Σχετικά άρθρα
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΓΑΒΡΙΗΛ |
Τρίτη, 03 Φεβρουάριος 2015 18:43 | |||
Βαγγέλης Γαβριήλ
Πιστεύω ότι το να έρχεσαι σε επαφή με την τέχνη, είτε ως πομπός είτε ως δέκτης, είναι ανάγκη και όχι πολυτέλεια. Πόσο μάλλον σε περιόδους κρίσης.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1992. Είναι απόφοιτος της Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης «Δήλος»-Δήμητρα Χατούπη και φοιτητής του τμήματος Φιλοσοφίας και Ιστορίας της Επιστήμης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει συμμετάσχει στο fringe festival με την παράσταση «Σαιξπηριάδα-ένα σονέτο του δρόμου», σε συναυλία κρουστών με τον Νίκο Τουλιάτο στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και σε συναυλία τραγουδιού στη Στοά του Βιβλίου, υπό την καθοδήγηση του Χρίστου Θεοδώρου. Επίσης έχει συμμετάσχει σε ταινία μικρού μήκους στα πλαίσια της δραματικής σχολής και έχει παρακολουθήσει σεμινάριο τεχνικής Alexander και τριήμερο σεμινάριο σωματικού θεάτρου υπό την αιγίδα του ινστιτούτου Grotowski και του studio Matejka. Φέτος τον είδαμε στην παράσταση μιούζικαλ «Τα μάγια της πεταλούδας» που δημιούργησε η ομάδα αποφοίτων «Δήλος».
Με ποιο τρόπο η μουσική συνδυάζεται με το θέατρο και πώς ενισχύει τις δράσεις; Όπως έχει λεχθεί, «το θέατρο είναι το σημείο συνάντησης όλων των τεχνών». Έτσι και η μουσική σε μια θεατρική παράσταση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κάτι «ξένο». Αντίθετα, όταν υπάρχει είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένη με το έργο και ο σκοπός της είναι να αναδείξει τα νοήματά του και να εξυπηρετήσει στην πλοκή.
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην υποκριτική στο θέατρο και στον κινηματογράφο; Από την ελάχιστη εμπειρία μου, αυτό που νομίζω είναι ότι η βασική διαφορά έγκειται στο μοντάζ. Στο θέατρο δεν υπάρχει μετέπειτα επεξεργασία, όλα γεννιούνται και πεθαίνουν εκείνη τη στιγμή. Επίσης, ως προς τα τεχνικά στοιχεία, στον κινηματογράφο συνήθως δεν χρειάζεται να κάνεις «μεγάλες» κινήσεις για να φαίνεσαι από μακρινή απόσταση ή να χρησιμοποιείς το ποστάρισμα της φωνής που πρέπει να έχεις στο θέατρο για να ακούγεσαι καθαρά. Όμως αυτό δεν είναι απαραίτητο και εξαρτάται από τη σκηνοθεσία και από το πως θα σε τραβήξει η κάμερα. Κατά τα άλλα πιστεύω ότι ο τρόπος προσέγγισης ενός κειμένου και ενός ρόλου είναι ο ίδιος.
Πως ο Λόρκα επεξεργάζεται τη σχέση του «ξεχωριστού» ατόμου με το κοινωνικό σύνολο; Ο Λόρκα, όντας και ο ίδιος ένας πολύ ξεχωριστός άνθρωπος, επαναστάτης, με ελεύθερες ιδέες, θα μπορούσαμε να πούμε πως ταυτίζεται κατά μία έννοια με τον πρωταγωνιστή-Σκαθαράκο στα Μάγια της πεταλούδας. Ο Σκαθαράκος βρίσκει πεζή και συμβατική τη ζωή των υπόλοιπων εντόμων του κοινωνικού του περίγυρου, δεν μπορεί να αρκεστεί σε αυτήν και γι’αυτό στρέφεται στην ποίηση. Ξεφεύγει λοιπόν από τον «κανόνα», υπερβαίνει τα όρια που του έχει θέσει η κοινωνία του και κυνηγάει κάτι άπιαστο και υπερβατικό με κάθε τίμημα που αυτό μπορεί να επιφέρει. Το στοιχείο αυτό είναι για μένα και το κυρίαρχο θέμα του έργου, που με αγγίζει περισσότερο και που με κάνει να θέλω να μιλήσω γι’αυτό. Το κοινωνικό σύνολο στο έργο εκφράζεται κυρίως μέσα από τη μητέρα του Σκαθαράκου και τις Σκαθαρίνες του αγρού. Αδυνατούν να τον καταλάβουν και ευελπιστούν να «συνετιστεί» και να παντρευτεί την ωραία και πλούσια Σύλβια. Τι άλλο καλύτερο άλλωστε θα μπορούσε να ζητήσει;
