Σχετικά άρθρα
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΓΝΑΔΗΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαριαλένα Κωτσάκη | |||
Σάββατο, 31 Δεκέμβριος 2011 10:44 | |||
Δημήτρης Λιγνάδης
Το ταλέντο δεν έχει Θεό
Λίγες μέρες πριν από τα Χριστούγεννα σ' ένα κλίμα γιορταστικό αλλά και θλιμμένο μαζί, συναντηθήκαμε με τον κύριο Λιγνάδη στο καμαρίνι του, στο θέατρο «Βρετάνια». Τελευταίες παραστάσεις του «Αμαντέους» στην Αθήνα κι η συζήτηση ξεκίνησε με το έργο αυτό που αγαπήθηκε τόσο απ' το κοινό. Για να ανακαλύψω σύντομα πως οι πτυχές αυτής της ιστορίας διαπερνούν την ζωή μας θέτοντας νέα ερωτήματα στα οποία το ταλέντο, ο έρωτας και το μίσος, η νιτσεϊκή αναμέτρηση με το Θείο κι η πίστη σε αντιπαράθεση με την συναλλαγή ήταν τα πιο κρίσιμα. Ο κύριος Λιγνάδης μίλησε επίσης για την συνεργασία του με τον ταλαντούχο Παπακαλιάτη, για τα μελλοντικά του σχέδια και για το τι θα ήθελε να αλλάξει στο σύστημα της θεατρικής παιδείας στη χώρα μας. Μια συνέντευξη-συζήτηση που με έκανε να αντικρύσω πιο αισιόδοξα και πιο φιλοσοφημένα το ζοφερό τοπίο γύρω μου.
Με ποια κριτήρια επιλέξατε να ανεβάσετε το έργο «Αμαντέους»;
Κάθε δημιουργός φαντασιώνεται να ανεβάσει πολλά έργα, αλλά πρέπει να προκύψουν οι επαγγελματικές συγκυρίες. Το «Αμαντέους» δεν με ενθουσίαζε μόνο ως έργο αλλά ήθελα να προκύψει και η κατάλληλη συνεργασία, γιατί το θέατρο είναι κυρίως συλλογική δουλειά. Από τη στιγμή λοιπόν που δέχτηκε ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης, τον οποίο είχα φανταστεί ως ιδανικό Αμαντέους, τα υπόλοιπα πήραν το δρόμο τους. Είναι η συνύπαρξη, οι κατάλληλοι άνθρωποι, την κατάλληλη στιγμή με το κατάλληλο έργο. Τι σας γοήτευσε στο ρόλο του Σαλιέρι;
Με γοήτευε και ο ρόλος του Σαλιέρι και ο ρόλος του Αμαντέους. Πάντα όμως μου αρέσουν περισσότερο οι ρόλοι που χρειάζονται μια προσπάθεια επί σκηνής για να δικαιωθούν, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Σαλιέρι ή στον «Οθέλλο» του Σαίξπηρ, ο Ιάγος, δηλαδή οι λεγόμενοι «κακοί» ρόλοι του θεάτρου.
