Σχετικά άρθρα
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Κυριακή, 29 Απρίλιος 2018 08:47 | |||
Κατερίνα Πολυχρονοπούλου Πτυχιούχος του τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κι απόφοιτος της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής Επιθεώρηση Δραματικής Τέχνης της Ρούλας Πατεράκη, η αεικίνητη Κατερίνα έχει πολύχρονη και σταθερή πορεία στα θεατρικά δρώμενα της χώρας μας. Υπήρξε καλλιτεχνική Διευθύντρια του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κέρκυρας από το 2007 μέχρι το 2011. Έχει σκηνοθετήσει τα έργα: Ιάκωβου Καμπανέλλη: «ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΚΥΡΙΟΣ;», Χρύσας Σπηλιώτη: «ΠΟΙΟΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ;», Αντώνη Τσιπιανίτη: «ΒΑΣΑΝΙΖΟΜΑΙ», Μαρίας Κυριάκη: «ΜΗΔΕΙΑ DEPROFUNDIS», Ρικάρντο Ταλεσνίκ: «ΒΑΡΙΕΜΑΙ», Σάκη Σερέφα: «ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΒΛΑΚΕΙΑΣ» πανελλήνια πρώτη για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κέρκυρας (ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ 2009), «ΕΡΩΤΟΣ ΑΚΟΥΣΜΑΤΑ», σύνθεση κειμένων λογοτεχνίας κ.α.Για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κέρκυρας: Αντωνίου Μάτεσι: «ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ», Μοντσελέζε: «ΕΥΓΕΝΑ», Ιωάννου Ν. Μαρίνου «ΤΟ ΟΝΕΙΡΟΝ» (κωμωδία) σε πανελλήνια πρώτη κ.α. Έχει σκηνοθετήσει έργα για παιδιά, παραστάσεις θεατρικών αναλογίων και έχει κάνει τη μουσική επιμέλεια σε πολλές παραστάσεις. Έχει διδάξει στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου και σε εργαστήρια θεάτρου στην Αθήνα, την Κέρκυρα και τη Νάξο. Επίσης έχει παίξει σε πολλά έργα ως ηθοποιός. Σκηνοθέτησε τη σαιζόν 2015-2016 δυο έργα σε πανελλήνια πρώτη: VictorLodato: «ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΗΣ ΜΟΝΑ ΛΙΖΑ» & FélixEstaire: «ΜΠΑΤΣΟΣ» και το έργο του RobertSchneider: «Η Βρωμιά». Το χειμώνα του 2017 σκηνοθέτησε το έργο «ΕΠΕΣΤΡΕΦΑ» της Φρίντας Μιράμπιτα στο Αγγέλων Βήμα, στο πλαίσιο του 3ου Φεστιβάλ Ελληνικού Έργου του 21ου αι. και το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη: «Ο ΓΟΡΙΛΑΣ ΚΑΙ Η ΟΡΤΑΝΣΙΑ». Σκηνοθέτης που σέβεται το κείμενο και τον συγγραφέα, που απεχθάνεται τους εντυπωσιασμούς, που δουλεύει σε βάθος με τους ηθοποιούς της, που αξιοποιεί το ταλέντο των συνεργατών της με τους οποίους προτιμά να επιχειρεί κάθε νέα της δουλειά και που δουλεύοντας σκληρά κι αθόρυβα όλα αυτά τα χρόνια έχει καταφέρει πλέον να κερδίζει το σεβασμό και την αγάπη του κοινού της με τις ευθύβολες, άρτιες σκηνοθεσίες της, η Κατερίνα βρίσκεται φέτος στο προσκήνιο με τρεις παραστάσεις. Μιλάει στο Επί Σκηνής για τις φετινές της σκηνοθεσίες, για το θεατρικό τοπίο στη χώρα μας και για το κοινό που της ανταποδίδει γενναιόδωρα αυτά που του προσφέρει.
Μίλησε μου για τις φετινές σου δουλειές. Φέτος ήταν μια δημιουργική χρονιά. Σκηνοθέτησα το άπαιχτο έργο – σ’ αυτή τη μορφή -του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Ο Γορίλας και η Ορτανσία». Παίχτηκε στην Αθήνα το έργο του RobertSchneider «Βρωμιά» στο θέατρο Σταθμός. Και τώρα, στο πλαίσιο του Project «Ο γιος μου…» που είναι μια εξαιρετική ιδέα του Δημήτρη Καρατζιά και του Μάνου Αντωνιάδη, του φιλόξενου χώρου Vault, παίζεται το έργο του Γιώργου Μεσολογγίτη «Βασιλική Τριανταφύλλου: Αχ, Γιάννη μ’! Ο γιος μου Γιάννης Μακρυγιάννης».
Μίλησε μου για την ηρωίδα που σκηνοθέτησες, την μάνα που γέννησε τον Μακρυγιάννη και που έζησε στο ημίφως για να την βγάλετε εσείς στο φως της σκηνής; Η μάνα του Μακρυγιάννη είναι μια γυναίκα για την οποία γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα. Μόνον αυτά που αναφέρει ο ίδιος ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του και κάποιες σκόρπιες πληροφορίες. Πώς και πού τον γέννησε, μέχρι πότε έζησε μαζί της, μέχρι πότε τον θήλαζε, το περιστατικό της φυγής τους για τη Λιβαδειά. Από κει και πέρα, σκοτάδι. Μέσα, λοιπόν, από το χαρακτήρα του γιου προσπαθούμε να βρούμε πού βρίσκεται η μητέρα και μέσα από τη μητέρα να ανιχνεύσουμε το χαρακτήρα του γιου.
