Νατάσα Σφενδυλάκη
Η Νατάσσα αποφοίτησε από το τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Πάτρας το 2009 και αμέσως έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή «Δήλος», απ’ όπου και αποφοίτησε το 2012. Έχει παίξει στις παραστάσεις: «Η Όπερα της Πεντάρας», σε σκηνοθεσία Θοδ Εσπίριτου, (βραβείο καλύτερης παράστασης, Φεστιβάλ Θεάτρου Δρόμου 2012). «Νύφες της Φωτογραφίας», σε σκηνοθεσία Δήμητρας Χατούπη (2012). «Ο Μικρός Εγώ», βασισμένο στα «Ρέστα» του Κώστα Ταχτσή, σε σκηνοθεσία Βασίλη Ανδρέου (2013). Επίσης έχει συνεργαστεί με το Θέατρο του Νέου Κόσμου, ως βοηθός σκηνοθέτη, στην παράσταση «Κοινός Λόγος», σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου (επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Αθηνών 2013). Συμμετέχει φέτος στην παράσταση «Ματωμένος γάμος» σε σκηνοθεσία Βασίλη Ανδρέου όπου ξεχωρίζει με την ευέλικτη σωματικότητα της, την θαυμάσια φωνή της και την ερμηνευτική της ποιότητα. Μιλάει στο «Επί Σκηνής» για την παράσταση, τον ρόλο της, την ομάδα, την συνεργασία της με τον Βασίλη και πολλά άλλα.
Πως λειτούργησες στην παράσταση του «Ματωμένου Γάμου» όπου βρίσκεσαι διαρκώς σε εγρήγορση; Αυτό είναι ένα στοιχείο του ρόλου μου, που ξέρει και προσπαθεί να προλάβει. Αγαπώντας πολύ τον γαμπρό και βλέποντας στο πρόσωπό του τον άντρα που θα ήθελε να έχει, ντύνεται με ενοχές γιατί γίνεται μάρτυρας ενός ανομολόγητου έρωτα, παράφορου, ζηλευτού. Οφείλει να προστατεύσει τον γάμο που έρχεται μέχρι να ολοκληρωθεί και όλοι οι καλεσμένοι (ο Λεονάρντο και η γυναίκα του) να φύγουν. Δεν προλαβαίνει όμως γιατί τη μεγάλη πράξη της φυγής της νύφης με τον Λεονάρντο, δεν την φαντάζεται κανείς.
Ποια είναι κατά την γνώμη σου η πιο σημαντική λειτουργία της ομάδας; Ξεκάθαρες θέσεις και αποφάσεις που τηρούνται από όλους, γιατί πέρα από το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, υπάρχουν οικονομικές συμφωνίες και υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούνται και να καλύπτονται καθημερινά. Και μια συμφέρουσα σύνδεση στο κινητό.
Πως συνεργάστηκες με τον σκηνοθέτη σας; Στον Βασίλη έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Είναι ένας άνθρωπος που έχει την δύναμη να σε εμπνεύσει και να σε καθοδηγήσει πολύ συγκεκριμένα και αυτό γίνεται με απόλυτο σεβασμό στον καθένα μας. Είναι ακούραστος και γενναιόδωρος, εμπιστεύεται το ένστικτό μας και επιζητά να δει που μας οδηγεί αυτό, έτσι ό,τι χτίζουμε, γίνεται από κοινού. Επιπλέον, το ότι είναι ηθοποιός και είναι και καλός ηθοποιός και έχει αναμετρηθεί με έργα ογκόλιθους, έχει ως αποτέλεσμα να συνεργαζόμαστε με έναν άνθρωπο με τεράστια εμπειρία, από την οποία αντλούμε εργαλεία. Για μένα δεν είναι σκηνοθέτης, αλλά δάσκαλος και σίγουρα, παρότι είναι η δεύτερη φορά που συνεργαζόμαστε, έχω να μάθω τόσα και άλλα τόσα. Πάντως το πιο σπουδαίο είναι ότι καταφέρνει να με «μετακινεί» από τον εαυτό μου.
Μίλησε μου για την σωματικότητα στη σκηνή και για το ένστικτο του ηθοποιού; Και τα δύο αποτελούν κομμάτι της έρευνας που κάνεις για έναν ρόλο. Όταν δομηθούν τα στοιχεία που δίνονται στο κείμενο και πρέπει να αρχίσει η δράση, το ένστικτο, με την φαντασία μαζί βοηθούν για να χτιστεί ένας πρώτος καμβάς του έργου και του ρόλου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννιούνται η σωματικότητα, οι χειρονομίες, οι τονισμοί, οι παύσεις, οι αναπνοές, αλλά και οι σχέσεις, το παρελθόν και το βιογραφικό του κάθε ήρωα. Δοκιμάζουμε πολλά για να μπορούμε μετά να πετάξουμε τα περιττά. Όλα φανερώνονται κατά την διάρκεια των προβών, όπου υπάρχει η ελευθερία να δοκιμάσεις τα πάντα.
