Σχετικά άρθρα
ΛΕΥΚΕΣ ΝΥΧΤΕΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Παρασκευή, 21 Μάιος 2010 20:43 |
Λευκές Νύχτες Μια αισθηματική ιστορία Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Το έργο Αγία Πετρούπολη, 1847. Ένας άντρας με διαταραγμένο ψυχισμό που αυτοαποκαλείται «Ονειροπόλος», εκφράζοντας έτσι με ευμένεια την ανικανότητά του να οδηγηθεί σε δράσεις και να επιτύχει τους στόχους του, χαμένος πάντα στα ειδυλλιακά τοπία της φαντασίας του, είναι έτοιμος να ερωτευτεί την οποιαδήποτε νεαρή κυρία θα του δείξει έστω κι ένα στοιχειώδες ενδιαφέρον και φυσικά να την μεταφέρει θριαμβευτικά στα φαντασιακά του τοπία, αφήνοντας την γήινη υπόστασή της στην φροντίδα ενός άλλου άντρα ο οποίος θα είναι ικανός να την διεκδικήσει στον πραγματικό κόσμο. Ενώ οι λευκές νύχτες εντείνουν τα πάθη και αναστατώνουν τις ευαίσθητες φύσεις, στη ζωή του ονειροπόλου εισβάλλει ένα νεαρό κορίτσι που διαθέτει όνομα και υλική υπόσταση, η Νάστιενκα. Εκείνη είναι ερωτευμένη με τον «Ένοικο», έναν άντρα επίσης χωρίς όνομα που ενοικίαζε για ένα χρόνο το διαμέρισμα της καταπιεστικής γιαγιάς της και που έκλεψε την καρδιά της άπειρης νέας. Ο Ένοικος φεύγει και μετά από μια απελπισμένη της εξομολόγηση, της υπόσχεται πως θα επιστρέψει σ’ ένα χρόνο για να την συναντήσει και να την πάρει μαζί του. Ο χρόνος περνάει κι ο ένοικος δεν εμφανίζεται. Όμως ο ονειροπόλος μπαίνει με μοναδική ευκολία στο παιχνίδι της νεαρής κυρίας κι αποφασίζει να την βοηθήσει με κάθε τρόπο να ξαναβρεί τον απολεσθέντα ερωτικό αντίπαλο, παραμερίζοντας τα δικά του αισθήματα για κείνην και προσφέροντάς της μόνο ότι του ζητάει: τη φιλία του. Η φλόγα της νιότης, το ξύπνημα της σάρκας, η απώλεια του παρηγορητικού ονειρικού κόσμου, η αρρώστια της ατολμίας κι η επίδραση των καταλυτικών λευκών νυχτών, οδηγούν τον ονειροπόλο στην κόψη της απελπισίας ενώ ταυτόχρονα τον ωθούν στην μία και μοναδική του τολμηρή πράξη. Καθώς ο ένοικος μοιάζει να έχει εξαφανιστεί από το προσκήνιο, ο ίδιος εξομολογείται τον έρωτά του στην Νάστιενκα η οποία αν και τον εκτιμά, εξακολουθεί να είναι ερωτευμένη με τον άντρα που την έχει εγκαταλείψει και να αυτοταπεινώνεται, συνεχίζοντας να τον αναζητάει. Ώσπου κάποια στιγμή παίρνει την απόφαση, απελπισμένη πια πως εκείνος θα έρθει, να ενώσει την τύχη της με τον ονειροπόλο αφού η άλλη εναλλακτική της είναι να καταφύγει ξανά στην εφιαλτική γιαγιά της. Τη στιγμή που ο νέος αρχίζει να σχεδιάζει έναν μελλοντικό ευτυχισμένο βίο με τη γυναίκα των ονείρων του, η πραγματικότητα, του καταφέρει το πιο ισχυρό χτύπημα. Ο εξαφανισμένος ένοικος εμφανίζεται κι η Νάστιενκα σχεδόν ξεχνώντας την ύπαρξη του ονειροπόλου, του παραδίδεται ολόψυχα. Ο ήρωας, χαρακτηριστικός «τύπος» της εποχής του κι από τους αγαπημένους, του τόσο έντονα νευρικού και συναισθηματικού ρώσου δραματουργού, αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα αγνού αλλά κι ανολοκλήρωτου όντος που μέσα από την δυσκολία του να ενταχτεί στον κοινωνικό του περίγυρο, ανακαλύπτει αρχικά και βιώνει κατόπιν βαθιά, την οδύνη η οποία και θα του αποκαλύψει την ενδότερη φύση του ψυχισμού του και τις κρυμμένες πτυχές των ανομολόγητων φόβων του.