Όλο το στοίχημα λοιπόν είναι να υπάρξει μια δικαίωση για τον Σαλιέρι;
Το στοίχημα πάντα είναι να φωτίσουμε όλες τις πλευρές ενός ρόλου αλλά και τα ερωτήματα που προκύπτουν μέσα από τη σύγκρουση- συνύπαρξη αυτών των δύο ρόλων Αμαντέους- Σαλιέρι, όχι με ακαδημαϊκό τρόπο, αλλά μέσα από την μυθοπλασία, το παραμύθι… Κι όπως συνήθως συμβαίνει, τα παραμύθια είναι τα πιο σοβαρά αφηγήματα. Πιστεύω πως είναι ένα πολύ επίκαιρο έργο, γιατί θέτει ανάγλυφα το ερώτημα της μετριότητας, και ζούμε σε μια εποχή μετριότητας, όπου έχουμε ανάγκη να εξυψώνουμε ανθρώπους που μας μοιάζουν, θέλουμε το "μη ηρωικό", το μέτριο, τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας. Αυτό που δεν θα με κομπλεξάρει, εμένα ως θεατή, και θα νιώσω άνετα, οικεία. Δεν ζούμε στην εποχή των μύθων αλλά στην εποχή της «μετριολαγνείας». Μέσα στο έργο αναφέρεται πως το ταλέντο του Μότσαρτ, είναι ο δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στο Θεό και τους ανθρώπους, εσείς τι πιστεύετε για αυτό;
Πιστεύω ότι το ταλέντο είναι ένα χάρισμα, που δίνει ο Θεός μια υπέρτερη, ανεξήγητη διονυσιακή δυνατότητα. Είναι "εν δυνάμει" το ταλέντο, περικλείει την δημιουργία, την τέχνη, αλλά προϋποθέτει προσωπική δουλειά. Αν δεν καλλιεργηθεί, δεν θα γίνει δύναμη, θα παραμείνει δυνατότητα. Πρέπει να «εκκολαφθεί».
Πιστεύετε, όπως ισχύει και στην περίπτωση του Μότσαρτ, πως το ταλέντο μπορεί να αναγνωρισθεί μετά από πολλά χρόνια;
Φυσικά, αυτή άλλωστε είναι και η «κατάρα» των ηθοποιών, γιατί όλες οι υπόλοιπες τέχνες αφήνουν αποτυπώματα και μπορούν να εκτιμηθούν μεταγενέστερα, αλλά η υποκριτική γεννιέται και πεθαίνει την ίδια στιγμή, σαν τη ζωή της πεταλούδας. Γι' αυτό ο ηθοποιός βιάζεται να αναγνωριστεί και να ικανοποιήσει τη φιλοδοξία του, όσο μπορεί πιο γρήγορα. Το ίδιο ερώτημα θέτει και η παράσταση, αν το ταλέντο ταυτίζεται με την αρετή. Ο Σαλιέρι πιστεύει στο Θεό και τηρεί κατά γράμμα τις εντολές Του. Κι ωστόσο είναι μέτριος μουσικός και το ταλέντο χαρίζεται απλόχερα σε κάποιον άλλον. Άρα αφού το ταλέντο δεν έχει καμία σχέση με την αρετή, αυτό σημαίνει πως δεν έχει Θεό. Για αυτό και ο Σαλιέρι τελικά στρέφεται εναντίον του Θεού.
Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε, όταν το διασκευάσατε; Στο θεατρικό έργο του Πίτερ Σάφερ υπάρχουν ατελείωτοι μονόλογοι σύμφωνα και με την αισθητική της δεκαετίας του -70 που γράφτηκε κι επιπλέον είναι διανθισμένοι με μουσικές του Μότσαρτ, πολύ εξειδικευμένες για «ρέκτες» της κλασσικής μουσικής. Όποτε το απλοποίησα, το συντόμευσα και θεωρώ πως εκσυγχρονίστηκε και έγινε πιο λειτουργικό μέσω της επιλογής κομματιών του Μότσαρτ που είναι πιο γνωστά στο ευρύ κοινό. Γιατί ο πρωταγωνιστής σ’ αυτό το έργο είναι η μουσική του Μότσαρτ και είναι ανώτερη και της σκηνοθεσίας και των ηθοποιών. Πώς θα περιγράφατε τη σχέση Μότσαρτ- Σαλιέρι;
Νομίζω ερωτική με πολλές ψυχοπνευματικές διαστάσεις όπου συνυπάρχουν το πάθος και το μίσος σε τέτοιο βαθμό ώστε την ίδια στιγμή και να αλληλοακυρώνονται. Στο δεύτερο μέρος άλλωστε η διένεξη δεν είναι ανάμεσα στον Σαλιέρι και τον Μότσαρτ αλλά ανάμεσα στον Σαλιέρι και τον Θεό. Ο Μότσαρτ είναι απλώς ο συνδετικός κρίκος. Γι' αυτό νομίζω πως ο Σαλιέρι είναι ένας Νιτσεϊκός ρόλος.
