Σχετικά άρθρα
ΟΙ ΠΕΤΑΛΟΥΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Τρίτη, 31 Αύγουστος 2021 16:43 |
Οι πεταλούδες είναι ελεύθερες σε σκηνοθεσία Ρέινας Εσκενάζυ
Πρόλογος Ο Αμερικανός συγγραφέας Λέοναρντ Γκέρσε δεν προσπάθησε να γράψει όπως ο Πίντερ ή ο Άλμπι και μέλημά του δεν ήταν ο βαθύς στοχασμός. Θέλησε, απλώς, να αγγίξει συναισθηματικά το κοινό του, να το διασκεδάσει. Οπότε, έγραψε μια χαριτωμένη ιστορία, σαν ένα εμπορικό εργαλείο που λειτουργεί άψογα κι έχει καταφέρει να είναι ευρείας χρήσης - κατανάλωσης και, φυσικά, να φέρει κέρδη και διακρίσεις. Οι "Πεταλούδες" δεν αποδομούν χαρακτήρες, δεν επιχειρούν εσώτερες ανασκαφές, δεν υπαινίσσονται δεύτερο ή τρίτο επίπεδο. Ρεαλιστικά και ταχύτατα μαλακώνουν τις καρδιές, πεταρίζουν στις ψυχές και στις συνειδήσεις των θεατών, είναι άνετες, προσιτές, ευκολονόητες και, σίγουρα, ο Gershe πίστεψε στην ευγένεια και στη δύναμη του φτερωτού θεού Έρωτα, με σφυρηλατημένη την αιχμή του βέλους του από εξυπνάδα, σκεπτικισμό και ζεστασιά και, ναι, είναι προβλέψιμο έργο. Ωστόσο, υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην ιστορία του Broadway, ξεπερνώντας τις 1100 παραστάσεις. Μέσα από ένα πνευματώδες και διαπεραστικό χιούμορ, προσεγγίζει τα ζητήματα του αυτοπροσδιορισμού, του έρωτα, του θάρρους και της αλληλοκατανόησης. Υπόθεση Νέα Υόρκη, τέλη δεκαετίας του ’60. Ο Ντον Μπέηκερ είναι ένας ωραίος τύπος. Έξυπνος, μορφωμένος, εμφανίσιμος και πολύ καλός μουσικός κι ας είναι εκ γενετής τυφλός. Έχει πρόσφατα μετακομίσει από το μικρό ήσυχο προάστιο, στο οποίο ζούσε με την υπερπροστατευτική μητέρα του, στη μεγαλούπολη. Στο ακριβώς διπλανό διαμέρισμα μένει η Τζιλ, μια νεαρή φέρελπις ηθοποιός που αντιπαθεί τις δεσμεύσεις. Οι δυο νέοι θα γνωριστούν και θα φλερτάρουν, μέχρι την απρόσμενη έλευση της μητέρας του Ντον, την πλέον ακατάλληλη στιγμή. Τότε, θα έρθουν τα πάνω-κάτω στην μεταξύ τους σχέση. Το μπέρδεμα ολοκληρώνει ένας φίλος από τα παλιά και σκηνοθέτης της Τζιλ, που έρχεται σαν κεραυνός γεμάτος υποσχέσεις! Οι πρωταγωνιστές της παράστασης «Οι πεταλούδες είναι ελεύθερες», μας φέρνουν στο σήμερα την φρέσκια αύρα των ανθρώπων της εποχής των λουλουδιών, με το δικό τους αξιακό κώδικα επικοινωνίας, την γρηγοράδα, την αθωότητα-ανωριμότητα, τους φόβους αλλά και το αίσθημα της ευθύνης και της πιστότητας στην παράδοση που καραδοκούσε. Εκεί ακριβώς έγκειται και το ερώτημα και ο διαχωρισμός. Θα ακολουθήσουν οι νέοι τις παραδόσεις ή θα φτιάξουν δικούς τους δρόμους; Ποια είναι το όρια αλλά και τα σύνορα μεταξύ των κοινωνικών αξιών, των ελευθεριών, αλλά και των ευθυνών; Η παράσταση «Κόλαση είναι οι άλλοι " κατά τον Σαρτρ και στο έργο του Gershe , η φράση επιβεβαιώνεται περίτρανα. Οι άλλοι! Ο σημαντικός ή ο ασήμαντος «Άλλος». Το alterego μας, ίσως κι ολόκληρη η κοινωνία, που μας υπαγορεύει συμπεριφορές, κοινωνικές στάσεις, στερεότυπα, συμβάσεις, με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό μας στο σύστημα με τα στεγανά και τις προκαταλήψεις. Οι ήρωες στις «Πεταλούδες» δεν είναι ελεύθεροι. Είναι εγκλωβισμένοι, επειδή οι τρίτοι ορίζουν τα θέλω τους. Διαπιστώνουμε, όμως , ότι τα «δεσμά» υπαγορεύονται κι από τον ίδιο τον εαυτό τους, υποσυνείδητα και, αναγκαστικά, τα δέχονται μέχρι να επέλθει η λύτρωση. Η Ρέινα Εσκενάζυ στήνει μία παράσταση εξαιρετικών ερμηνειών, έστω κι αν τη στολίζει με αρκετά κλισέ. Ο Ανάστασης Ροϊλός, ως τυφλός γιος, είναι εγκλωβισμένος στις επιθυμίες της μητέρας του για συνεχή παρουσία δίπλα της κι αυτό τον οδηγεί σε συνεχείς φυγές, τοπικές και συναισθηματικές. Επίσης, είναι παγιδευμένος στο κοινωνικό στερεότυπο: ένας τυφλός δεν έχει δικαίωμα στον έρωτα και στην "κανονική" ζωή. Η ένταση στον λόγο του, στην έκφραση του προσώπου του, στις κινήσεις του φανερώνουν την επιθυμία ελευθερίας του. Μορφώθηκε ιδιωτικά, η προηγούμενη σύντροφος τον εγκατέλειψε, προσωρινά και η Τζιλ. Η λύτρωσή του είναι η άρνηση επιστροφής είτε σε αρνητικά συναισθήματα είτε σε προηγούμενες καταστάσεις. Πολύ καλή ερμηνεία σ’ έναν δύσκολο κι απαιτητικό ρόλο από τον δημοφιλή ηθοποιό, που πρωτογνώρισα και θαύμασα στο υπόγειο του στούντιο «ΟΡΑ» στη Θεσσαλονίκη και στη «Σονάτα των Φαντασμάτων του Αύγουστου Στρίντμπεργκ. Η Εριέττα Μανούρη (Τζιλ) έχει μπρίο και σχετική άνεση στη σκηνή, προσπαθεί φιλότιμα να πείσει για τις συναισθηματικές μεταβολές της ηρωίδας. Είναι επιφανειακά υπερβολικά χαρούμενη και μονίμως αισιόδοξη, υπαινικτικά δείχνει τον φόβο απόρριψης ή διάψευσης, λόγω δέσμευσης. Έφυγε από προηγούμενο γάμο, φεύγει κι από τον Ντον. Όταν όμως ανελίσσεται επαγγελματικά, έρχεται και η επιβεβαίωση, η αποδοχή του εαυτού της που τη λυτρώνει. Ασφαλώς, έχει δρόμο μπροστά της η νέα κι όμορφη ηθοποιός για να δουλέψει τα εκφραστικά της μέσα, την εσωτερική ερμηνεία και να αποβάλει την- κατά στιγμές- μίμηση των τσαχπίνικων λυγμών της Βουγιουκλάκη, κυρίως στο πρώτο μέρος. Στον ρόλο της μητέρας η Πέμυ Ζούνη ζωγραφίζει. Υποστηρίζει άψογα μια βαθιά ενοχική γυναίκα για την αναπηρία του γιου της, αλλά και μια θηλυκή ύπαρξη φυλακισμένη στις ίδιες τις εμμονές της, πιστεύοντας ότι ο γιος, ως ενήλικας πια, θα την εγκαταλείψει, θα την ακυρώσει, θα την καταστήσει όχι αναγκαία, περιττή. Όμως, παλεύει με το μυαλό και την ψυχή και καταφέρνει να αποτινάξει τα δεσμά τής