Η παράσταση Η σκηνοθεσία, ενσωματώνει μια σειρά από τραγούδια εμπνευσμένα από στίχους του Πούσκιν καθώς και μία δράση εμπνευσμένη από την κομμέντια ντελ άρτε, με αφορμή την αναφορά στο έργο του Μπωμαρσαί, «Κουρέας της Σεβίλλης», που είναι ιδιαίτερα γνωστό από την όπερα του Ροσσίνι. Η παράσταση, μια παραγωγή της «The Terra Incognita Art Company», είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρική και μεταφέρει το πνεύμα της εποχής μέσα από αδιόρατες πινελιές των υποκριτικών εκφάνσεων των ηθοποιών χωρίς να εγκλωβίζεται στην προσπάθεια για μια ρεαλιστική της απεικόνιση. Λίγο κουραστική και μακρόσυρτη - διαρκεί 100 λεπτά-, θα μπορούσε να έχει ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον, κυρίως λόγω των καλών ερμηνειών των ηθοποιών με κορυφαία εκείνη του Κωνσταντίνου Ασπιώτη, αν είχε βασιστεί σε μια πιο γοργή δραματουργική εκδοχή της διασκευής, με κάποιες περικοπές που θα διευκόλυναν την ενίσχυση της θεατρικότητας και μια πιο εμπνευσμένη διευθέτηση των μουσικών μερών, τα οποία κουράζουν λόγω των μονότονων συνθέσεων και της έλλειψης μετατροπιών και ρυθμικών εναλλαγών. Πολύ ενδιαφέρον και καλοπαιγμένο το στιγμιότυπο της κομμέντια αλλά κάπως ξεκομμένο από την υπόλοιπη δράση, θαυμάσια η απόδοση του υποδόριου χιούμορ του συγγραφέα και υπέροχη η στυλιζαρισμένη χορογραφία λίγο πριν το φινάλε του έργου. Τα λιτά και λειτουργικά σκηνικά οριοθετούν τους χώρους χωρίς να τους προσδιορίζουν, δημιουργώντας αόρατα πλαίσια ανάμεσα στις δράσεις με έναν ενδιαφέροντα ελλειπτικό τρόπο. Τα κοστούμια ορίζουν την εποχή χωρίς να την απεικονίζουν και με μία ελάχιστη ακόμα δόση κομψότητας θα μπορούσαν να είναι άψογα. Ατμοσφαιρικοί οι φωτισμοί, προσφέρουν στην ατμόσφαιρα, άλλοτε μία ερεβώδη διάσταση κι άλλοτε μια πανηγυρική αίσθηση. Διασκευή – Σκηνοθεσία: Νικόλας Μίχας Μουσική: Χρίστος Θεοδώρου Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα Σκηνικά - Κοστούμια: Αγγελική Αθανασιάδου Χορογραφία – Κίνηση: Ελισάβετ Πλιακοστάθη Παίζουν: Κωνσταντίνος Ασπιώτης Αλεξάνδρα Αϊδίνη Νικόλας Μακρής Χάρις Συμεωνίδου
Θέατρο «Άκης Δαβής» (πρώην «Αλκμήνη») Αλκμήνης 8 Τηλέφωνο: 210 3428650 Από 26 Απριλίου 2010 και κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.15
Διάρκεια παράστασης: 100’ Εισιτήρια: Κανονικό 20€ - Φοιτητικό 15€
|