Σχετικά άρθρα
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΑ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Παρασκευή, 03 Δεκέμβριος 2021 19:42 |
Η δολοφονία του Μαρά του Peter Weiss Το πολυσυζητημένο έργο το περιμέναμε πέρυσι. Η πανδημία και οι συνέπειές της εμπόδισαν την ολοκλήρωση της προετοιμασίας, η οποία διήρκεσε σειρά μηνών. Πολυπρόσωπη παράσταση, απαιτητική στις πολλές παραμέτρους της, εξαντλητικές πρόβες εν μέσω απαγορεύσεων, πολλή δουλειά από όλους τους συντελεστές, όμως ο έμπειρος και ικανότατος ηνίοχος Κοραής Δαμάτης φέρνει, τελικά, ένα εντυπωσιακό «Άρμα Θέσπιδος», ένα άρτιο «παραστατικό» αποτέλεσμα στο εμβληματικό θέατρο της Ε.Μ.Σ και το Κ.Θ.Β.Ε. κάνει την πρεμιέρα του με περηφάνια που τη δικαιούται. Η δραματουργία Το Κ.Θ.Β.Ε. και με την ευκαιρία της επετείου των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης , ευτυχώς, επέλεξε αυτό το έργο. Η επετειακή συγκυρία, η αξεπέραστη οδηγητική ιδεολογικά και αισθητικά , η μετάφραση του σπουδαίου Μάριου Πλωρίτη και η ενδιαφέρουσα σκηνοθεσία του Κοραή Δαμάτη συντελούν, ώστε να επιδείξει ο μεγάλος πολιτιστικός αυτός φορέας, μια ευδόκιμη – θεατρικά – παράσταση. «Η δολοφονία του Μαρά» είναι ένα έργο «θεάτρου μέσα στο θέατρο» ή κυριολεκτικά «θεάτρου μέσα στο ψυχιατρείο». Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά τη Γαλλική επανάσταση ο Μαρκήσιος ντε Σαντ, έγκλειστος στο άσυλο του Σαραντόν, εφαρμόζει τη μέθοδο της δραματοθεραπείας σκηνοθετώντας την ιστορία της δολοφονίας του πρωταγωνιστή της επανάστασης Ζαν Πωλ Μαρά, με «ηθοποιούς» τους ίδιους τους τρόφιμους του ασύλου. Βήμα-βήμα, καθώς εξελίσσονται στη «σκηνή» τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του Μαρά, τα όρια ανάμεσα στην ψευδαίσθηση και στην πραγματικότητα γίνονται δυσδιάκριτα, οι τρόφιμοι αρχίζουν σταδιακά να επηρεάζονται από τις καταστάσεις και βουλιάζουν όλο και περισσότερο στη βία, με αποτέλεσμα η παράσταση να ξεφύγει από τα λογικά όρια και να ακολουθήσει μια τελείως χαοτική εξέλιξη. Έτσι το έργο μετατρέπεται σε ένα αιχμηρό και επίκαιρο σχόλιο για την επανάσταση και τη σύγκρουση της ατομικής ελευθερίας με το ιστορικό και κοινωνικό καθήκον.Το έργο πραγματεύεται τη φανταστική σύγκρουση μεταξύ του ακραίου ατομικισμού και της σκέψης μιας πολιτικής και κοινωνικής ανατροπής. Αν και γράφτηκε το 1963 παραμένει σύγχρονο, ακριβώς γιατί ο Πέτερ Βάις είχε εξαιρετική αντίληψη για τους ανθρώπους και τα γεγονότα της εποχής του. Βέβαια, δεν είναι το έργο επίκαιρο, όπως σημειώνει ο σκηνοθέτης, αλλά δεν έχει αλλάξει τίποτα επί της ουσίας στις πράξεις και στην πολυπλοκότητα του σοφού εξολοθρευτή “homo sapiens”. Το πρώτο είναι εκείνο του δράματος.