Σχετικά άρθρα
Η ΚΥΡΙΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Τετάρτη, 27 Ιούλιος 2016 15:41 |
Η κυρία της νύχτας του Γιάννη Μαρή Σ’ ένα πολύ ιδιαίτερο χώρο που προσφέρεται για εικαστικές παρεμβάσεις, μια ατμοσφαιρική εσωτερική αυλή στην καρδιά της Αθήνας στο Γκάζι, ανέβηκε αυτό το δραματοποιημένο αστυνομικό δράμα του Μαρή, σε περιβάλλον αισθητικά ενδιαφέρον, επιμελημένο από τον Παντελιδάκη, ενώ στους εσωτερικούς χώρους του έδρασαν δημιουργώντας καλαίσθητα επί μέρους εικαστικά περιβάλλοντα, επτά ακόμα καλλιτέχνες. Το κείμενο, χωρίς ουσιαστική δραματοποίηση στην πραγματικότητα αλλά μέσω του απλού μηχανισμού της αφήγησής του με παρέμβαση των διαλόγων, διαθέτει όλα τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μειονεκτήματα του λόγου του συγγραφέα του. Υπάρχει πλοκή, εντάσεις, κορυφώσεις, ποιητικοί σχολιασμοί, εύγλωττες αναλύσεις χαρακτήρων, υπάρχει ταυτόχρονα μια υπερβολική γλαφυρότητα που καταλήγει περιγραφική, μια καταγραφή της εποχής μέσα από επιφανειακά μοτίβα, μια σχηματική αναδίπλωση των δράσεων και των συγκρούσεων, μια ρομαντική, επιφανειακή ματιά στα δρώμενα και στις επιπτώσεις τους. Η Λιάνα Περέζ είναι μια σκοτεινή γυναίκα, μια femme fatale (κατά την Ελληνική της πάντα εκδοχή) η οποία έρχεται από το παρελθόν αποφασισμένη να πάρει εκδίκηση για ένα παλιό έγκλημα που ανέτρεψε ολοσχερώς τη ζωή της καταστρέφοντας όσους αγαπούσε. Αιφνιδιάζει τους εχθρούς της είτε οδηγώντας στην καταστροφή αγαπημένα τους πρόσωπα, είτε προκαλώντας τους οικονομικό όλεθρο, με μοναδικό όπλο την ίδια τη σκοτεινή γοητεία της. Τους παρασύρει στα δίχτυα της, ναρκώνοντας, με τον έρωτα που τους εμπνέει, το μέχρι τότε ισχυρό ένστικτο αυτοσυντήρησης που διέθεταν. Σε μια διεφθαρμένη κοινωνία, πολύ ανάλογη της δικής μας, εκείνοι που κατέχουν πλούτο κι εξουσία, παίζουν με τις ζωές των ανθρώπων ως τη στιγμή που συνθήκες θα ανατραπούν από το καταχθόνιο πια θύμα τους κι οι ισχυροί θα εξαναγκαστούν να έρθουν αντιμέτωποι με τις πράξεις τους. Όμως αυτή η ιδιαίτερη συνθήκη αυτοδικίας, απονέμει δικαιοσύνη με σκληρό τίμημα αφού μαζί με τους εχθρούς της, η Περέζ θα οδηγηθεί κι η ίδια στην δυστυχία και τον θάνατο, χάνοντας ότι πιο πολύτιμο, την αθωότητα και την καθαρότητα της ψυχής της, μια ποιότητα ηθική που θα την έκανε αποδεκτή στον μόνο άντρα που έχει αγαπήσει. Γίνεται τόσο αιμοδιψής όσο κι οι αντίπαλοί της καταλήγοντας να τους μοιάζει περισσότερο κι από τα είδωλα τους στον καθρέφτη της αυτογνωσίας. Η εκδίκηση έχει μια πικρή γεύση όπως λέει κι ο συγγραφέας και το αναμενόμενο φινάλε οδηγεί την σκοτεινή ηρωίδα σε μια διπλή συνθήκη. Ολοκληρώνει την εκδίκησή της με αντίτιμο τον ίδιο τον εαυτό της. Η παράσταση είναι ατμοσφαιρική, όμορφα φωτισμένη, με τις δράσεις να αναπτύσσονται σε απρόσμενους χώρους και το κείμενο να υπηρετείται τόσο όσο και να σχολιάζεται. Η παρουσία του συγγραφέα στο πλευρό των ηρώων του, αναπτύσσει εσωτερικά τους χαρακτήρες, ολοκληρώνει τις δράσεις και μεταδίδει την ουσία