Σχετικά άρθρα
ΕΝΚΕ ΦΕΖΟΛΑΡΙ-2011 |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Κυριακή, 06 Νοέμβριος 2011 09:07 | |||
Ένκε Φεζολάρι Μια «παρέλαση» εξαίσια επικίνδυνη Ο ταλαντούχος ηθοποιός δοκιμάζει φέτος για πρώτη φορά τις δυνάμεις του στο στίβο της σκηνοθεσίας και αναλαμβάνει να ανεβάσει στη σκηνή το διαχρονικό έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, το οποίο μέσα από το παρελθόν ξαναζωντανεύει στο παρόν ένα κόσμο ολοκληρωτισμού κι αποξένωσης ο οποίος στην ουσία του μοιάζει να μην έχει αλλάξει ποτέ. Συναντηθήκαμε στο θέατρο του Νέου Κόσμου την παραμονή της πρεμιέρας και μιλήσαμε για το έργο αλλά και για την κατάσταση στη χώρα μας και για όλες αυτές τις ανθρώπινες αγωνίες που άλλοτε μας συντρίβουν κι άλλοτε μας σώζουν.
Ας ξεκινήσουμε με το έργο. Πως ορίζεται η δράση στην «Παρέλαση» όσον αφορά τη σχέση των έγκλειστων ηρώων με το εξωτερικό τους περιβάλλον; Η «Παρέλαση» σχετίζεται με το όνειρο που γίνεται εφιάλτης, η «Παρέλαση» είναι η επιθυμία για ζωή αλλά κι η απειλή του Θανάτου. Τα παιδιά για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο είναι έγκλειστα στο σπίτι. Πρόκειται για πολιτικές ταραχές, πόλεμο, εξαθλίωση, φτώχεια… Δεν ξέρουμε. Πάντως είναι φυλακισμένα κι η μόνη επαφή τους με τον έξω κόσμο είναι ένα παράθυρο ίσως αληθινό, ίσως κατασκεύασμα της φαντασίας τους. Ενώ η ηλικία ορίζεται από την συγγραφέα, θα λέγαμε ότι αυτά τα μικρομέγαλα παιδιά δεν έχουν ηλικία... Γερασμένοι και άλλοτε φρεσκούδια αναμένουν ένα γεγονός-παρέλαση-απελευθέρωση ή εν τέλει φυγή από την πραγματικότητα.... Ίσως και την ίδια την «Πραγματικότητα». Τη «Ζωή» εκεί έξω. Αναμένουν και ευελπιστούν, κυρίως ο Άρης ότι το ιδανικό, η ζωή που δεν ζουν είναι ντυμένη και στολισμένη με τυμπανοκρουσίες, μουσικές, θάμπος και ωραία χρώματα, μια εξαίσια αλληγορία της πόλης. Γιατί η παρέλαση είναι η πόλη που αποφεύγουν να δουν και που στο τέλος εισβάλλει με τα πιο επικίνδυνα χαρακτηριστικά...
Τι υπονοεί η επιθυμία του κοριτσιού για μία αδελφούλα; Νομίζω ότι εδώ υπονοείται περισσότερο από ποτέ η πάλη του θηλυκού με το αρσενικό. Ο αέναος κύκλος διαμάχης ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό, αυτή η σύγκρουση χωρίς τέλος για την οποία έχουν χυθεί τόνοι από μελάνη…
Πως επενεργεί η αόρατη παρουσία του πατέρα; Είναι ένα παιχνίδι ανάμεσά τους, δεν ξέρω αν στη πραγματικότητα υπάρχει πατέρας. Για μένα είναι νεκρός, εκείνοι τον διατηρούν στη ζωή και κυρίως αυτή που επιμένει είναι το κορίτσι, η Ζωή. Στο τέλος φαίνεται ξεκάθαρα, ειδικά στην σκηνή με την αγχόνη πως δεν θέλουν να πεθάνει. Αποφασίζουν κι οι δύο για τελευταία φορά να μην τον δολοφονήσουν μέσα τους. Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που μετατρέπουν την σχέση των δύο αδελφιών σε ανθρωποφαγική; Τα παιχνίδια θανάτου. Παραείναι ποιητικό αυτό ε; (γέλια). Είναι αναγκασμένοι να υπομείνουν ο ένας τον άλλον, δεν έχουν δει άνθρωπο για καιρό. Είναι ενήλικες που βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα άχρονο τοπίο, η σεξουαλική τους ταυτότητα είναι μπερδεμένη, ζουν ανάμεσα σε τέσσερεις τοίχους, μόνοι τους ο ένας με τον άλλον… Αυτός ο κύβος μέσα στο οποίο βρίσκονται παγιδευμένοι, αναπνέοντας συνέχεια τον ίδιο αέρα, δημιουργεί τριβές και ουσιαστικά οδηγεί στην καταπίεση του ενός από τον άλλο. Δεν έχουν καν φίλους, ακόμα και αυτός τον οποίο αναφέρει ο Άρης, μοιάζει να είναι φανταστικός. Αν συνυπολογίσουμε την έλλειψη αγάπης και την απουσία των γονιών μπορούμε να κατανοήσουμε αυτή την λεκτική κι άλλοτε και σωματική βία που ασκεί ο ένας στον άλλον... Πρόκειται για αναπόφευκτες συγκρούσεις, για αγάπη που εύκολα μετατρέπεται σε μίσος λόγω των ασφυκτικά πιεστικών συνθηκών. Και κυρίως είναι ο φόβος, που τρώει τα σωθικά τους.