Τα γεγονότα ακολουθούν δύο τροχιές, εκείνη των ιστορικών συμβάντων που οδήγησαν στη δολοφονία του Μαρά και εκείνη ενός διαλόγου Μαρά – Σαντ που, πιθανότατα, δεν έγινε ποτέ αλλά στο έργο έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τον διάλογο αυτόν πυροδοτεί η αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας μέσα από την αντιπαράθεση του εγώ (Σαντ) και του εμείς (Μαρά). Η Γαλλική επανάσταση είναι η αφορμή να αναδυθούν καινούργιες ιδέες, αλλά και νέα ερωτήματα για τα ατομικά και τα συλλογικά συμφέροντα και ελευθερίες, για τη δράση και την παθητικότητα, για τη ζωή και τον θάνατο. Στην καρδιά της συζήτησης βρίσκεται ο άνθρωπος αλλά και η φύση που, παρά την ιστορική τους εξέλιξη, μοιάζουν ακίνητοι σε σύγκριση με την ηλικία της γης, ωστόσο, ανώριμοι για την ενηλικίωσή τους. Το δεύτερο επίπεδο αφορά στην πραγματικότητα που βιώνουν οι ίδιοι οι ηθοποιοί – έγκλειστοι του ψυχιατρείου, που υποδύονται τους ρόλους του έργου. Πρόκειται για μια μίξη ψυχοπαθών, περιθωριακών, αλλά και πολιτικών κρατουμένων με κοινό τους στόχο, την απελευθέρωσή τους. Ο γεννημένος το 1743 στην ΕλβετίαΖαν Πολ Μαρά ήταν μια πολύ σημαντική μορφή για την προπαγάνδα υπέρ της Γαλλικής Επανάστασης. Εκδότης της εφημερίδας «Φίλος του λαού», είχε καταφέρει με τα πύρινα άρθρα του να βρεθεί στην κορυφή της εξουσίας, ενώ συνέβαλε με αυτά στην καταδίκη του Λουδοβίκου του 16ου. Ήταν μέλος της Λέσχης των Κορδελιέρων και ηγετική μορφή στην Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας, που είχε δημιουργηθεί λίγους μήνες νωρίτερα, μέσα στην οποία πάρθηκαν αποφάσεις για μαζικές εκτελέσεις ανθρώπων που θεωρούνταν ύποπτοι συνωμοσίας κατά της Επανάστασης (σφαγές Σεπτεμβρίου). Ανάμεσα στις αποφάσεις του ήταν και η πρόταση για την διάλυση των δεξιών Γιρονδίνων. Όταν ο Μαρά διέταξε τη σύλληψη είκοσι δύο εξ’ αυτών, μια νεαρή οπαδός τους, η Σαρλόττα Κορνταί, αποφάσισε να τον δολοφονήσει. Ο Μαρά κρυβόταν από τους αντιπάλους του, στους υπονόμους της πόλης. Έπασχε από κάποια δερματική ασθένεια και για τον λόγο αυτό πολύ συχνά χρησιμοποιούσε τα κρύα λουτρά για να ανακουφιστεί. Με την πρόφαση πως είχε να του αποκαλύψει συνωμότες, η Κορνταί τόλμησε να τον επισκεφτεί στο λουτρό. Εκεί βύθισε στο στήθος του ένα μαχαίρι προκαλώντας τον θάνατο του. Συνελήφθη και, μετά από δίκη, εκτελέστηκε στη λαιμητόμο. «Σαν τον Χριστό, ο Μαρά αγαπούσε παράφορα τον λαό. Σαν τον Χριστό, ο Μαρά μισούσε τους βασιλιάδες, τους ευγενείς, τους ιερείς, τους αγύρτες και, σαν τον Χριστό, ποτέ δεν έπαψε να πολεμά αυτές τις μάστιγες του λαού» είχε γράψει ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ για ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της Γαλλικής Επανάστασης. Και έτσι ήταν. Η δολοφονία του ενέπνευσε πολλούς συγγραφείς και καλλιτέχνες, ενώ παράλληλα αναπαραστάθηκε στον διάσημο πίνακα του Ζακ-Λουι Νταβίντ «Ο θάνατος του Μαρά», ένα από τα γνωστότερα έργα της Γαλλικής Επανάστασης. Ο Βάις με τον ουμανισμό που τον διακρίνει και μέσα από το πρίσμα των σύγχρονων προοδευτικών ιδεών, πρόβαλε στο κείμενό του τα ανεκπλήρωτα αιτήματα της προδομένης Γαλλικής Επανάστασης. Ωστόσο, η σύλληψη είναι ολότελα ιδιότυπη. Ο βασικός «μύθος» στρέφεται, φυσικά, γύρω από τη δολοφονία του «αρχιεπαναστάτη» Μαρά απ’ τη Σαρλότ Κορνταί στις 13 Ιουλίου 1793. Ο Βάις, όμως, δεν «αναπαρασταίνει» τα γεγονότα. Τα παρουσιάζει «σαν παράσταση έργου με αυτό το θέμα, που είχε γραφτεί (τάχα) απ’ τον Μαρκήσιο ντε Σάντ και που παίχτηκε (τάχα) το 1808 στο Άσυλο Φρενοβλαβών του Σαραντόν», γράφει ο Μάριος Πλωρίτης που μετέφρασε το έργο όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ελλάδα από τον Κουν. Παρόμοια σχόλια έχει κάνει και ο Πήτερ Μπρουκ, ο οποίος σκηνοθέτησε το έργο για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Είπε: «το έργο είναι μια μοντέρνα μίξη όλων των καλύτερων θεατρικών συστατικών της εποχής—Μπρεχτ—διδακτικό—παράλογο—Θέατρο της Σκληρότητας: είναι δυνατό, η κεντρική του σύλληψη ξεχωριστή, η σιλουέτα του κοφτή και αλάνθαστη. Από πρακτική εμπειρία μπορώ να πω πως η δύναμη της παράστασης έχει άμεση σχέση με την πλούσια φαντασία του υλικού». Υπάρχουν σκηνές αναρχικού χιούμορ, ενοχλητικής βίας, υστερικών διαλόγων και παραληρηματικών μονολόγων που ασκούν κριτική τόσο στην προγενέστερη, όσο και στη μεταγενέστερη της Γαλλικής επανάστασης πολιτική κατάσταση. Πέρα από την πολιτική, η φύση της θρησκείας, το αμφιλεγόμενο της ανθρώπινης ύπαρξης, οι σεξουαλικές προτιμήσεις, ο ρόλος της βίας στην ιστορική εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, η μορφή της κοινωνίας και της εξουσίας, το δυαδικό σύστημα του καλού και του κακού, η έννοια της ελεύθερης βούλησης ακόμα και η λογοκρισία και η προπαγάνδα αποδομούνται και κριτικάρονται στη δράση. Ωστόσο, στο φινάλε αντιλαμβανόμαστε ότι η σύγκριση Ντε Σαντ - Μαρά βρίσκεται στις αντικρουόμενες ιδέες τους. Ο πρώτος, ως συγγραφέας του έργου μέσα στο έργο, έρχεται αντιμέτωπος με τον δεύτερο και την ιδεολογία του. Η διαφορά τους είναι η πάλη μεταξύ του φυσικού κόσμου και του νου ή του εσωτερικού κόσμου. Ο Πέτερ Βάις γεννήθηκε στη Γερμανία το 1916. Από το 1939 έζησε στη Στοκχόλμη όπου και πήρε τη σουηδική υπηκοότητα. Στρατευμένος συγγραφέας, μαρξιστής και εκφραστής του «Θεάτρου της σκληρότητας», εμπλεκόταν ενεργά στην πολιτική ζωή, καθώς