Σχετικά άρθρα
ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΛΙΛΗΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Σάββατο, 01 Μάρτιος 2014 08:37 | |||
Μιχάλης Παλίλης
Ο Μιχάλης Παλίλης μιλάει στο «Επί Σκηνής» για την νέα του δραματουργία και σκηνοθεσία και για τον πολύτιμο συνεργάτη και πρωταγωνιστή του Φαίδωνα Καστρή
Μίλησέ μου για την δραματουργία. Πρόκειται για μια υπόθεση μοναξιάς, για τον τρόμο μπροστά στο είδωλό μας ή εν τέλει για μια καταβύθιση στην ανθρώπινη φύση και στον τρόπο με τον οποίο βιώνει το τραύμα της ύπαρξης; Ο ποιητικός μονόλογος «Blanche/Μετεπιβίβαση.» δεν ανασυνθέτει το κλασικό έργο του Ουίλιαμς. Δεν παρουσιάζει ακριβώς την πλοκή του έργου. Προσπαθεί να μετεγγράψει το έργο στην εποχή μας, αλλά και στο διαρκές. Επιχειρεί μια ανατομία στην περιπέτεια του ανθρώπινου βίου, προσπαθεί να μιλήσει για την ανθρώπινη ψυχή, με τις ρωγμές, τις αντιφάσεις, τις αστοχίες, τα αδιέξοδα και τις προσδοκίες της. Με αυτήν την έννοια, η δραματουργία αφορά σε όλες τις υποθέσεις εργασίας που θέτετε, αλλά και σε πολλές άλλες. Κυρίαρχος δραματουργικός πυρήνας είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να επικοινωνήσει, να υπάρξει μέσα στον κόσμο, η προσπάθειά του να συγχρονιστεί με αυτόν, να υπάρξει όπως θέλει να διαθέσει εαυτόν, να αντιμετωπίσει τη δυνατότητα του βίου, να συσχετιστεί με τον τρόπο που επιθυμεί. Είναι βασική επιλογή η παράσταση να είναι ένα ταξίδι στην ουσία της ανθρώπινης φύσης. Απευθυνόμαστε σε πρόθυμους, «ανοιχτούς», ευάγωγους θεατές ως συνοδοιπόρους για το ταξίδι αυτό. Έχω την αίσθηση πως ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται στην παράσταση.
Με ποιον κυρίαρχο άξονα επιχείρησες την μεταγραφή και πως την εξέλιξες σε σχέση με το έργο του Ουίλιαμς; Το έργο του Ουίλιαμς είναι από τα αγαπημένα μου και ιδιαίτερα ο κυρίαρχος γυναικείος χαρακτήρας της Blanche. Η μετεγγραφή προκύπτει από την αγάπη και όχι από την αμφισβήτηση. Στη σκέψη μου το έργο είναι εξαιρετικό σκληρό, όχι όπως το εννοεί ίσως ο σύγχρονος θεατρικός κώδικας, αλλά σε ένα πεδίο που θεωρώ σκληρότερο: στη βία που παράγεται στο επίπεδο των ψυχών και των αισθημάτων. Πάντα ένοιωθα να κυλάει «αίμα» και βιαιότητα κάτω από την επιφάνεια, γεγονός που δε γινόταν πράξη σε αρκετές από τις παραστάσεις που έχω παρακολουθήσει. Στην αντίληψή μου, το κλασικό έργο είναι ένας ιδεώδης καμβάς για να ασχοληθώ με τη βιαιότητα της εποχής εστιάζοντας στον άνθρωπο, με μια «ποιητική σκληρότητα», πέρα από το «μαγικό ρεαλισμό» του κλασικού έργου. Η απόφασή μου να ασχοληθώ δραματουργικά και παραστασιακά πυροδοτήθηκε επίσης από την ακόλουθη παρατήρηση: ο άνθρωπος, πλέον, για να διαχειριστεί τον επώδυνο βίο του, υιοθετεί συμπεριφορές και προσωπεία αντίθετα από τον πραγματικό του εαυτό, επιλέγει το φαντασιακό και όχι το ρεαλιστικό πεδίο, λειτουργώντας ως άλλος, προβάλλοντας ένα ιδεώδες (όπως ο ίδιος πιστεύει) είδωλο προκειμένου να υπάρχει κοινωνικά. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που συνιστούν ένα πεδίο όπου όλοι μας υιοθετούμε ένα συγκεκριμένο «ιδεώδες» κοινωνικό προφίλ, προκειμένου να μπορούμε να πορευτούμε στην καθημερινότητά μας. Άρα, ένα βασικό ερώτημα στη δουλειά μου είναι πόσο «Blanche» είμαστε όλοι μας… Το έργο μου ξεκινά μετά το τέλος του κλασικού έργου, όταν η Blanche αναγκάζεται σε εγκλεισμό. Ωστόσο, η Blanche μου δεν είναι ακριβώς η Blanche του Ουίλιαμς. Η Blanche μου είναι ένα ποιητικό πλάσμα που έχει εγκλωβιστεί σε ένα «μετά», που έχει βρεθεί αλλού από εκεί που ήταν πριν, αλλιώς από ό,τι ήταν πριν. Σε πόσους από εμάς δε συμβαίνει πλέον αυτό; Η Blanche μου είναι ένας χαρακτήρας άστεγος, άνεργος, ανύπαντρος, άφραγκος, με τόσα στερητικά -α, όπως άλλωστε η ηρωίδα του Ουίλιαμς, όπως άλλωστε και ο άνθρωπος της σημερινής κρίσης. H Blanche μου, είναι ένας άνθρωπος (πολύ συνειδητά χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη - δεν είναι μόνο άνδρας ή μόνο γυναίκα ή τρανσέξουαλ-, είναι άνθρωπος), ένα ποιητικό πλάσμα που έχει βρεθεί μετέωρο, που προσπαθεί να ορθοποδήσει μετά την πτώση, έκθετο σε ένα «μετά» … H Blanche του Ουίλιαμς επιλέγει τη μαγεία και όχι το ρεαλισμό. Στο έργο μου συμβαίνει το ίδιο. Η διαφορά ποια είναι; H Βlanche μου είναι ένας άνθρωπος του οποίου το καταφύγιο για να αντέχει τη δυσκολία του είναι η ηρωίδα του Ουίλιαμς. H «μαγεία» της Blanche μου είναι η ίδια η Blanche του «Λεωφορείου». Κάποια στιγμή, ο άνθρωπος που πρωταγωνιστεί στο έργο μου ίσως είδε την ταινία ή το αρχικό θεατρικό έργο και ταυτίστηκε απόλυτα με την κλασική ηρωίδα. Σε αυτήν καταφεύγει όταν συναντά το «απαίσιο», με αυτήν πορεύεται στη ζωή. Σε τόσο μεγάλο βαθμό που η ταύτιση πολλές φορές είναι αφοπλιστική... Αυτό το «μετά» με συγκινεί. Όπως και όλος αυτός ο αγώνας του ανθρώπου και τα μέσα που χρησιμοποιεί για να μη «πέσει». Με συνταράζουν αυτά και για αυτά προσπαθώ να μιλήσω.
Ο τίτλος «Μετεπιβίβαση» υπάρχει μαζί με το όνομα Blanche γιατί υποδηλώνει μια κατάσταση «μετά- Blanche», μια κατάσταση όπου πρωταγωνιστεί το ίζημα της ηρωίδας του κλασικού έργου και όχι η ηρωίδα αυτή καθαυτή. Κυρίως όμως ο τίτλος υπογραμμίζει την αρχική πρόθεση του «μετά», χρονικά. Όχι μόνο για να συνεχίσει από εκεί που τελείωσε το «Λεωφορείο», αλλά κυρίως για ένα άλλο «μετά». Την εξέταση του «μετά». Τι γίνεται μετά την κρίση, μετά το καταλυτικό γεγονός, μετά το συμβάν; Τι συμβαίνει στη ρωγμή, πώς διαχειριζόμαστε την κατάσταση όπου όλα όσα μας προσδιόριζαν χάθηκαν; Σε ποια άλλα «οχήματα» επιλογών, επιθυμιών και καταστάσεων, πέραν του γνωστών μέχρι πρότινος συνηθισμένων «λεωφορείων» μας μετεπιβιβαζόμαστε για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ζούμε; Το ποιητικό πλάσμα του έργου βρίσκεται σε ένα χώρο, σχεδόν γυμνό, έχοντας απολέσει την εικόνα που θέλει να έχει κοινωνικά, και διψά να πιαστεί από κάπου. Στην παράσταση είναι παρόν ένας βουβός άνδρας (που δεν είναι σαφής η απάντηση ποιος είναι: είναι ο γιατρός, ο συγγραφέας, ο ίδιος ο θεατής;). Ο χαρακτήρας της Blanche μου προσπαθεί εναγωνίως να επικοινωνήσει, να γραπωθεί από μια συνύπαρξη, από ένα μαζί. Συμπλεγματικά, στην προσπάθεια αυτή, όταν ταυτίζεται με την κλασική ηρωίδα, «μετεπιβιβάζεται» σε σημαντικούς σταθμούς - πρόσωπα του έργου του Ουίλιαμς (Στέλλα, Κοβάλσκι, Μιτς), απευθύνεται σε αυτά, φωτίζοντας έτσι διαφορετικές πτυχές των γεγονότων. Επίσης, εξομολογητικά και ανθρώπινα «μετεπιβιβάζεται» σε γεγονότα της δικής του ζωής, προσφέροντας μια γενναιόδωρη «μαρτυρική» εμπειρία ανθρώπινου βίου.