μητριαρχίας. Κερδίζει τις εντυπώσεις από την πρώτη της στιγμή. Στην παράσταση, φυσικά, παίζει και ο Κωνσταντίνος Ελματζίογλου. Με μικρή παρουσία, αλλά σε μια κομβική στιγμή για το έργο καταφέρνει να μην περάσει απαρατήρητος, εν μέσω σκηνικών ανατροπών. Το τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη εξαιρετικό, όπως όλο το έργο του σπουδαίου συνθέτη. Πρόκειται, εν κατακλείδι, για μία νόστιμη παράσταση, γλυκιά και διδακτική συγχρόνως, με έντονα τα στοιχεία του χιούμορ. Στοχεύει στη θετική πλευρά της ζωής, εκφράζοντας την αισιοδοξία και την ελπίδα, μακριά από status που φυλακίζουν το ελεύθερο πνεύμα και αναστέλλουν την κοινωνική εξέλιξη του ανθρώπου. Είναι μια ζεστή, αισιόδοξη και εξόχως διασκεδαστική κομεντί που, σε μια ζοφερή περίοδο, δωρίζει μια χρωματιστή δεσμίδα φωτός. Πρέπει να αναφέρω ότι τόσο η παραγωγή με όλο της το επιτελείο , όσο και οι θεατές υπέστημεν μια ταλαιπωρία άνευ προηγούμενου, επειδή η παράσταση λόγω δυσχέρειας μεταφοράς σκηνικών στο Φρούριο, παίχτηκε , τελικά, στο γήπεδο μπάσκετ του πάρκου Φαλήρου. Παρόλα αυτά , οι Καβαλιώτες που έκαναν τον κόπο ν’ ανεβούν στο κάστρο, ενημερώθηκαν και έφτασαν στο Φάληρο με σχετική καθυστέρηση. Αξίζει ένα επιπλέον χειροκρότημα ο θίασος, επειδή, κάτω από αναπάντεχα δύσκολες συνθήκες, κατάφερε να μας κρατήσει στο «παιχνίδι», έστω κι αν οι θόρυβοι από αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες ήταν ένα δυνατό εμπόδιο και στις δυο πλευρές του.
Επίλογος «Οι Πεταλούδες είναι Ελεύθερες» ανέβηκαν για πρώτη φορά με τεράστιαεπιτυχία στο Μπρόντγουεϊ, το 1969, σε σκηνοθεσία του Ελληνοαμερικανού Μίλτον Κατσέλας. Τρία χρόνια αργότερα το έργο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον ίδιο τον Gershe με πρωταγωνιστές τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Έντουαρντ Άλμπερτ, την Γκόλντι Χόουν και την Αϊλίν Χέκαρτ στο ρόλο της μητέρας (η μόνη απ’ την αρχική διανομή της παράστασης). H Χέκαρτ τιμήθηκε για την ερμηνεία της με το Όσκαρ β΄ γυναικείου ρόλου, ενώ ο Έντουαρτ Άλμπερτ απέσπασε τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού. Το έργο μέχρι και σήμερα έχει κερδίσει τρία βραβεία «Tony», τόσο για τους εκάστοτε ηθοποιούς της κάθε εκδοχής, όσο και για την σκηνοθεσία. Στην Ελλάδα το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1970, σε διασκευή του αείμνηστου Μάριου Πλωρίτη και σε σκηνοθεσία Κώστα Μπάκα, από τους: Γιάννη Φέρτη, Ξένια Καλογεροπούλου, Σμάρω Στεφανίδου και Γιώργο Διαλεγμένο. Έκτοτε, έχει ανεβεί πολλές φορές με μεγάλη επιτυχία στο ελληνικό κοινό. . Συντελεστές Κείμενο: Leonard Gershe Μετάφραση/Διασκευή/Σκηνοθεσία: Ρέινα Εσκενάζυ
|