Ποιο είναι το πολιτικό στίγμα που καθορίζει και την διαχρονικότητα του έργου; Πρόκειται για ένα έργο μετεμφυλιακό κι όμως τόσο επίκαιρο. Αυτό το άχρονο νομίζω, αυτή η περίφραξη, αυτός ο «μη χώρος»... Όλα όσα περιγράφουν τα παιδιά, όλα αυτά που παρακολουθούν να συμβαίνουν έξω, θυμίζουν τα χρόνια της χούντας των συνταγματαρχών, θυμίζουν εξ ίσου το Δ.Ν.Τ. και την οικονομική μας κρίση σήμερα. Βλέπεις τον φόβο του θανάτου, τον φαύλο κύκλο της Ιστορίας που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, τα ανθρώπινα λάθη που επίσης ανακυκλώνονται.
Ανιχνεύεις στη δραματουργία στοιχεία από το θέατρο του παράλογου, τον συμβολικισμό και την Μπρεχτική αποστασιοποίηση; Σίγουρα! Εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ ένα πολιτικό έργο που θέτει ερωτήματα καίρια, που οριοθετεί στάση ζωής, που κινείται στα όρια ενός Μανιφέστου. Επίσης είναι ένα έργο στο οποίο τα πάντα καταλήγουν στο χάος το οποίο και τα έχει γεννήσει. Μπέκετ και Σαρτρ, εμείς αντιμέτωποι με τους άλλους, με την κόλαση που δημιουργούμε και που οι άλλοι δημιουργούν για μας. Είναι ένα τοπίο αυτό το έργο διαποτισμένο από ποίηση, που υποστηρίζεται από σύμβολα και επαναδιαρθρώνει τα αρχέτυπα. Με ποιο τρόπο δόμησες την σκηνοθεσία; Αφήνω τον θεατή να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, τον αφήνω ελεύθερο απέναντι στο έργο και στις προεκτάσεις του. Πάντως το αποτέλεσμα προέκυψε με πολλή δουλειά και χάρη στους συνεργάτες και στα παιδιά μου, τους δύο ηθοποιούς μου.
Ποιο είναι κατά την γνώμη σου το κυρίαρχο αίσθημα του έργου; Ο φόβος, εμείς, οι άλλοι, η ιδιώτευση κι η έλλειψη αγάπης.
Επιλέγοντας το θέατρο σαν μέσο έκφρασης ποια πλεονεκτήματα και ποια μειονεκτήματα έχεις αντιληφθεί; Το θέατρο με έχει κάνει και συνεχίζει να με κάνει καλύτερο άνθρωπο κι αυτό είναι σπουδαίο πλεονέκτημα. Το μόνο μειονέκτημα που θα επισήμαινα είναι η ηλιθιότητα και η έλλειψη παιδείας που συναντάμε μερικές φορές στο χώρο μας.
Ποιοι υπήρξαν οι πιο σπουδαίοι σου δάσκαλοι στην καλλιτεχνική σου πορεία;
Η Ρούλα Πατεράκη, η Σωτηρία Λεονάρδου, ο Σίμος Κακκάλας, ο Βουτσινάς με τον οποίο είχαμε μεγάλη κόντρα… και η Μητέρα μου. Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σου καθώς πλησιάζει η μέρα της πρεμιέρας; Τι θα πει η μαμά μου, πως θα της φανεί.
Πόσες δυνατότητες βιοπορισμού υπάρχουν για όσους δουλεύουν στο θέατρο στις μέρες μας; Ελάχιστες έως καθόλου. Όσο περνούν οι μέρες και βλέπουμε αυτές τις ραγδαίες εξελίξεις τόσο δυσκολεύει η κατάσταση. Ανέκαθεν το θέατρο και γενικότερα η τέχνη αντιμετωπίζονταν σαν είδος πολυτελείας. Από εκείνους που θέλουν σήμερα να υπηρετήσουν την τέχνη απαιτείται πειθαρχεία και να ξεχνάς τις πολυτέλειες που ο υπόλοιπος κόσμος γεύεται. Ξέρουμε όλοι ότι αυτός ο δρόμος δεν έχει επιστροφή, ότι δύσκολα φεύγεις απ’ το θέατρο γιατί σε ανταμείβει με ψυχικά ταξίδια και πνευματικά αγαθά αλλά η ενασχόληση με τα υλικά πάει περίπατο οπότε για το φως, το νερό και το ρεύμα καταλήγεις συνήθως να δουλεύεις στα μπαρ. Ουσιαστικά είναι καλογερική η τέχνη του ηθοποιού… Φυσικά αυτό δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως μίζερο αλλά ως μια πραγματικότητα ειδικά τώρα με την οικονομική κρίση. Αλλά σάμπως και πριν εμείς οι ηθοποιοί τα ίδια θέματα δεν είχαμε; Σ’ αυτό τον πόλεμο ανέκαθεν βρισκόμασταν. Πόσους ηθοποιούς να απορροφήσει το Εθνικό θέατρο, πόσοι μπορούμε να δουλεύουμε με κανονικά συμβόλαια; Οπότε προχωράμε σαν κατσαρίδες.
Ποια είναι η γνώμη σου για την θεατρική παιδεία στην Ελλάδα; Είναι σαν να διαπραγματευόμαστε το οικολογικό ζήτημα του πλανήτη. Καταστροφή.
Πως βιώνεις την διαπλοκή της πολιτικοκοινωνικής κατάστασης στην χώρα μας τον τελευταίο χρόνο; Φοβάμαι…
|