Σχετικά άρθρα
ΔΑΦΝΕΣ ΚΑΙ ΠΙΚΡΟΔΑΦΝΕΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Τετάρτη, 13 Μάρτιος 2019 11:05 |
Δάφνες και πικροδάφνες των Δημήτρη Κεχαΐδη και Ελένης Χαβιαρά
Ο Δημήτρη Κεχαΐδης και η Ελένης Χαβιαρά έγραψαν το 1979 μια πολιτική κωμωδία βγαλμένη απ’ τα κόκαλα των Ελλήνων τα ιερά και τα «ανίερα». Ευδιάκριτα επίκαιρο κείμενο, παραμένει κίνητρο ελέγχου και φάρος της πολιτικής μας εγρήγορσης, ανεβαίνει σχεδόν κάθε χρόνο στη σκηνή και χαρακτηρίζεται πια, ως ένα από τα σημαντικότερα της νεοελληνικής δραματουργίας. Το έργο διαδραματίζεται στο σπίτι - «αρχηγείο» τεσσάρων μικροκομματαρχών στην Αρκαδία, σε προεκλογική περίοδο. Το αναμενόμενο, διόλου καθαρό παρασκήνιο, ο παραγοντισμός, η διαπλοκή, ο παλαιοκομματισμός, η μηχανορραφία, οι πελατειακές σχέσεις, η εξαγορά συνειδήσεως, η συνωμοσιολογία, όλες οι τρωτές πλευρές του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, καταγράφονται διαχρονικά και παραστατικά, όχι μέσα από ιστορικά γεγονότα αλλά μέσα από τους τέσσερις αυτούς παραγοντίσκους της Ελληνικής Περιφέρειας. Πρόκειται για μία «ιστορική» παρτίδα μπλόφας, παιγμένη με τους όρους της ηθογραφίας από τέσσερις κλασικούς τυχοδιώκτες, που με περίσσιο πάθος, μαστοριά, πονηριά και καπατσοσύνη πετάνε στο τραπέζι τα ατού-κρυμμένα τους χαρτιά, ανατρέποντας διαρκώς όλα τα δεδομένα του παιχνιδιού. Οι αγώνες (ατομικοί ή εθνικοί) , η αξιοπρέπεια, η τιμή, η φιλία, η εμπιστοσύνη, ο έρωτας μετατρέπονται σε μικρόκοσμο συμφερόντων. Το έργο καταφέρνει, με εξαιρετική δραματουργική μαεστρία, περνώντας συνεχώς από το ειδικό στο γενικό, να πραγματοποιήσει μια ανάγλυφη χαρτογράφηση της εξουσίας απομυθοποιώντας συγχρόνως την ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Οι χαρακτήρες στη συγκεκριμένη παράσταση πλάθονται από τέσσερις άνδρες της ιδίας νοοτροπίας. Πίσω από κάθε ανατροπή «αναζητήσατε τη γυναίκα». Ωσεί παρούσα η «Νόρα» παίζει καταλυτικό ρόλο και μνημονεύεται διαρκώς, ως ο άξονας γύρω από τον οποίο κινούνται συμπεριφορές βραχύβιας διάρκειας. Ο σκηνοθέτης αντιλήφθηκε σωστά ότι οι συγγραφείς επιλέγουν να δείξουν σκηνές της καθημερινής ζωής, θέματα μικρά και εκ πρώτης όψεως ασήμαντα, όπου, όμως, ελλοχεύει μια βαθιά ανθρώπινη ανάγκη κι ένα δράμα. Πίσω από φαινομενικά απλά ζητήματα, όπως η φιλοδοξία των τεσσάρων πολιτικών μικροπαραγόντων της επαρχίας να γευτούν τη δόξα της εξουσίας, κρύβονται πολύ πιο μεγάλες αγωνίες και πιο καίριες ανάγκες, όπως η μοναξιά κι ο φόβος του θανάτου, η αίσθηση της αποστολής και η ανάγκη δημιουργίας, αλλά και η ελευθερία. Όλα αυτά μπορούν να δικαιολογήσουν τις ξαφνικές εκρήξεις και τις υπερβολές. Οι ήρωες στη διάρκεια της παράστασης επιδίδονται σε μια μάχη επιβολής. Ο καθένας δίνει με τον τρόπο του έναν «αγώνα ζωής», που απαιτεί καλά μελετημένη στρατηγική και διαρκή ετοιμότητα. Το κατεξοχήν όπλο που επιστρατεύουν όλοι σ’ αυτήν την αναμέτρηση δυνάμεων είναι ο έρωτας. Πραγματικός ή φανταστικός, πλατωνικός ή σαρκικός, προβάλλεται σε κάθε περίπτωση ως λύση, ως το μοναδικό, τελικά, αντίδοτο που θα μπορούσε να αναστείλει τον πάσης φύσεως θάνατο. Ο Αντρέας Κουτσουρέλης αυτό ακριβώς προσείδε και από το λίγο έδωσε το πολύ. Δηλαδή από μικρά θέματα, όπως μια φωτογραφία ασήμαντη που έγινε σημαντικό ντοκουμέντο, ένα πούρο Αβάνας που ανακηρύχτηκε αδιάσειστο επιχείρημα ανέλιξης στις κοινωνικές τάξεις και, κυρίως, μέσα από τη γλώσσα του σώματος, της έκφρασης προσώπων, πέρασε τα πολλαπλά μηνύματα του