Υπήρξαν δυσκολίες στο να συνδυάσεις την διαχρονικότητα με την αίσθηση της εποχής; Όπως είναι γνωστό, η ιστορία επαναλαμβάνεται και μόνο τα ονόματα των πρωταγωνιστών αλλάζουν. Ήθελα, λοιπόν, να φωτιστεί αυτό το στοιχείο μέσα από το έργο και την προσωπικότητα του Μακρυγιάννη. Γι’ αυτό, και με συζητήσεις που κάναμε με τον συγγραφέα του κειμένου, Γιώργο Μεσολογγίτη, μπήκαν και κάποιες αναφορές και εικαστικά στοιχεία που παραπέμπουν σε πιο σύγχρονές μας δεκαετίες. Και με την Κατερίνα Καμπανέλλη συζητήσαμε πολύ για την ιδέα του σκηνικού, η οποία, νομίζω καταδεικνύει αυτή τη διαχρονικότητα.
Τι σε γοήτευσε περισσότερο σ’ αυτή τη δουλειά; Το ότι με οδήγησε σε αισθήσεις, οι οποίες μένουν και θα μένουν αναλλοίωτες στο χρόνο. Αισθήσεις, που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παράδοσής μας. Και το γεγονός ότι δίνονται κάποια ερεθίσματα, με αφορμή τη σημαντική προσωπικότητα του Γιάννη Μακρυγιάννη, να μάθουμε ή να ξαναθυμηθούμε τα χρόνια και τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης του 1821, χωρίς να καταφύγουμε σε ηθογραφία και διδακτισμό.
Πως ανταποκρίνεται το κοινό συνήθως; Είναι συγκινητική η ανταπόκριση του κοινού. Και μάλιστα όλων των ηλικιών. Φαίνεται ότι σ’ αυτήν την περίοδο που διανύουμε και μας κατακλύζει από παντού ο φόβος, η ανασφάλεια, η έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας, χρειαζόμαστε την ιστορία και την παράδοσή μας. Μας ενδυναμώνει και μας φέρνει κοντά στο βαθύτερο εαυτό μας, στις ρίζες μας! Τι είναι αυτό που σε κάνει να πεις «ναι» σε μία πρόταση σκηνοθεσίας; Δεν μ’ ενδιαφέρει να κάνω δουλειές που δεν με εκφράζουν. Κατ’ αρχήν με έλκει η ιδέα και, βέβαια, το κείμενο. Επίσης, η δυνατότητα να μπορώ να έχω τους συνεργάτες μου, με τους οποίους έχουμε κτίσει μέσα στα χρόνια έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας και χαιρόμαστε τη συνεργασία μας. Είναι μαγικό αυτό που συμβαίνει. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που έχω τόσο ταλαντούχους και εξαιρετικούς συνεργάτες! Και τους ευχαριστώ πολύ για την εμπιστοσύνη που μου δείχνουν όλα αυτά τα χρόνια!
Δουλεύοντας με ανθρώπους που αγαπούν το θέατρο σε ερασιτεχνικές ομάδες, τι θα είχες να πεις σαν καταστάλαγμα; Ότι η παιδευτική ιδιότητα του θεάτρου είναι μοναδική και η βιωματική εμπειρία προσδίδει γνώση, επικοινωνία και καλλιεργεί την εξωστρέφεια καθώς δημιουργεί ανάμεσα στους ανθρώπους σχέσεις, φιλίες και καλύτερη επαφή με τον βαθύτερο και άγνωστο εαυτό. Πολλές φορές η αγάπη των ερασιτεχνών για την τέχνη του θεάτρου, η αγνότητα της προσέγγισής τους, ανανεώνει, ενδυναμώνει και επιβεβαιώνει την απόλυτη επιλογή μου, να ασχολούμαι με αυτή τη μαγική τέχνη.
Τι σε έλκει στο θεατρικό τοπίο της Ελλάδας και τι σε απωθεί; Με έλκει η αλήθεια και ο σεβασμός στο θεατή. Με έλκει η γνώση και η εμβάθυνση. Η έκπληξη. Με απωθεί η προχειρότητα, η ψευτιά και οτιδήποτε καταφεύγει σε εύκολους και αναιτιολόγητους εντυπωσιασμούς.
Τι είναι αυτό που κυρίως επιδιώκεις σκηνοθετώντας μια παράσταση; Προσπαθώ να κρατήσω τα ουσιαστικά και να αφαιρέσω τα περιττά.
Τι νομίζεις ότι ζητάει σήμερα, στην Ελλάδα μιας παρατεινόμενης κρίσης, ο μέσος θεατής από μια θεατρική παράσταση; Μια ιστορία που θα έχει κάτι να του πει, που θα τον συγκινήσει, θα τον προβληματίσει ή θα τον διασκεδάσει. Έχουμε επιστρέψει, ευτυχώς, στην αλήθεια της τέχνης μας. Ο θεατής ζητάει σεβασμό, αλήθεια, μεράκι, αισθητική.
Τι θα ήθελες εσύ να μεταφέρεις στο κοινό μέσα από τις παραστάσεις σου, διανύοντας τους σκοτεινούς μας καιρούς; Μια προβληματική κι ένα κλείσιμο του ματιού. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να ξέρουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Τους ίδιους προβληματισμούς και αδιέξοδα είχαν και έχουν κι άλλοι. Και να πάμε ένα βήμα μπροστά. Χωρίς φόβο και ανασφάλεια. Θα ήθελα, επίσης, να γίνουμε πιο ευαισθητοποιημένοι στις ανάγκες που έχει φέρει αυτή η σκοτεινή εποχή και να υπερασπιζόμαστε την παράδοσή μας σεβόμενοι την παράδοση και τον πολιτισμό των άλλων χωρών, των διαφορετικών νοοτροπιών και γενικότερα των διαφορετικών επιλογών.
|