του κειμένου χωρίς ωστόσο σκηνοθετικά να ανατρέπει το προσδοκώμενο και να δημιουργεί μια πρωτότυπη συνθήκη. Δεν ορίζει μέσα από αυτή τη σκηνοθετική γραμμή ο συγγραφέας τις δράσεις, απλά τις καταγράφει κι έτσι δεν αξιοποιείται πλήρως η παρουσία του. Αντιθέτως οι εξωτερικοί χώροι του θερινού Gazarteέχουν αξιοποιηθεί θαυμάσια καθώς οι δράσεις μετακινούνται σε θέσεις με ιδιαίτερο ενδιαφέρον εικαστικό και αισθητικό. Οι εσωτερικοί χώροι όμως παραμένουν εντελώς ανεκμετάλλευτοι και ως επί το πλείστον αποκομμένοι από τις δράσεις. Αφού το κοινό μετακινείται στη διάρκεια της παράστασης έτσι κι αλλιώς, θα μπορούσαν να έχουν αξιοποιηθεί πολύ περισσότερο. Το τιμ των ηθοποιών παρουσιάζει υποκριτικές ανισότητες. Δώδεκα άτομα με διαφορετικές υποκριτικές ποιότητες και επίπεδα που δεν συντονίστηκαν μεταξύ τους και λειτούργησαν αυτόνομα χωρίς εσωτερικούς δεσμούς και χωρίς να αποδίδουν στην πλειοψηφία τους, την noir ατμόσφαιρα του έργου και την αίσθηση απειλής και μυστηρίου. Η σκηνοθεσία αρκέστηκε στην τοποθέτηση και κίνηση των ηθοποιών στους χώρους χωρίς να δώσει ιδιαίτερο βάρος στην ερμηνευτική τους απόδοση και χωρίς να επιχειρεί να αναδείξει τις κρυμμένες πτυχές των χαρακτήρων οι οποίες μας φανερώθηκαν μόνο από τον αφηγηματικό λόγο. Η Λίνα Σακκά στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Περέζ δεν διαθέτει τα ερμηνευτικά, κινησιολογικά και φωνητικά προσόντα που θα αναδείκνυαν την ηρωίδα του Μαρή και δεν είναι σε θέση να αποδώσει το δεύτερο επίπεδο του ρόλου, το σαρκαστικό χιούμορ, την άπιαστη γοητεία και τον εσωτερικό βασανισμό της σκοτεινής κυρίας της νύχτας. Ξεχωρίζω τον Μελέτη Γεωργιάδη που ανέδειξε με συνέπεια και τον ρόλο του και την εποχή, προσφέροντας μας έναν ήρωα με υπόσταση, τον Δημήτρη Δεγαΐτη που μας παρέδωσε έναν εύγλωττο, πλούσιο σε αποχρώσεις χαρακτήρα πιο ενδιαφέροντα κι από τον «από γραφής» υπάρχοντα και τον Δημήτρη Καραμπέτση που με την ποιότητα της φωνής του, την εκφραστικότητά του και την ερμηνευτική του εμπειρία έπλασε έναν πειστικότατο συγγραφέα-αφηγητή, δημιουργώντας ταυτόχρονα το απαραίτητο σασπένς. Οι μουσικές και τα τραγούδια που διατρέχουν την παράσταση αλλά έχουν ξεκινήσει ήδη πριν την έναρξή της, με προγενέστερες και σύγχρονες του έργου, επιλογές χαρακτηριστικών επιτυχιών, ενδυναμώνουν την νοσταλγία επιτείνοντας την αίσθηση εποχής κάτι που δεν θα μπορούσε κανείς να πει για τα κοστούμια τα οποία έχουν σχεδιαστεί με ένα πιο ελεύθερο πνεύμα, σχολιάζοντας περισσότερο παρά αναπαράγοντας την δεκαετία του -50. Υπάρχουν και κάποιες συνθέσεις ειδικά για την παράσταση οι οποίες λειτουργούν και σαν ιντερμέδια, αποκαλύπτοντας μέσω του στίχου τις βαθύτερες πτυχές του δράματος της ηρωίδας. Η τραγουδίστρια ερμήνευσε με αμηχανία και χωρίς να έχει πλήρως αξιοποιήσει τα φωνητικά της προσόντα, τα τραγούδια, που είχαν ίσως περισσότερες απαιτήσεις από όσες δυνατότητες διέθετε. Οι χορευτές ωστόσο εκτέλεσαν άψογα τις όχι και ιδιαίτερα δύσκολες χορογραφίες τους, αποδίδοντας