Ποια είναι η τελευταία σκέψη που κάνεις συνήθως πριν βγεις στη σκηνή; Στέκομαι στην σκηνή, απέναντι από τις θέσεις που σε λίγο θα είναι γεμάτες και τοποθετώ κάπου την γιαγιά μου την Ελένη που έφυγε πριν 2 χρόνια περίπου. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έχασα. Έτσι θέτω το ερώτημα, που θα επανέλθει στην τελευταία σκηνή του έργου: Εσείς έχετε χάσει ποτέ; Και η παράσταση ξεκινά.
Τι σε έλκει στην υποκριτική και τι στην σκηνοθεσία στο θέατρο; Με ιντριγκάρει η διαρκής έρευνα και η συγκέντρωση που απαιτεί το χτίσιμο ενός ρόλου. Είναι μια δουλειά επιστημονική, που οφείλεις να συνδυάσεις πολλά – πολλά στοιχεία, τα δεδομένα που σου δίνει το εκάστοτε κείμενο για τον ρόλο σου, η σχέση σου με τους υπόλοιπους ήρωες, το παρελθόν, το παρών και το μέλλον του ήρωα σου και φυσικά ο τρόπος που σκηνοθετείται το έργο. Έτσι ξεκινάς να χτίζεις κάτι και δεν φαντάζεσαι που μπορείς να φτάσεις, αφού οφείλεις να φέρεις στην σκηνή όλα τα στοιχεία ενός άλλου ανθρώπου από εσένα και ευτυχώς οι άνθρωποι έχουμε πολλές πτυχές. Είναι μια έρευνα ανεξάντλητη, που δεν τελειώνει ποτέ. Ακόμα και όταν ολοκληρωθούν οι πρόβες και μπεις στην διαδικασία των παραστάσεων, ακόμα και τότε υπάρχει πεδίο εξέλιξης που μπορείς να βρεις επιπλέον στοιχεία. Συν του ότι εκθέτεις και διαθέτεις κάθε βράδυ τον εαυτό σου σε κάτι άλλο από αυτό που ζεις καθημερινά. Είμαι τυχερή που 2 φορές την εβδομάδα ταξιδεύω, έστω και με την φαντασία μου, σε ένα απομονωμένο χωριό της Ισπανίας. Το κομμάτι της σκηνοθεσίας το θαυμάζω. Η σκηνοθεσία κρύβει μέσα της και την διδασκαλία και την αγάπη και ένα καθαρό μυαλό, ένα έμπειρο μάτι που μπορεί να καθοδηγήσει σαν μαέστρος ένα θίασο και πόσα άλλα ακόμα. Χρειάζεται και ιδέες, έμπνευση και έναν δρόμο για να κατευθύνει τους ηθοποιούς. Δεν ξέρω πως τα καταφέρνουν οι σκηνοθέτες. Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην κινησιολογία, το τραγούδι και την υποκριτική στην παράσταση; Στην παράστασή μας αυτά τα τρία πράγματα είναι αλληλένδετα. Όσα δεν φτάνουν να εκφραστούν με τον λόγο, εκφράζονται με το τραγούδι και όσα δεν μπορούν να εκφραστούν με το τραγούδι γίνονται χορός. Έτσι η υποκριτική διατρέχει και τα τρία. Ο λόγος φτάνει μέχρι ένα σημείο, δεν μπορεί να χωρέσει όλα τα θέλω των ηρώων και εκεί μπαίνει το τραγούδι για να το ολοκληρώσει και ο χορός έρχεται ως κάλεσμα. Κάλεσμα των νεκρών και της ζωής.
Πόσο σε επηρεάζει το κοινό και πως επικοινωνείς μαζί του; Το κοινό είναι ο συν ένας συμπαίκτης μου στην σκηνή. Έτσι το αντιμετωπίζω. Σε αυτό με βοήθησε η παράσταση «Ο Μικρός εγώ», βασισμένη στο διήγημα «Τα Ρέστα» του Κώστα Ταχτσή, η προηγούμενη δουλεία μας με τον Βασίλη Ανδρέου. Παίζαμε στα δωμάτια ενός σπιτιού, σε μία από τις σκηνές του έργου, καθόμουν πάνω στους θεατές και τους έδινα να κρατήσουν την τσάντα και τα γυαλιά μου. Πόση χαρά και πόσο γέλιο, που όχι μόνο έσπαγε ο τέταρτος τοίχος αλλά γινόμασταν όλοι ένα. Νομίζω ότι το αυθόρμητο και το ειλικρινές με συνδέει με το κοινό και αντίστοιχα και το κοινό μαζί μου.
Τι ευχαρίστηση αντλείς από το θέατρο σαν ηθοποιός αλλά και σαν θεατής; Το να παίζω είναι ζωτικής σημασίας για μένα. Νοιώθω σαν να ολοκληρώνεται ένα κομμάτι μου. Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο. Θέλω να επικοινωνώ με τον κόσμο με αυτό τον τρόπο. Όταν βλέπω θέατρο έχω αγωνία. Θέλω να βλέπω καλές δουλειές και να «κλέβω» από αυτές. Πρόσφατα είδα το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο» σε σκηνοθεσία του Κώστα Γάκη. Μια εξαιρετική δουλειά με νέα παιδιά. Ζήλεψα όλο αυτό που φτιάξανε.
|