν μας δίδαξαν, ακολουθώντας τυφλά ένα στρεβλό πεπρωμένο που φαίνεται αναπότρεπτο, έναν καπιταλιστικό κώδικα αξιών που καταστρέφει τα πάντα στο πέρασμα του οδηγώντας μας σε οικονομικό κι υπαρξιακό αδιέξοδο. Η σκηνοθεσία Η παράσταση είναι εκρηκτική. Ο Φεζολάρι μας μεταφέρει για άλλη μια φορά στα αγαπημένα του Βαλκάνια, εμποτίζοντας τα με την ανόθευτη βότκα της ρούσικης ψυχής που τραμπαλίζεται διαρκώς ανάμεσα στην κατάθλιψη και την έκσταση, την οργή και την ενσυναίσθηση, την αδράνεια και την υπερενεργητικότητα, το πάθος και την άρνηση, την βεβαιότητα και την αμφιβολία. Όλα αυτά τα αντιφατικά, γοητευτικά στοιχεία του ρώσικου λαού συνθέτουν επί σκηνής ένα μίγμα μολότωφ που σου κλέβει νου και αισθήσεις. Οι γοργοί ρυθμοί, οι εναλλαγές των ψιθυρισμάτων συνομωσίας και των κραυγών οργής κι απελπισίας, η υπερκινητικότητα σε αντιπαράθεση με την αδράνεια μαζί με τα έξαλλα χορευτικά ιντερμέδια και τα έντονα μουσικά μοτίβα δημιουργούν ένα κλίμα σκηνικό τόσο ρεαλιστικό και ταυτόχρονα ποιητικό που σε συνεπαίρνει. Οι ηθοποιοί δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους και σχεδόν αυτοαναφλέγονται στους μονολόγους και στις αντιπαραθέσεις τους. Η Βάσσα-Αθηνά Τσιλύρα, ντυμένη αντρικά είναι μια ρωμαλέα αλλά και απειλητική φιγούρα, που μέσα από την αμεσότητα και το βάθος της εκφοράς του λόγου κινεί τα νήματα της παράστασης με αυτοπεποίθηση, σταθερότητα, ευαισθησία, χιούμορ και έναν «αρσενικό» δυναμισμό. Η υπηρέτρια Άντα Γιαννουκάκη είναι σπαρακτική σε μια διαρκή κλιμάκωση απελπισίας και τρόμου μέχρι το συγκινητικό της φινάλε. Η Ορνέλα Λούτη, δίνει με άνεση την διπλή διάσταση του ρόλου της, μέσα στο σμαραγδένιο της φουστάνι, άλλοτε εύθραυστη κι άλλοτε λέαινα έτοιμη να ορμήσει, άλλοτε χαζή και τρυφερή κι άλλοτε μια υποκρίτρια, συμφεροντολόγα και αδίστακτη σύζυγος. Η Μαρία Καρακίτσου στο ρόλο της κόρης της Βάσσα, πλάθει έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα, μια γοητευτική και ταυτόχρονα απαιτητική γυναίκα που παίζει τις ηθικές της αξίες στη ρουλέτα της επιβίωσης. Ο Νικόλας Φραγκιουδάκης είναι πειστικός στο ρόλο του μικρότερου γιου που δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε καμία συνθήκη αλλά ζητάει απεγνωσμένα την αγάπη, τραγικός και αστείος συγχρόνως, άλλοτε ανήλικο παιδί κι άλλοτε απελπισμένος, νευροπαθής ενήλικας. Πληθωρικός και με μια θαυμάσια πιστότητα στο χαρακτήρα ο Χρήστος Μουστάκας. Ο Βασίλης Τσιγκριστάρης πέρασε δεξιοτεχνικά από τον έναν ρόλο στον άλλο, αναδεικνύοντας και τους δύο. Η Λία Τσάνα έπλασε μια συγκινητική Λουτμίλα, ένα πλάσμα αιθέριο και ταυτόχρονα γεμάτο χυμούς, καταγράφοντας με πιστότητα τις συναισθηματικές εξάρσεις και τον ερωτισμό του ρόλου της. Υπέροχη η μουσική λειτουργεί σαν προέκταση της δράσης και της σκηνοθετικής γραμμής, εντείνοντας τις συναισθηματικές εξάρσεις και την δραματικότητα των κρίσιμων σεκάνς. Τα ρώσικα τραγούδια εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα και συνοδεύουν τις γεμάτες χιούμορ χορογραφίες. Λειτουργικό, το λιτό σκηνικό που καθορίζει τον χώρο και τις δράσεις. Λειτουργικά και τα κοστούμια που δεν επιχειρούν να αποδώσουν την εποχή αλλά εικονογραφούν τους ρόλους παίζοντας με το σύμβολο και την προέκταση του στο χαρακτήρα. Η παράσταση θα παίζεται μέχρι το τέλος του μήνα και φροντίστε να μην την χάσετε για κανένα λόγο. Μετάφραση: Αλέξανδρος Κοέν Διασκευή-Σκηνοθεσία:Ένκε Φεζολλάρι Δραματουργικοί Σύμβουλοι: Ναταλί Μηνιώτη, Κάτια Σωτηρίου Σκηνικός χώρος-κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης, Madamme Pelagie Art direction : Μαριάνθη Γραμματικού Βοηθός σκηνοθέτη: Φανή Παρλή Πρωτότυπη μουσική: Μάνος Αντωνιάδης Φωτογραφίες-Trailer : Ελπίδα Μουμουλίδου Παίζουν:Αθηνά Τσιλύρα, Χρήστος Μουστάκας, Μαρία Καρακίτσου, Βασίλης Τσιγκριστάρης, Νικόλας Φραγκιουδάκης, Λία Τσάνα, Ορνέλα Λούτη, Άντα Γιαννουκάκη Πολυχώρος πολιτισμού VAULT (Σταθμός μετρό: Κεραμεικός) Μέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:15 Κυριακή στις 18:30 μέχρι τις 26 Μαΐου 2019 Διάρκεια:120' με διάλειμμα Εισιτήρια:Γενική είσοδος: 15 ευρώ Μειωμένο: 12 ευρώ |