με αισθαντικότητα και άνεση τα χορευτικά ιντερμέδια. Εξαιρετικά τα μακιγιάζ κι οι κομμώσεις των ηθοποιών. Η παράσταση ωστόσο, ρέει αβίαστα, έχει ενδιαφέρουσες κορυφώσεις και παρουσιάζει ενδιαφέρον για την εικαστική της αρτιότητα, την πρωτότυπη δραματουργία της και την νοσταλγική της ατμόσφαιρα ενώ προσφέρει μια χαλαρή απόλαυση εν μέσω της καλοκαιρινής Αθηναϊκής ραστώνης, διεγείροντας με τις εναλλαγές δράσης και τους σφιχτούς ρυθμούς της τους θεατές χωρίς να τους κουράζει. Ο Γιάννης Μαρής του οποίου το αληθινό όνομα ήταν Ιωάννης Τσιριμώκος γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1916 στη Σκόπελο και πέθανε στις 13 Νοεμβρίου 1979. Έγραψε δεκάδες βιβλία και σενάρια για τον κινηματογράφο και θεωρείται ο πατέρας του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα. Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα και εντάχθηκε στον χώρο των σοσιαλιστών. Συμμετείχε μαζί με τον Ηλία Τσιριμώκο και τον Αλέξανδρο Σβώλο στην ίδρυση της «Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας» (ΕΛΔ), ενώ αργότερα προσχώρησε στο ΕΑΜ. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου ξεκινάει να ασχολείται επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία. Εργάζεται στην εφημερίδα «Μάχη» ως αρχισυντάκτης, σχολιογράφος και κριτικός κινηματογράφου. Μετά τις αποκαλύψεις που κάνει η εφημερίδα για τη Μακρόνησο θα διωχθεί και θα φυλακιστεί. Αποφυλακίστηκε με παρέμβαση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και του Αλέξανδρου Σβώλου. Θα εργαστεί στις εφημερίδες «Προοδευτικός Φιλελεύθερος», «Ελεύθερος Λόγος», «Αθηναϊκή» για να καταλήξει τελικά στο συγκρότημα Μπότση («Ακρόπολις», «Απογευματινή», περιοδικό «Πρώτο»). Ξεκίνησε το συγγραφικό του έργο στις αρχές της δεκαετίας του '50 δημοσιεύοντας σε συνέχειες στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Οικογένεια» το μυθιστόρημά του«Έγκλημα στο Κολωνάκι»(1953), με το οποίο και καθιερώθηκε ως ένας από τους πρώτους συγγραφείς αστυνομικού μυθιστορήματος. Το μυθιστόρημά του αυτό που εκδόθηκε κανονικά λίγο αργότερα από τις εκδόσεις Ατλαντίς θα γνωρίσει τεράστια επιτυχία και έξι χρόνια αργότερα (1959) θα μεταφερθεί με παρόμοια επιτυχία στον κινηματογράφο. Συνεχίζει να γράφει ακούραστα για 25 και πλέον χρόνια αφήνοντας πίσω του πλειάδα αστυνομικών μυθιστορημάτων, περίπου είκοσι σενάρια και δύο θεατρικά. Είχε λάβει μέρος σε δημοσιογραφικές αποστολές στη Κίνα,ΗΠΑ,Ρωσία,Ισπανία,Πορτογαλία, και ανατολικές Χώρες. Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών, ένθερμος οπαδός της ΑΕΚ και μιλούσε επίσης γαλλικά. Υπήρξε πολυμαθέστατος και διέθετε το «χάρισμα του προφορικού λόγου», πήρε μάλιστα μέρος στο ρεπορτάζ για τη διαλεύκανση της δολοφονίας του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη. Αν και εμπορικά επιτυχημένος και δημοφιλής, ο Γιάννης Μαρής υπήρξε παραγνωρισμένος από τους κριτικούς στην εποχή του. Η ενασχόλησή του με το είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος που εντασσόταν, από τους τότε κριτικούς, στην παραφιλολογία, του στέρησε την αναγνώριση ως μεγάλου συγγραφέα. Πολλά χρόνια μετά αναγνωρίστηκε ως κλασικός. Δημιουργός του θρυλικού χαρακτήρα Γεωργίου Μπέκα, χάρισε στην Ελληνική λογοτεχνία έναν ήρωα εφάμιλλο του Μεγκρέ. Τα μυθιστορήματά του διαδραματίζονταν συχνά σε κοσμοπολίτικα μέρη με ήρωες εφοπλιστές, βιομηχάνους και καλλιτέχνες. Ο απλός κόσμος ήταν πάντα σε δεύτερη μοίρα, ενώ η αστυνομική πλοκή και το μυστήριο ήταν το πρόσχημα για να κερδίσει την προσοχή του αναγνώστη. Το πραγματικό ενδιαφέρον του ήταν η δημιουργία ατμόσφαιρας και οι ανθρώπινες σχέσεις. Η επιτυχία των μυθιστορημάτων, που πουλούσαν εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, οδήγησε στη δημιουργία σχολής συγγραφέων και μιμητών. Πολλά από τα έργα του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο, τόσο από τον ίδιο, όσο και μετά τον θάνατό του, δημιουργώντας έτσι το αντίστοιχο του φιλμ νουάρ στο Ελληνικό σινεμά. Μερικές επίσης από τις πιο επιτυχημένες τηλεοπτικές σειρές τόσο της κρατικής όσο και της ιδιωτικής τηλεόρασης βασίστηκαν στα έργα του. Μεταξύ άλλων ιδιαίτερα επιτυχημένη θεωρήθηκε η τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου του Η εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη που διασκεύασε ο συγγραφέας Γιάννης Κανδήλας και προβλήθηκε στην ΕΤ1 το 1985. Η σειρά παρουσιάστηκε αρκετές φορές σε επανάληψη. Πολλά βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες. Το μυθιστόρημα "Η κυρία της νύχτας" δημοσιεύτηκε το 1955 στην εφημερίδα «Ακρόπολις» σε συνέχειες και χαρακτηρίστηκε ως αισθηματικό θρίλερ. Η ηρωίδα, μια μοιραία γυναίκα της δεκαετίας του -50 με το όνομα Λιάνα Περέζ,εμφανίζεται από το πουθενά αναστατώνοντας, την κοσμική κοινωνία τηςΑθήνας.
Θεατρική μεταφορά-σκηνοθεσία: Φρόσω Λύτρα Σκηνογραφία: Μανόλης Παντελιδάκης Πρωτότυπη μουσική: Μιχάλης Νιβολιανίτης και Αλέξανδρος Χρηστάρας Σχεδιασμός κοστουμιών: Νίκος Χαρλαύτης Φωτογραφία και μακιγιάζ: Αχιλλέας Χαρίτος Χορογραφία: Αλέξης Φουσέκης Παραγωγή: Ομάδα naan Παίζουν οι ηθοποιοί: Λίνα Σακκά, Δημήτρης Καραμπέτσης, Δημήτρης Γεωργαλάς, Μελέτης Γεωργιάδης, Δημήτρης Δεγαΐτης, Δημήτρης Κυρατσούδης, Γιάννης Σοφολόγης, Ηλιάννα Γαϊτάνη, Αναστασία Χατζάρα, Χριστόφορος Μπαρμπαγιάννης, Αλέξης Φουσέκης. Τραγουδά η Μαριλού Κατσαφάδου. Χορεύουν: Έλενα Κέκκου, Αλέξης Φουσέκης. Εικαστικοί καλλιτέχνες: Βασίλης Πέρρος, Έλενα Παπαδημητρίου,Εύα Νάθενα,Τάσος Λιακόπουλος, Έφη Σκαρβελάκη, Λαμπρινή Μποβιάτσου, Μανόλης Παντελιδάκης, Μαρίνα Μαργέλου. Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρκέλα Τζαχρήστα
Βουτάδων 16 (Στάση Μετρό Κεραμεικός) Τηλέφωνο 210 3460347 Διάρκεια : 80’ Ώρα έναρξης: 21:45 Από 22 Ιουνίου έως 29 Ιουλίου κάθε Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη και Κυριακή στις 21:45
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr, gazarte.gr Τιμή εισιτηρίου: 16 ευρώ
|
Τελευταία Ενημέρωση στις Τετάρτη, 27 Ιούλιος 2016 15:53 |