Μίλησε μου για τα «Μάγια της πεταλούδας». Πως ήταν η εμπειρία και ποια η διαφορά ανάμεσα στο να παίζεις στη σχολή και στο να παίζεις με κοινό; Είμαι πολύ περήφανος που συμμετέχω στα Μάγια της πεταλούδας και η εμπειρία που αποκόμισα απ’αυτήν την παράσταση ήταν υπέροχη παρά τις όποιες δυσκολίες. Το γεγονός ότι η σκηνοθεσία μας θέλει όλους επί σκηνής καθ’όλη τη διάρκεια, δίνει ιδιαίτερα ομαδικό χαρακτήρα. Αυτή η διαδικασία λοιπόν με βοήθησε να μάθω να λειτουργώ ομαδικά, να μοιράζομαι ευθύνες, αλλά και μου έδωσε την ευκαιρία να ανακαλύψω τον εαυτό μου και να τον τεστάρω σε πολλά πράγματα. Όταν κάτι παρουσιάζεται πια επαγγελματικά, τότε υπάρχει μια συλλογική ευθύνη από όλους τους συντελεστές αυτό να είναι άρτιο, γιατί κάποιος πληρώνει για να το παρακολουθήσει. Στη σχολή δεν κόβεις εισιτήριο άρα τα πράγματα είναι πιο ελαστικά ως προς αυτό. Κατά τα άλλα πιστεύω πως δεν υπάρχουν άλλες ουσιαστικές διαφορές. Στις σχολές, από τις εισαγωγικές εξετάσεις κιόλας, καλείσαι να παίξεις μπροστά σε κοινό, και μάλιστα αποτελούμενο από σημαντικούς ανθρώπους του χώρου. Εγώ προσωπικά είχα μακράν περισσότερο άγχος τότε, όντας εντελώς άπειρος, παρά τώρα που τουλάχιστον έχω τελειώσει τη σχολή. Τι πιστεύεις για τη θεατρική εκπαίδευση στη χώρα μας; Η αλήθεια είναι πως δεν είχα κάποια αντίστοιχη εμπειρία στο εξωτερικό για να μπορώ να έχω μέτρο σύγκρισης. Πάντως αυτό που πιστεύω είναι πως στην Ελλάδα υπάρχουν σχολές υψηλού επιπέδου, στις οποίες διδάσκουν πολύ αξιόλογοι άνθρωποι, οι οποίοι όλοι ανεξαιρέτως διακατέχονται από αστείρευτο μεράκι για αυτό που κάνουν-γιατί αν δεν το έχεις αυτό δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη δουλειά. Άνθρωποι που έχουν μεγάλη εμπειρία, γνώσεις και κυρίως διάθεση να σου τα μεταδώσουν όλα αυτά. Είχα την τύχη να τελειώσω μια τέτοια σχολή και σίγουρα κέρδισα από όλους τους καθηγητές μου πολύτιμα πράγματα και τους ευχαριστώ πολύ γι’αυτό.
Πώς επηρεάζει η κρίση την τέχνη; Όπως μας έχει αποδείξει η ιστορία, πάντα σε περιόδους μεγάλης κρίσης οι τέχνες ακμάζουν, καθώς αποτελούν «καταφύγιο». Έτσι και στην Ελλάδα του σήμερα, η οικονομική κρίση δε νομίζω ότι μπορεί να εμποδίσει την τέχνη, αντίθετα ενισχύει την ανάγκη μας να στραφούμε σ’ αυτήν. Όσον αφορά στο κοινό, είναι αλήθεια πως τα οικονομικά προβλήματα αναπόφευκτα το κάνουν πιο επιλεκτικό. Σίγουρα όμως δεν το απομακρύνουν απ’αυτήν, γιατί πιστεύω ότι το να έρχεσαι σε επαφή με την τέχνη, είτε ως πομπός είτε ως δέκτης, είναι ανάγκη και όχι πολυτέλεια. Πόσο μάλλον σε περιόδους κρίσης.
Ποια είναι η σχέση του Λόρκα με τη μουσική και πως ανακλά αυτό στη γραφή του; Ολόκληρο το έργο του Λόρκα, όπως και τα «Μάγια της πεταλούδας», βρίθει από λυρισμό και μουσικότητα. Παρηχήσεις, επιφωνήματα, επαναλήψεις λέξεων και στίχων, αλλά και πολλά ακόμη στοιχεία δίνουν ρυθμό και μελωδία στο κείμενο και, όπως έχει γραφτεί, το κάνουν να μπορεί να αντιμετωπισθεί και ως «αυτόνομη μουσική παρτιτούρα».
Πως φαντάζεσαι το μέλλον σου στο θέατρο; Ελπίζω να συμμετέχω σε παραστάσεις μέσα από τις οποίες να νιώθω ότι έχω κάτι να πω και να προσφέρω.
Ποια είναι η εμπειρία σου από την εκπαίδευση σου στη θεατρική σχολή; Ήταν ένα δύσκολο αλλά συναρπαστικό ταξίδι, μέσα από το οποίο εξελίχθηκα και γνώρισα καλύτερα τον εαυτό μου.
Τι λαχταράς και τι φοβάσαι; Σαν άνθρωπος κι εγώ φοβαμαι, με φοβίζει ο πόνος, ο θάνατος, η μοναξιά, όλα εκείνα που νομίζω ότι λιγότερο ή περισσότερο γενικά απασχολούν όλους τους ανθρώπους. Λαχταράω να μη φοβάμαι, να καταφέρνω να νικάω δηλαδή τους φόβους μου. Αυτό το πετυχαίνω όταν ασχολούμαι με την τέχνη, αλλά και γενικότερα με πράγματα που αγαπώ και με γεμίζουν, όταν δίνω και παίρνω αγάπη και όταν θέτω στόχους στη ζωή μου και έχω πίστη σε αυτούς.
|