Σχετικά άρθρα
ΣΩΤΗΡΗΣ ΤΣΑΚΟΜΙΔΗΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Νεκτάριος-Γεώργιος Κωνσταντινίδης | |||
Τρίτη, 03 Μάιος 2011 07:50 | |||
Σωτήρης Τσακομίδης
«Είναι ωραίο να συνδιαλέγεσαι με το ανοίκειο»
Χαρισματικός ρολίστας με ιδιαίτερη φυσιογνωμία και πλούσια εκφραστικά μέσα ο Σωτήρης Τσακομίδης έχει ερμηνεύσει δραματικούς και κωμικούς χαρακτήρες σε έργα ρεπερτορίου και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πιο αξιόλογους ηθοποιούς της γενιάς του. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή «Θεμέλιο», παρακολούθησε εργαστήρι αυτοσχεδιασμού με την Ελένη Σκότη, σεμινάριο υποκριτικής με την Peta Lilly, σεμινάριο για την αρχαία τραγωδία με την Άντζελα Μπρούσκου ενώ έχει κάνει σπουδές στη μουσική και στο χορό. Στο θέατρο συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τη Τζένη Φωτίου, τη Μαρία-Λουίζα Παπαδοπούλου, το Θωμά Κινδύνη, την Αιμιλία Υψηλάντη, το Λάμπρο Γιώτη. Τα τελευταία χρόνια τον έχουμε ξεχωρίσει στις παραστάσεις «Μπέλα Βενέτσια» και «Αντιγόνη» σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, «Παίκτες» σε σκηνοθεσία Ελένης Μποζά, «Το ημερολόγιο ενός απατεώνα» σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα», «Πλαστελίνη», «Wolfgang» και «Εκδίκηση» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, «Γάμος άνευ νύφης», «Έντα Γκάμπλερ» και «Οιδίποδας Τύραννος» σε σκηνοθεσία Σπύρου Α. Ευαγγελάτου. Στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο έχει κάνει λίγες αλλά προσεγμένες επιλογές. Απόψε στο «Επί Σκηνής» θυμάται τα πρώτα του βήματα στο θέατρο, μιλάει για τις δύσκολες και ευχάριστες στιγμές, αναφέρεται στη θεατρική παιδεία και σε συναντήσεις που τον επηρέασαν.
Τι θεωρείς πιο σημαντικό από τη μέχρι σήμερα πορεία σου στο θέατρο;
Καταρχήν τη συνεργασία μου με το Λευτέρη Βογιατζή. Κέρδισα πολλά απ’ αυτή. Άνοιξε ένας κόσμος για μένα. Έχει μια μέθοδο αυτός ο σκηνοθέτης που αν την πάρει κάποιος ηθοποιός και την χρησιμοποιήσει μ’ έναν έξυπνο τρόπο, μπορεί να του ελευθερώσει πράγματα στην υποκριτική και στη φαντασία του. Απ’ την άλλη, αν δεν χρησιμοποιήσεις σωστά την καθοδήγησή του, μπορεί και να σε δεσμεύσει, να σε μπλοκάρει. Εμένα νοιώθω ότι μου έκανε καλό. Οι παραστάσεις με το Αμφιθέατρο, τον Σπύρο και την Κατερίνα Ευαγγελάτου ήταν σημαντικές. Με την Κατερίνα ένοιωσα μια μεγάλη ελευθερία. Όταν σε πιστεύει ένας άνθρωπος μπορεί να σου δημιουργήσει εκείνους τους βαθμούς ελευθερίας ώστε να πετύχεις πράγματα που δεν πιστεύεις κι εσύ ο ίδιος ότι θα μπορούσες. Επίσης, όταν ξεκίνησα να παίζω στο θέατρο, το 1999 συνεργάστηκα με τη Μαρία-Λουΐζα Παπαδοπούλου και είχαμε κάνει το έργο του Οκτάβιου Πας «Η κόρη του Ραππατσίνι» που ήταν μια δουλειά σε επίπεδο ομάδας. Νομίζω ότι είχαμε δουλέψει σε ουσιαστικά πράγματα. Είχαμε το χρόνο αλλά και τρομερό ενθουσιασμό για το θέατρο. Αυτό ήταν το θεατρικό μου ξεκίνημα.
