Σχετικά άρθρα
ΠΟΙΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΗΝ ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μιχάλης Ταμπούκας |
Κυριακή, 21 Μάιος 2017 09:08 |
Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; του Edward Albee
Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών συνεχίζει τη συνεργασία του με την Βρετανική Πρεσβεία και το Βρετανικό Συμβούλιο και διασυνδέει το κοινό της Αθήνας με το θεατρικό κέντρο της Ευρώπης, πραγματοποιώντας στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών απευθείας μετάδοση από το Εθνικό θέατρο της Αγγλίας της παράστασης "Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ" του Έντουαρτ Άλμπι. Η Martha και ο George επιστρέφουν σπίτι γύρω στις 2.00 πμ μετά το τέλος ενός πάρτι των σχολών του πανεπιστημίου, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Λίγο αργότερα υποδέχονται ένα άλλο ζευγάρι νεοφερμένων στην περιοχή, τον Nick και τη Honey, το οποίο προσκάλεσε η Martha από τους καλεσμένους του πάρτι. Καθώς η ώρα περνά (και) με αρκετά ποτά, ο Nick και η Honey έρχονται αντιμέτωποι με μία πραγματικότητα προηγουμένως παντελώς άγνωστη για αυτούς, με δυσδιάκριτα όρια ως προς την ψευδαίσθηση μέσω των απρόβλεπτων (αντι)δράσεων των οικοδεσποτών τους. Η αντιστροφή των θέσεων στον αντικατοπτρισμό τους μέσω του Peter και του Jerry στο πρώτο μονόπρακτο του Albee «Η Ιστορία του Ζωολογικού Κήπου» το 1958 έχει πάρει τώρα τη μορφή των σχέσεων που ρημάζουν περισσότερους ανθρώπους σχηματίζοντας έτσι ένα ευρύτερο πεδίο στο περιεχόμενο της υπόστασης του δράματος. Στο πρώτο του έργο, ο Albee εισήγαγε στην αμερικανική δραματουργία στοιχεία του ευρωπαϊκού Θεάτρου του Παραλόγου, που γεννήθηκε από τη μεταπολεμική κρίση αξιών. Στοιχεία που συνέθεσε με το μοναδικό του πρίσμα, ξεκινώντας από τη βάση της τραγωδίας και περνώντας μέσω του προγενέστερου ψυχολογικού δράματος στον 20ό αιώνα. Στο «Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» ο Albee στριφογυρίζει το νόμισμα του μεταπολεμικού «Αμερικανικού Ονείρου» σε έναν φρενήρη χορό παθών και χαμένων (προ)οπτικών με τα ζευγάρια ως τις δύο όψεις του. Το παράλογο έχει βιωθεί ως ρεαλιστική συνείδηση. Ο θρήνος στη μάσκα της τραγωδίας όταν αντιστρέφεται προβάλλεται ως το χαμόγελο στην αντίστοιχη της κωμωδίας. Εδώ η κόψη του ξυραφιού έχει χαράξει τα ίχνη της σε όλα τα πρόσωπα και οι διαφορές του Ιανού είναι απλά παραλλαγές του στον καθρέφτη της μάσκας του. Ο Albee φωτίζει τους ρόλους με τις λέξεις τους στέρεες σαν τα καρφιά των σταυρών τους. Ο James Macdonald εμπνέει το πνεύμα του κειμένου σε κάθε πτυχή των διαστάσεών του με γόνιμη έμπνευση, καίρια γνώση και μοναδική ευαισθησία στη σκηνοθεσία του στο Harold Pinter Theatre στο Λονδίνο. Η Martha ερμηνεύεται από μία πολύ μεγάλη κυρία της υποκριτικής: την Imelda Staunton. Από τις καταλυτικές της εκρήξεις στις ευάλωτες φωτοσκιάσεις της που διεισδύουν στις αισθήσεις μέσα από κάθε φλέβα, η Staunton αναδεικνύει τις αποχρώσεις της Martha σε ένα μοναδικό μέγεθος παλέτας, που μου είναι πρακτικά σχεδόν δύσκολο να φανταστώ πλέον άλλη ηθοποιό στον ρόλο. Βλέποντάς την θυμήθηκα για άλλη μία φορά τα λόγια του Marlon Brando όταν είπε ότι όποιος δοκίμαζε να παίξει τον πλοίαρχο Bligh και τον Κουασιμόδο μετά τον Charles Laughton και τον κύριο Chips μετά τον Robert Donat θα ήταν τρελός ή όταν ανέφερε τον John Hurt ως Καλιγούλα. Όσο υπερβολικό και να ακούγεται, αυτό που είπα κάπου μοιάζει (έστω τρόπος του λέγειν) έως ενός σημείου αναπόφευκτο όταν μιλάμε για την εύφορη γενναιοδωρία τέτοιων ηθοποιών. Επίσης αντιμετωπίζω το ίδιο με την ενσάρκωση του George. Ο Conleth Hill είναι ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της εποχής μας με ποιότητες πλήρεις εμβρίθειας, ιδιοφυΐας και γοητευτικής μοναδικότητας. Το 2011 στον «Βυσσινόκηπο» του Άντον Τσέχωφ σε μία διασκευή του Andrew Upton, τον είχα δει ως τον καλύτερο Λοπάχιν που θα μπορούσα να έχω δει ποτέ. O George του στοιχειώνει τη μνήμη ανεπανάληπτα. Ο Luke Treadaway ως Nick και η Imogen Poots ως Honey είναι επίσης εξαίσιοι και λαμπροί καθώς έρχονται απότομα και απροσδόκητα αντιμέτωποι με τη ματαίωση των συμβάσεων στην αντανάκλαση μίας επόμενης μέρας ίσως και πιο σκληρής από εκείνης του George και της Martha. Όποιος μπορεί να δει ετούτο το θεατρικό διαμάντι, δεν πρέπει να το χάσει για κανέναν λόγο.
Σκηνοθεσία: James Macdonald Διανομή: Imelda Staunton (Marta), Conleth Hill (George), Luke Treadaway (Nick), Imogen Poots (Honey). Μέγαρο Μουσικής Αθηνών Βασιλίσσης Σοφίας και Κόκκαλη 1 Τηλέφωνο: 210 7282333 Εισιτήρια:15 ευρώ, 8 ευρώ (φοιτητικά) Διάρκεια: 3 ώρες με δύο διαλείμματα Η προβολή της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας γίνεται στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη, συνοδεύεται από ελληνικούς υπότιτλους (μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ) και ενδείκνυται για άτομα άνω των 12 ετών. Παραστάσεις μέχρι 27 Μαΐου Πληροφορίες: Who's Afraid of Virginia Wolf | Harold Pinter Theatre
|