έπαιρνε καθαρές θέσεις στις δημόσιες τοποθετήσεις του. Η «Δολοφονία του Μαρά» είναι το έργο που τον έκανε γνωστό, κυρίως μέσω της εξαιρετικής σκηνοθεσίας του Πήτερ Μπρουκ στο θέατρο, που στη συνέχεια μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο σημειώνοντας τεράστια επιτυχία. Με έντονες επιρροές, κυρίως από το θέατρο του Μπρεχτ αλλά και του Αρτώ, δημιούργησε το προσωπικό του στυλ γραφής, με το οποίο καταφέρνει μέχρι και σήμερα να μας κάνει να επαναπροσδιορίσουμε τις βεβαιότητές μας. Η παράσταση Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας το 1965 από τον Κάρολο Κουν σε αψεγάδιαστη μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη. Μερικά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1989, ο Κοραής Δαμάτης το σκηνοθέτησε για το Εθνικό Θέατρο πάνω στην ίδια μετάφραση. Έπειτα από 32 χρόνια ο ίδιος σκηνοθέτης επιχειρεί μια νέα προσέγγιση. Μια παράσταση για το Κ.Θ.Β.Ε. εμπλουτισμένη με τη γνώση και την εμπειρία των χρόνων αυτών, αλλά και μια ανάγνωση υπό το πρίσμα των σημερινών πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών. Σύμφωνα με τη σκηνοθετική προσέγγιση το έργο αναπτύσσεται από ηθοποιούς και τραγουδιστές, στα δύο παράλληλα επίπεδα της δραματουργίας. Επομένως, δεν υπάρχει γραμμική δράση. Ο Κοραής Δαμάτης έχει ήδη κατακτήσει ένα μικρό μερίδιο από το έργο, αλλά διαθέτει και μια σπάνια ικανότητα να καθοδηγεί ομάδες, να συνθέτει κινησιολογικές αντιστίξεις , να συγκροτεί με ανθρώπινα μέλη μουσικές φαντασίες και εκφραστικά σύνολα. Οργάνωσε με γνώση, μέτρο, καλαισθησία , μια εμπνευσμένη παράσταση. Έστησε σε ενιαίο σύνολο ανθρώπους με ιδιαιτερότητες και απεικόνισε έναν ολόκληρο κόσμο. Σύμφωνα με το «επικό θέατρο» που ενστερνίζεται ο σκηνοθέτης, το κοινό πρέπει να αποστασιοποιηθεί από το έργο. Η πολύπλοκη δομή και το δίδυμο Μαρά- Ντε Σαντ συμβάλλουν σε αυτό, επειδή το κοινό μπορεί να δει τα δραματικά γεγονότα από πέντε οπτικές γωνίες. Είναι οι προοπτικές του διευθυντή του ιδρύματος Κουλμιέ, του ριζοσπαστικού επαναστατικού αγκιτάτορα Μαρά, της δολοφόνου Κορνταί , του συγγραφέα και «ηθοποιού» ντε Σαντ και των ασθενών - χαρακτήρων που συμμετέχουν. Οι ασθενείς δεν παίζουν μόνο τους ρόλους τους, αλλά και τον εαυτό τους. Η ασάφεια αποτελεί προϋπόθεση για τη συνεχή παρέμβαση του Κουλμιέ. Γι 'αυτό γίνεται ο ίδιος συμπαίκτης. Οι άνθρωποι που έχουν τη λειτουργία της χορωδίας είναι κομμάτι της υπόθεσης και, ταυτόχρονα, έχουν καθήκοντα σχολιαστών, όπως στο διδακτικό θέατρο. Το σκηνικό (Ανδρέα Βαρώτσου) έχει επίσης δυαδική υπόσταση. Το μπάνιο στο άσυλο ψυχασθενών υποδηλώνει την ιδέα της υγιεινής καθαριότητας, αλλά ταυτόχρονα έρχεται σε αντίθεση