Μίλησε μου για τον τρόπο με τον οποίο βίωσες την περίοδο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου υπό τη διεύθυνση του Στάθη Λιβαθινού.
Πιστεύω ότι ήταν ένα αρκετά φιλόδοξο σχέδιο βασισμένο σε μια εμπνευσμένη ιδέα. Δυστυχώς νομίζω ότι δεν τελεσφόρησε. Είχαμε ν’ αντιμετωπίσουμε πολλές δυσκολίες. Είχαμε βάλει ένα στοίχημα με το χρόνο αλλά τελικά η όλη προσπάθεια δεν απέδωσε ποιοτικά όσον αφορά το αποτέλεσμα. Νομίζω ότι πέσαμε όλοι στην ίδια παγίδα προσπαθώντας να ετοιμάσουμε ένα ολοκληρωμένο θεατρικό έργο της μιας ώρας. Θα μπορούσε να γίνει στην πειραματική σκηνή μια δουλειά σ’ ένα επίπεδο performance περισσότερο, μπορούσε το τελικό αποτέλεσμα να ‘ναι είκοσι λεπτά και μέσα από μια αρκετά minimal διαδικασία και έκφραση. Και να είναι τελικά πιο ισχυρό το μήνυμα απ’ το να προσπαθήσουμε να τα πούμε όλα μέσα σε μια θεατρική παράσταση που να έχει αρχή-μέση-τέλος, ν’ ακολουθεί τη δομή της κλασικής δραματουργίας. Νομίζω εκεί κάπως απέτυχε το σχέδιο.
Πως προσεγγίζεις ένα ρόλο;
Αρκετά σύνθετη διαδικασία. Συμβαίνουν παράλληλα πολλά πράγματα. Πιστεύω πολύ στο κείμενο. Η επεξεργασία του λόγου εμπεριέχει ακόμα και σωματικό αυτοσχεδιασμό που γεννάει και ανανεώνει τη φαντασία μας. Μας ανοίγει. Παλιά ήμουν ένας ηθοποιός που δεν με κράταγε η καρέκλα και με κούραζαν οι πρόβες στο τραπέζι. Ήθελα να σηκωθώ να παίξω και να το σωματοποιήσω αμέσως, έχοντας πιο εύκολη τη σωματική μου έκφραση. Τώρα νοιώθω ότι η ανάλυση στο τραπέζι, μου κάνει πάρα πολύ καλό και δημιουργεί ισχυρά θεμέλια για το μετά. Το εκπληκτικό με τους ρόλους είναι ότι τους συναντάς στα πρόσωπα των άλλων. Αυτοί οι «άλλοι» βρίσκονται μέσα μας, κατά κάποιο τρόπο τους κουβαλάμε και δεν το γνωρίζουμε πάντα. Το λέω αυτό γιατί πιστεύω ότι είμαστε κατά πολύ «κομμάτια των άλλων». Πιάνω τον εαυτό μου να κινείται, να χειρονομεί, να σκέφτεται και να πράττει σαν τον πατέρα μου, το φίλο μου, τα παιδιά μου ή ακόμα και ανθρώπους που αντιπαθώ…Μοιάζει σαν όλοι αυτοί που τους ζεις ή τους έζησες, να σε ακολουθούν πάντα…Αντιγράφω πολύ. Είναι ωραίο ν’ αντιγράφεις, όχι ακριβώς να μιμείσαι, αλλά να χρησιμοποιείς θα έλεγα την έκφραση του άλλου και να παρατηρείς τι ακριβώς προκαλεί στο δικό σου εσωτερικό τοπίο. Το ζητούμενο στη διαδικασία του ρόλου είναι, νομίζω, να δημιουργήσει κανείς τις συνθήκες εκείνες που θα είναι ιδανικές ώστε να μπορέσει να μπει σ’ έναν κόσμο ακραίο, μακριά από τις σωματικές του συνήθειες και ίσως πρωτόγνωρο και ανοίκειο. Είναι ωραίο να συνδιαλέγεσαι με το ανοίκειο, είναι απελευθερωτικό.