Οι σκηνοθετικοί σου κώδικες είναι εύγλωττοι αλλά και αιρετικοί. Πως διαχειρίστηκες αυτή την φορά έναν εμβληματικό, γυναικείο ρόλο έχοντας μάλιστα την ευφυή ιδέα να τον αναθέσεις σε άντρα ηθοποιό; Τόσο το έργο ως γραφή, όσο και η σκηνοθεσία δεν αναιρούν τη συνθήκη του άνδρα ηθοποιού. Ίσα - ίσα που ήταν αιτούμενο. Στη σκηνή δε βλέπουμε ένα πλάσμα με συγκεκριμένη ταυτότητα. Είναι πολύ συνειδητή επιλογή. Βλέπουμε ένα ποιητικό πλάσμα που κατοικεί τόσο στην ανδρική, όσο και στη θηλυκή πλευρά. Έναν άνθρωπο. Ήθελα να μιλήσω για τη ψυχή και όχι για το φύλο, ή την ταυτότητα. Συνεπώς, ο ρόλος αντιμετωπίστηκε ως ένα πεδίο, ένας τόπος όπου όλες οι πλευρές της ανθρώπινης φύσης ανάγλυφα υπάρχουν, όχι μόνο από άποψη φύλου, αλλά και από τη σκοπιά των ψυχολογικών και ψυχικών διακυμάνσεων που συμβαίνουν (αυτό άλλωστε δεν είμαστε όλοι μας;). Και όλο αυτό γίνεται με μια μέριμνα η παράσταση να έχει το χαρακτήρα «ντοκουμέντου», να συνιστά μια μαρτυρία βραδιάς καταλυτικών θερμοκρασιών και ενεργειών, μια εμπειρία που προσπαθεί να έχει κυρίως «μη-θεατρικό» χαρακτήρα, μια εμπειρία στιγμών που να αφορούν το παρόν κάθε συνάντησης του επί σκηνής χαρακτήρα με το θεατή. Πως ήταν η εμπειρία της συνεργασίας με τον Φαίδωνα Καστρή; Η παράσταση πραγματικά κοσμείται από τον ερμηνευτή της. Ο Φαίδων Καστρής ήταν η πρώτη και μοναδική μου επιλογή για το έργο και τον καταχωρώ στη συνείδησή μου ως ουσιαστικό συνδημιουργό του όλου εγχειρήματος, αφού η υψηλής ποιότητας καλλιτεχνική του υπόσταση συνέβαλε εποικοδομητικά και σωρευτικά στο τελικό αποτέλεσμα. Είναι ένας ηθοποιός ευέλικτος, με εμπειρία, με τεράστιες δυνατότητες, ικανός να παράγει σπάνιες θεατρικές στιγμές που συγκινούν και καθηλώνουν το θεατή. Λατρεύω τον τρόπο που υπάρχει σκηνικά, με τις γεμάτες σιωπές του, με τη χειρουργικής ακρίβειας κίνησή του, με το ευαίσθητο και ουσιαστικό βλέμμα του. Θεωρώ ότι η ερμηνεία του είναι εξαιρετική ακριβώς επειδή είναι συγκλονιστικά παρών, ολικά παρών, με ισορροπία, μέτρο και γενναιοδωρία. Είναι για εμένα δώρο η εμπιστοσύνη που μου έχει δείξει και η αγάπη του στην παράσταση. Ο Φαίδων Καστρής κάνει κάτι που δε συναντάται εύκολα, δυστυχώς, στις μέρες μας. Τολμά να εκτεθεί. Δίνεται και για αυτό παίρνει. Είναι συγκλονιστικό να τον βλέπεις να το κάνει συνεχώς, αδιαπραγμάτευτα και καθολικά. Πέρα από όλα, είναι όμορφη η ψυχή του. Αγαπάει και νοιάζεται, και για αυτό αγαπιέται και τον νοιάζονται. Η αρχική μου πεποίθηση είναι πλέον βεβαιότητα: δε θα είχα κάνει την παράσταση αν ο Φαίδων δε δεχόταν να συμμετάσχει.
Ο χαρακτήρας του έργου υπάρχει στο σύγχρονο κόσμο και τους κώδικές του, που συμφωνώ ότι είναι πλέον επώδυνοι, εμπλεκόμενος. Δεν παρατηρεί απλώς. Εμπλέκεται και πάσχει. Υπάρχει στον κόσμο, αλλά, ακριβώς επειδή ο κόσμος είναι αυτός που είναι, δε μπορεί να υπάρξει σε αυτόν ομαλά. Για το λόγο αυτό, επιλέγει το φαντασιακό πεδίο και την ποίηση. Για να αντέξει.
Τι πιστεύεις ότι λυτρώνει ένα εύθραυστο ανθρώπινο ον παραδομένο στην καλοσύνη των ξένων; Ο εγκλεισμός ή η με κάθε όρο απόδραση;
|