με την «ακαθαρσία» των κοινωνικών συνθηκών. Τα κοστούμια της ΄Άννας Μαχαιριανάκη, υπερβαίνουν την αληθοφάνεια μιας χρονικής συνθήκης, εν προκειμένω του τέλους του 18ου αιώνα, και παίρνουν μια θέση πολύ πιο φιλόδοξη. Πολλαπλασιάζουν τις λειτουργίες τους και ενσωματώνονται στη δουλειά του συνόλου πάνω στα σκηνικά σημαίνοντα. Εδώ τα κοστούμια χρησιμοποιούνται ως ελατήριο ταύτισης με το δραματικό πρόσωπο, επιτρέποντας στον θεατή να επισημαίνει το οτιδήποτε από τη δράση, τον χαρακτήρα, την κατάσταση, την ατμόσφαιρα και να μην εξαντλείται στην ολιγόλεπτη αρχική του παρατήρηση. Η μουσική της Δήμητρας Γαλάνη, μια έκπληξη. Εξαιρετικός επιχρωματισμός και δημιουργία ατμόσφαιρας, που αντιστοιχεί στη δραματική κατάσταση. Η ατμόσφαιρα αντικατοπτρίζεται στη μουσική αλλά και ενισχύεται από αυτή. Λειτουργεί εκτός από συνοδεία σκηνών και ως αντίστιξη στην “κινηματογραφική” μουσική, εφόσον δημιουργεί ατμόσφαιρα στην αλληλουχία επεισοδίων. Είναι, θα λέγαμε, η δομή που δίνει ρυθμό σε ολόκληρη την παράσταση. Ο πληθωρικός Κώστας Σαντάς ενσαρκώνει με απίστευτη ένταση και μέγιστη υποκριτική δεινότητα τον εκκεντρικό Ντε Σαντ, τον βασικό χαρακτήρα του έργου. Δίνει αστείρευτη ενέργεια στη σκηνή και τροφοδοτεί γενναιόδωρα τους θεατές με αφορμές για φιλοσοφικούς διαλόγους χρησιμοποιώντας σαρδόνιο χιούμορ και τη γνωστή μηδενιστική, ατομιστική προβληματική τού ήρωα που υποδύεται. Ο Δημήτρης Σιακάρας , ένας Μαρά επαναστάτης με αιτία, ένας μπερδεμένος χαρακτήρας, δωρίζει στο κοινό και στην παράσταση μια πολυδιάστατη ερμηνεία. Βασανίζεται από τις μνήμες, κατατρύχεται από την απογοήτευση για την αποτυχία της επανάστασης κι ας επαίρεται φωνάζοντας «εγώ είμαι η επανάσταση» και υποφέρει από την παράξενη ασθένεια της δερματοπάθειας που τον έχει εγκλωβίσει σε μια μπανιέρα γεμάτη νερό. Καθηλώνει το κοινό. Η Μαριάννα Πουρέγκα, ως Σαρλόττα Κορνταί, προσεγγίζει τη σκέψη να σκοτώσει τον Μαρά με σαγήνη. Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει πώς θα τον σκοτώσει είναι γεμάτος ερωτισμό. Θεωρεί τη δολοφονία του Μαρά ως μια πράξη που θα απελευθερώσει την ανθρωπότητα. Κάποτε έβρισκε τις ιδέες του Μαρά ελκυστικές, αλλά κατέληξε απογοητευμένη από το αποτέλεσμα της επανάστασης. Βλέπει τον θάνατό του ως το πρώτο βήμα σε μια νέα επανάσταση. Κοντά στο τέλος, οραματίζεται τον δικό της θάνατο στη λαιμητόμο. Ο Δημήτρης Τσιλινίκος είναι ο Κουλμιέ, ο διευθυντής του ψυχιατρείου συνοδευόμενος από την απαστράπτουσα διευθύντρια και σύζυγό του Γιολάντα Μπαλαούρα, ο οποίος με άφθονο νεύρο κινείται επιδέξια στη σκηνή και διακόπτει τη δουλειά του Ντε Σαντ για να επιβληθεί στο πείραμα της δραματοθεραπείας, ενώ παροτρύνει