Με ποια κριτήρια επιλέγεις τις συνεργασίες σου;
Πιστεύω ότι όσοι ασχολούνται με την τέχνη πρέπει να φέρουν ένα στίγμα. Αυτό έχει να κάνει με την αντίληψη όχι μόνο σε σχέση με την θεατρική πράξη αλλά γενικότερα με τη ζωή. Νομίζω ότι κάπου με τα χρόνια άρχισα ν’ αποκτάω το δικό μου στίγμα και ό, τι έχω κάνει σε γενικές γραμμές με εκφράζει. Δηλαδή είμαι μέσα σ’ αυτή την περιοχή που θα ήθελα να βρίσκομαι. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο θέατρο και στον κινηματογράφο ως προς την υποκριτική;
Νομίζω ότι ο κινηματογράφος εμπεριέχει μια ακόμα μεγαλύτερη συμπύκνωση όσον αφορά την έκφραση. Φυσικά έχει τους δικούς του νόμους, τους δικούς του κώδικες. Για παράδειγμα το τρεμοπαίξιμο του ματιού στον κινηματογράφο μπορεί να ‘ναι πολύ ισχυρό αλλά δεν γράφει τόσο πολύ στη σκηνή. Ο κινηματογράφος συμπυκνώνει περισσότερο τα πράγματα και την έκφραση, κινείται σε άλλες κλίμακες. Από κει πέρα το τελικό αποτέλεσμα είναι στο χέρι του σκηνοθέτη και στο μοντάζ.
Ποια είναι η γνώμη σου για την τρέχουσα κρίση αξιών στη χώρα μας;
Νομίζω ότι η τρέχουσα κρίση είναι πολύ μεγάλο κεφάλαιο. Δεν είναι ακραιφνώς οικονομική κρίση, είναι κάτι βαθύτερο. Έχει να κάνει με μια ανθρωπιστική κρίση, μια ηθική κρίση. Στην πραγματικότητα είναι κρίση αξιών με οικονομική διατύπωση. Είμαστε όλοι θύματα αυτής της κρίσης με τον άλφα ή βήτα τρόπο και πιστεύω ότι αυτό μπορεί να μας βγάλει κάπου ίσως και μ’ ένα θετικό τρόπο. Αν βλέπω ένας φως στο τούνελ αυτό θα προκύψει από μια ενεργοποίηση πνευματική και πολιτική. Αρχίζουμε επιτέλους να σκεφτόμαστε και ν’ αναρωτιόμαστε γιατί μας συμβαίνει αυτό που μας συμβαίνει. Ως τώρα οι περισσότεροι από μας δεν είχαν την ευκαιρία να μπουν σ’ αυτή τη διαδικασία σκέψης. Μπορεί να μας κάνει τελικά πιο ενεργούς και ίσως πιο κοινωνικούς, πιο πολιτικοποιημένους, να φύγουμε λίγο από ένα λήθαργο μιας υποτιθέμενης ευμάρειας που είχαμε μέχρι τώρα.
Και το κλείσιμο του ιστορικού «Αμφιθεάτρου» του Σπύρου Ευαγγελάτου; Το κλείσιμο του «Αμφιθεάτρου» θεωρώ ότι είναι ένας είδους θανάτου, όλη αυτή η κατάθεση χρόνων στο θέατρο έληξε κάπως άδοξα. Δε νομίζω ότι ήταν το φυσικό του τέλος. Αυτό ειδικά που συνέβαινε τα τελευταία χρόνια ήταν μοναδικό. Από τη μία η παράδοση και από την άλλη το νέο αίμα. Το πάντρεμα δύο τάσεων, της παλιάς σοφίας που έφερε ο Σπύρος Ευαγγελάτος με τη ζωντανή ματιά της Κατερίνας. Είμαι τυχερός γιατί το έζησα, αυτά τα χρόνια που συνεργάστηκα μαζί τους.