κειμένου. Απόδειξη, η ατάκα της κυρίας δίπλα μου που σχολίασε μεγαλόφωνα τη στάση του παραγοντίσκου «Βασίλη» σε μια σκηνή : «αυτός είναι ο τούμπας κι ο κωλοτούμπας». Να, το κέρδος. Και για τις δυο πλευρές του «παιχνιδιού» . Οι θεατές στέλνουν πίσω ό,τι δέχονται με τον ίδιο εύστοχο τρόπο. Σημαίνει, επιτυχία. Η παράσταση στήθηκε με έντιμο, ξεκάθαρα κλασσικό, ρεαλιστικό τρόπο. Χωρίς προσθήκες περίεργες για να βαφτιστεί «σύγχρονη» ή ευρήματα που πολυφορέθηκαν και δε λογίζονται πια ως τέτοια, όπως η χρήση μικροφώνου ή η προβολή βίντεο. Οι ρυθμοί εξαιρετικά γρήγοροι , κράτησαν αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού. Η μουσική παντελώς απούσα και το λίγο απ’ το τραγούδι του Λέοναρντ Κοέν «dancingtotheendoflove», που ακούστηκε στο φινάλε, έτερψε μεν τ’ αυτιά μας, ήταν δε ατυχής επιλογή. Γράφτηκε απ’ τον συνθέτη για έναν πολύ ιδιαίτερο λόγο, θαρρώ πως δεν είχε θέση μέσα στην ατμόσφαιρα λαϊκού καφενείου, που τη μετέφεραν οι συγγραφείς σ’ ένα δωμάτιο κι η σκηνοθεσία στη σκηνή. Τσιγάρο και πολιτικολογίες, υπερβολές και λεονταρισμοί, πιθανά κι απίθανα σενάρια, αγοραία γλώσσα, όλα όσα συνθέτουν μια λαϊκοκουβέντα καφενόβιων πριν από εκλογές. Επειδή, όμως, θέλω να πάρω μια γόμα και να σβήσω το λάθος, θα πω ότι το τραγούδι σημειολογικά υπαινίχθηκε έναν ανεκπλήρωτο έρωτα. Η συγκρότηση του θιάσου επιτυχής. Τέσσερις έμπειροι ηθοποιοί έπεισαν εξ αρχής τους θεατές ότι αποτελούν παρέα ιδιοτέλειας. Έπαινοι σε όλους που επιδέξια μάς πρόσφεραν μηνύματα, με κορυφαίο το ότι οι υστερόβουλες προθέσεις στιγματίζουν την αδυναμία ορθής πολιτικής σκέψης, που μαστίζει - ως μόνιμη παθογένεια- το εκλογικό σώμα. Κατά πού φυσάει ο άνεμος γέρνει και ο ψηφοφόρος στη περίοδο των υποσχέσεων και των δήθεν μεγάλων αλλαγών. Είδα την παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Καβάλας «Αντιγόνη Βαλάκου» και απόλαυσα την έντεχνη, στοχευμένη «επίθεσή» της στη διαχρονική πολιτική και κοινωνική τάξη πραγμάτων. Διαφοροποιείται ως προς τα ονόματα, αλλά αυτή η εξαιρετική ομάδα αποδεικνύει με τον πιο ευφάνταστο τρόπο, ότι το τραύμα της ιστορίας, που φέρει σημαία γαλανόλευκη, παραμένει νωπό και αξεπέραστο. Τέσσερις ηθοποιοί του Κ.Θ.Β.Ε. ένωσαν ταλέντο και δυνάμεις, εργάστηκαν επί σκηνής και, σίγουρα, βίωσαν ειδικές διεργασίες για να περάσουν σε μια κατάσταση προσφοράς. Εισέπραξα τις αντιδράσεις, τις μεταπτώσεις, τις εξάρσεις, τις εντάσεις κι ανατάσεις, τις σιωπές, τις αναπάντεχες ανατροπές, την ομοιογένεια των υποκριτικών δυνατοτήτων των ηθοποιών, τη «χημική» τους ένωση, που ήταν εμφανής από την πρώτη σκηνή, ώστε δεν μπορώ να ξεχωρίσω κανέναν. Όλοι τους άξιοι συγχαρητηρίων. Αν θα πρέπει να εντοπίσω ένα σημείο υπερβολής αχρείαστο, θα το κάνω στις παραπανίσιες μούτες του Κώστα ΄Ιτσιου. Ήταν περιττές. Έτσι κι αλλιώς, το κείμενο προσφέρει απολαυστικούς κωμικούς διαλόγους. Η παράσταση μετά την περιοδεία της στη Βόρεια Ελλάδα σταθμεύει στη Θεσσαλονίκη. Κλείστε θέσεις. Σκηνοθεσία- Μουσική Επιμέλεια: Αντρέας Κουτσουρέλης, Σκηνικά – Κοστούμια: Χρήστος Μπρούφας, Φωτισμοί: Τάσος Δαηλίδης, Βοηθός σκηνοθέτη: Στάθης Βούτος, Φωτογράφιση παραγωγής: Τάσος Θώμογλου, Οργάνωση παραγωγής: Ηλίας Κοτόπουλος Βοηθοί σκηνοθέτη (στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης): Λουκία Κοίλια, Γιώργος Σαμαρινίδης Παίζουν οι ηθοποιοί: Στάθης Βούτος (Αλέκος), Κώστας Ίτσιος (Τάσος), Νίκος Νικολάου (Βασίλης), Δημήτρης Παλαιοχωρίτης/ Βασίλης Σεϊμένης (Κώστας) Διάρκεια 100’ (διάλειμμα 10’) |