Εσείς πιστεύετε σ' αυτή τη σχέση ανταπόδοσης, ότι δηλαδή κάνουμε το Καλό και περιμένουμε να μας ανταποδοθεί;
Αυτό δεν είναι πίστη, είναι συναλλαγή. Η μόνη ανταπόδοση όταν κάνεις το Καλό ανεξάρτητα από τις δικές σου επιθυμίες, είναι η ψυχική αγαλλίαση που νιώθεις. Αυτό αποδεικνύει πως η έννοια του Καλού ενυπάρχει μέσα μας είτε σε εγρήγορση, είτε σε ύπνωση και όταν την ενεργοποιείς αυτό σου προσφέρει μεγάλη λύτρωση. Δεν πιστεύω όμως πως στο τέλος της ζωής μας γίνεται «ταμείο». Πιστεύω στον ορθόδοξο χριστιανισμό και στη έννοια του Καλού όπως ενυπάρχει στα πλαίσια της θρησκείας.
Μιλήστε μου για την συνεργασία σας με τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη.
Η συνεργασία μου μαζί του είναι μια σπάνια εμπειρία. Είναι ένας ηθοποιός με πάρα πολλές δυνατότητες και ταυτόχρονα ένα πολύ καλό παιδί. Αγαπάει το θέατρο αλλά και τη ζωή στη σωστή δοσολογία κάτι που κι εγώ ανακάλυψα μεγαλώνοντας. Γι' αυτό οι επιλογές μου φροντίζω να γίνονται πάντα με τους όρους που θέλω εγώ, το κάνω για το κέφι μου. Θέλω αν δεν μπορώ να κάνω αυτό που θέλω τουλάχιστον να μπορώ να μην κάνω αυτό που δεν θέλω, να μην επιλέγω αυτό που δεν μ' αρέσει. Με δεδομένη την ισχύουσα οικονομική κατάσταση ο κόσμος επιλέγει να έρχεται στο θέατρο;
Πέρσι ήταν περισσότερος ο κόσμος, δεδομένου ότι δεν είχε ενσκήψει ούτε η οικονομική κρίση, ούτε η εθνική μελαγχολία, ούτε η εθνική ανασφάλεια, όλα αυτά που κάνουν τον κόσμο πολύ πιο κρατημένο, αμήχανο και επιρρεπή σε πιο κωμικά θεάματα. Είμαι ωστόσο πολύ ικανοποιημένος κι από την προσέλευση κι από την ανταπόκριση του κόσμου. Νομίζω πως ο κόσμος δεν θα σταματήσει ποτέ να πηγαίνει στο θέατρο γιατί έχει ανάγκη την ψυχαγωγία και την διέξοδο. Πιστεύω ακόμα πως πρέπει να ενημερώσουμε τους νέους για την κατάσταση. Για να αρνηθείς κάτι, πρέπει να το γνωρίζεις.
Αν μπορούσατε να επεμβαίνατε στα θεατρικά δεδομένα της χώρας, τι θα αλλάζατε;
Το εκπαιδευτικό σύστημα των ηθοποιών. Τις δραματικές σχολές. Είναι πολλές κι ασύδοτες και δημιουργούν έναν εσμό αστοιχείωτων ηθοποιών που κάνουν κακό και στο θέατρο και στον εαυτό τους.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Θα σκηνοθετήσω μια οπερέτα, στη Λυρική Σκηνή, την «Εύθυμη χήρα» του Franz Lehár που θα κάνει πρεμιέρα στις 22 Φεβρουαρίου και ίσως το Μάρτιο πάμε με τον «Αμαντέους» στη Θεσσαλονίκη.
|
Σχόλια