σαδιστικά τις νοσοκόμες να τιμωρήσουν με βία τους «επαναστάτες» ασθενείς στο φινάλε. Ο Ορέστης Παλιαδέλης ερμηνεύει πειστικά τον Ντυπερρέ. Λάγνος, ειριστικός με τις γυναίκες, δείχνει μια ικμάδα μετάνοιας, λίγο πριν τον φόνο του Μαρά, παρότι ήταν υπέρμαχος της ιδέας. Η εξαιρετική ΄Αννη Τσολακίδου έχει τον πρέποντα ερωτισμό ως Σιμόνη Εβράρ, μετρέσα του Μαρά αλλά και την απαιτούμενη τρυφερότητα. Ο Ζακ- Ρου του Δημήτρη Μορφακίδη υποστηρίζεται από τον έμπειρο ηθοποιό με πάθος και μαχητικότητα και πολεμά τη μισαλλοδοξία της εκκλησίας με το ίδιο σθένος που την υπηρετούσε στο παρελθόν. Οι τέσσερις τραγουδιστές: Αριστοτέλης Ζαχαράκης, Σοφία Καλεμκερίδου, Νίκος Καπέλιος, Νίκος Κουσούλης, είναι ο Χορός, είναι τα μουσικά ιντερμέδια, είναι οι μελωδικοί αφηγητές, είναι το “λυσάρι” για τους θεατές. Εξαιρετικοί όλοι τους. Ο Θάνος Φερετζέλης, ως Τελάλης, πρωτοστατεί στη σκηνή, κινεί τα νήματα όσων κρέμονται από το στόμα του, εξηγεί και διακωμωδεί. Πλούσια κωμική φλέβα, αίλουρος στην κίνηση και με ιδιαίτερα βαθύ, καθαρό μέταλλο φωνής, ένας εξαιρετικός comedic relief. Άξιοι επαίνου όλοι οι ηθοποιοί του Κ.Θ.Β.Ε. που ενώνουν τις φωνές τους, το ταλέντο τους κι ερμηνεύουν τους «τρελούς» ασθενείς του ιδρύματος και τις νοσοκόμες – επιστάτριες, σαν ένα καλοκουρδισμένο και εκπαιδευμένο σύνολο που απλώνει γενναιόδωρα στη σκηνή το σκηνοθετικό όραμα. Σ’ αυτή την αναπαράσταση των συνεπειών της Γαλλικής Επανάστασης η σκηνοθεσία ακολουθεί τον συγγραφέα, ο οποίος επικεντρώνεται στο δίπολο φτωχός- πλούσιος και στα συνακόλουθα μέσα σε μια μικροδομή ενός φρενοκομείου κι εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ταξική σύγκρουση και τη δύναμη της εκκλησίας στη Γαλλία του 18ου αιώνα. Όμως, τοποθετείται και στην τρέχουσα επικαιρότητα, επειδή η ανισότητα στην ανθρωπότητα πρυτανεύει μόνιμα, ο διαχωρισμός «λαός και Κολωνάκι» είναι διαχρονικός και σήμερα υφίσταται μεταλλαγμένος σε προνομιούχους ακολούθους δογμάτων και σε κοινωνικά απόκληρους ή ιδεολογικά απείθαρχους στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης Σκηνοθεσία- Κίνηση: Κοραής Δαμάτης Σκηνικά: Ανδρέας Βαρώτσος Κοστούμια-Γλυπτικές μάσκες: Άννα Μαχαιριανάκη Μουσική: Δήμητρα Γαλάνη Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος Μουσική διδασκαλία: Χρύσα Τουμανίδου Α΄ Βοηθός σκηνοθέτη: Αντρέας Κουτσουρέλης Β΄ Βοηθός σκηνοθέτη: Χριστόφορος Μαριάδης Βοηθός ενδυματολόγου: Δανάη Πανά Βοηθός κινησιολόγου: Ευανθία Σωφρονίδου Υπεύθυνη φροντιστηριακού υλικού: Χαρά Αργυρούδη Βοηθός φωτιστή: Στάθης Φρούσσος Οργάνωση παραγωγής: Εύα Κουμανδράκη Φωτογράφιση παράστασης: Τάσος Θώμογλου Σχεδιασμός δημιουργικού: Σιμώνη Γρηγορούδη Παίζουν: Κώστας Σαντάς: Μαρκήσιος Ντε Σαντ Δημήτρης Σιακάρας: Ζαν Πωλ Μαρά Άννη Τσολακίδου: Σιμόνη Εβράρ Μαριάννα Πουρέγκα: Σαρλόττα Κορνταί Ορέστης Παλιαδέλης: Ντυπερρέ Δημήτρης Μορφακίδης: Ζακ Ρου Θάνος Φερετζέλης: Τελάλης Δημήτρης Τσιλινίκος: Κουλμιέ Γιολάντα Μπαλαούρα: Κυρία Κουλμιέ Τραγουδιστές: Αριστοτέλης Ζαχαράκης, Σοφία Καλεμκερίδου, Νίκος Καπέλιος, Νίκος Κουσούλης. Ασθενείς: Λευτέρης Αγγελάκης, Λουκία Βασιλείου, Μάνος Γαλανής, Ελένη Γιαννούση, Γιάννης Γκρέζιος, Λευτέρης Δημηρόπουλος, Στέλιος Καλαϊτζής, Γιάννης Καραμφίλης, Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, Χρήστος Μαστρογιαννίδης, Μαρία Μπενάκη, Χρίστος Νταρακτσής, Σταυριάνα Παπαδάκη, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Κατερίνα Σισίννι, Ευανθία Σωφρονίδου, Φωτεινή Τιμοθέου, Νίκος Τσολερίδης. Συμμετέχουν επίσης: Τίμος Αρχοντίδης, Δημήτρης Δανάμπασης, Ευάγγελος Δρούγκας, Κατερίνα Ζησκάτα, Αλέξανδρος Καλτζίδης, Χρυσοβαλάντης Νέστωρας, Θεοχάρης Παπαδόπουλος.
Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Τηλέφωνο: 2315200012 Παραστάσεις: Τετάρτη, Κυριακή (19.00), Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο (21.00). Προπώληση: www.ntng.gr | VIVA.GR | 11876 |WIND Κεντρικό Εκδοτήριο Βασιλικού Θεάτρου: Δευτέρα – Κυριακή (08:30-21:30) Εκδοτήριο ΕΜΣ: Τετάρτη- Κυριακή (14.00- 22.00) Εκδοτήριο Μονής Λαζαριστών: Τετάρτη- Κυριακή (14.00- 22.00) Εκδοτήριο ΚΘΒΕ Πλατείας Αριστοτέλους: Τρίτη- Σάββατο (11:00-19:00) Γενική είσοδος: 13€ Άνω των 65 ετών: 10€ Εκπτωτικό Εισιτήριο 8€ (θέσεις Α’ εξώστη, Φοιτητικό/ πολύτεκνοι) – Θέσεις Β’ Εξώστη 5€ Ομαδικό εισιτήριο (για κρατήσεις άνω των 10 ατόμων): 8€. Απαραίτητη η προαγορά των εισιτηρίων, κατόπιν τηλεφωνικής κράτησης (Δευτέρα- Παρασκευή, πρωινές ώρες). Άνεργοι: 5€ ΑΜΕΑ: Δωρεάν με έκδοση εισιτήριου από τα ταμεία έως και 2 ώρες πριν από την παράσταση αυστηρά, με την επίδειξη σχετικής κάρτας. Ατέλειες: Δωρεάν 10 θέσεις ανά παράσταση με έκδοση εισιτήριου από τα ταμεία έως και 2 ώρες πριν από την παράσταση αυστηρά *Οι σκηνές του ΚΘΒΕ λειτουργούν ως covid free χώροι για θεατές που έχουν εμβολιαστεί και με τις δύο δόσεις του εμβολίου κατά της COVID-19 ή έχουν νοσήσει εντός του τελευταίου εξαμήνου. Για την είσοδό σας στην παράσταση είναι απαραίτητη η επίδειξη πιστοποιητικού πλήρους εμβολιασμού, είτε πιστοποιητικού νόσησης καθώς και πιστοποιητικού ταυτοπροσωπίας (αστυνομική ταυτότητα, διαβατήριο, δίπλωμα οδήγησης). H προσέλευση ανηλίκων (από 12 και άνω) προϋποθέτει την επίδειξη πιστοποιητικoύ εμβολιασμού ή νόσησης και ανηλίκων (από 4 έως 11 ετών) αρνητικού self test με ισχύ 24 ωρών.
|
Τελευταία Ενημέρωση στις Παρασκευή, 03 Δεκέμβριος 2021 19:58 |