Πώς νομίζεις ότι θα έπρεπε να βελτιωθεί η θεατρική παιδεία στη χώρα μας λαμβάνοντας υπ’ όψιν την πληθώρα των δραματικών σχολών και το χαμηλό επίπεδο σπουδών;
Η αλήθεια είναι ότι έχουμε πολλές δραματικές σχολές. Ανακυκλώνουν ένα ζήτημα ανεργίας. Οι άνεργοι διαρκώς αυξάνονται. Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη και να σου πει «εσύ κάνεις» ή «εσύ δεν κάνεις για το θέατρο». Από κει και πέρα το θέατρο έχει να κάνει με την προσωπική δουλειά και την αντίληψη του ηθοποιού αφού βγει από τη σχολή. Και φυσικά ρόλο παίζουν οι άνθρωποι που θα βρεθούν δίπλα του. Σαφώς, από την άλλη, η καλή σχολή είναι ένα εφαλτήριο για τον ηθοποιό στο ξεκίνημά του. Όντως είναι χαμηλό το επίπεδο στις περισσότερες σχολές. Στην πραγματικότητα το ζητούμενο είναι το εύκολο κέρδος χωρίς τις απαραίτητες υποδομές, από τα κτίρια μέχρι το βασικότερο, τα συστήματα εκπαίδευσης. Μια σχολή συχνά όχι μόνο δεν έχει τα εχέγγυα για να δείξει δρόμους σε νέους ηθοποιούς αλλά μπορεί εύκολα να τους παγιδεύσει, να τους στιλιζάρει ακόμη και να τους ακυρώσει. Στην πραγματικότητα η θεατρική παιδεία ξεκινάει από το σχολείο. Έχει να κάνει με το πώς έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε, πώς επικοινωνούμε με το κείμενο και πώς το εκφράζουμε. Δεν είμαι το καταλληλότερο πρόσωπο για να εκφράσω προτάσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης αλλά σίγουρα πρέπει ν’ αλλάξουν πολλά σε θεσμικό επίπεδο. Με ποιο τρόπο ένας ηθοποιός στη χώρα μας μπορεί να καταφέρει να ισορροπήσει ανάμεσα και στο βιοπορισμό και στην ποιότητα της δουλειάς του;
Αυτό είναι το μεγάλο ζητούμενο και είναι δύσκολο εξ ορισμού. Ποτέ το θέατρο και γενικότερα οι καλές Τέχνες δεν έβγαζαν εύκολα τα προς το ζην. Είναι πολύ δύσκολο. Είσαι πάντα στην κόψη του ξυραφιού. Από τη μία έχεις το ενδιαφέρον αμιγώς για το θέατρο, γι’ αυτό που έχεις επιλέξει να κάνεις και από την άλλη έρχεται σα τροχοπέδη το θέμα το βιοποριστικό και αναγκάζεσαι να κάνεις πράγματα που δεν είναι ακριβώς η επιλογή σου. Προσωπικά προτιμώ να κάνω μια άσχετη δουλειά από το να κάνω κάποιες εκπτώσεις σε σχέση με αυτό που μ’ αρέσει στο θέατρο. Ωστόσο, φοβάμαι ότι δεν θα μπορώ να τις αποφύγω το επόμενο διάστημα. Επειδή τα πράγματα είναι δύσκολα. Παλιά με έπαιρναν τηλέφωνο για διαφήμιση και απαντούσα «όχι, ευχαριστώ!». Αυτή τη στιγμή όμως είμαι ανοιχτός ακόμα και σε τέτοιες προτάσεις. Πάντα βέβαια μ’ ένα «φίλτρο», για το τι είδους διαφήμιση θα είναι.
Ποια είναι τα προσεχή σου σχέδια;
Προς το παρόν αυτό που μου δίνει ενέργεια είναι η ενασχόληση μου με τα παιδιά μου. Το απολαμβάνω. Πριν δύο χρόνια που γεννήθηκαν τα δίδυμα ήμουν πρωί-βράδυ στη δουλειά και τώρα μου δίνεται επιτέλους η δυνατότητα να τα χαρώ. Αργότερα θα δούμε...
|