Σχετικά άρθρα
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΤΕΝΤΑΖΙΛ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Δευτέρα, 29 Μάρτιος 2010 23:15 |
Ο Θάνατος του Τενταζίλ του Maurice Maeterlinck
Το έργο Από την θεατρική ομάδα Angelus Novus παρακολουθήσαμε φέτος μια ζωτικού δραματουργικού ενδιαφέροντος παράσταση του έργου «Ο Θάνατος του Τενταζίλ» του νομπελίστα Βέλγου συγγραφέα Μωρίς Μαίτερλινκ, του κυριότερου εκπροσώπου του συμβολισμού στο θέατρο, που γεννήθηκε το 1862 και πέθανε το 1949. Έγραψε αυτό το έργο το 1894, σε ηλικία 32 χρονών και κατάφερε να συνδυάσει τα παραμυθένια στοιχεία με την οντολογική και μεταφυσική αγωνία, το οικείο με το ανοίκειο, το φανταστικό με το πραγματικό, μέσα από μια γλώσσα ποιητική αλλά και εύληπτη.
Η υπόθεση Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν σ’ ένα νησί, σ’ ένα εφιαλτικό κάστρο, ερειπωμένο και πολυδαίδαλο, χωμένο στη σκοτεινή κόχη μιας κοιλάδας, εμφανίζεται ένα μικρό παιδί, ο Τενταζίλ, που επιστρέφει παρά τη θέλησή του από κάπου μακριά, όπου τον είχαν φυγαδεύσει οι δυο αδελφές του, η Υγκραίν και η Μπελανζέρ. Τα κορίτσια προσπαθούσαν να σώσουν τον μικρό αδελφό τους από τις επίβουλες, φονικές προθέσεις της γιαγιάς τους, μιας ζηλόφθονης και αδυσώπητης, αιωνόβιας βασίλισσας, που κατοικεί, αποφεύγοντας τα ανθρώπινα βλέμματα, στον ζοφερό, πανύψηλο πύργο αυτού του κάστρου. Η Υγκραίν και η Μπελανζέρ, μαζί με το γέρο παιδαγωγό τους, τον Αγκλοβάλ, αναλαμβάνουν να προστατέψουν το παιδί από την αόρατη αλλά και δαιμόνια βασίλισσα. Εκείνη όμως, στέλνει τρεις πεπλοφορεμένες υπηρέτριές της, τρεις δαιμόνισες που πάντα επιτυγχάνουν τους στόχους τους, να αρπάξουν το αγόρι και να το οδηγήσουν στο φονικό της κρησφύγετο, όπου και θα έρθει αντιμέτωπο με το θάνατο.
Οι συμβολισμοί Το «νησί», αποκομμένο από τον υπόλοιπο κόσμο, περιβεβλημένο με θάλασσα, αναγάγει εύλογα στην πάσχουσα ανθρώπινη ψυχή, την αποκλεισμένη από τον κοινωνικό της περίγυρο και αφημένη στο έλεος των αρχέγονων σεληνιακών δυνάμεων του ασυνειδήτου, των σκοτεινών κι αδηφάγων υποθαλάσσιων διαστροφών. Τα δύο κορίτσια, φιγούρες που φέρνουν στο νου τραγικές ηρωίδες όπως η δυναμική Ηλέκτρα και η άβουλη Χρυσόθεμις, από βασιλική γενιά αλλά δέσμιες της αρχέγονης εξουσίας, που εκπροσωπεί η αιωνόβια γιαγιά τους, μια εφιαλτική Κλυταιμνήστρα, δεν αντικρίζουν το φως της αποκάλυψης, ούτε γονιμοποιούνται από την κοφτερή λεπίδα της ηλιακής γνώσης. Διαφυλάττουν όμως, με όποιο τρόπο μπορούν την ακεραιότητα του νεότερου και αρσενικού γόνου της οικογένειας, ενός ανήλικου κι απροστάτευτου Ορέστη, που έχει τη δυνατότητα να ενηλικιωθεί και να διεκδικήσει σαν ηλιακός πρίγκιπας το θρόνο. Ένας κουρασμένος, καταπονημένος άντρας, ο παιδαγωγός, κρατάει ακόμα σαν προστασία όλων τους αλλά και σαν ανάμνηση εποχών ισχύος το σπαθί, σύμβολο της πνευματικότητας. Αλλά σύντομα οι σκοτεινές, υλικές δυνάμεις του πύργου τον παροπλίζουν, αφού το όπλο καταστρέφεται, σπάζοντας στους τοίχους του. Η προγεννήτωρ και υπερήλιξ βασίλισσα αντιλαμβάνεται την απειλή που επιφυλάσσει στο μέλλον η ενδυνάμωση του αρσενικού γόνου της κι αποφασίζει την εξόντωσή του. Σαν μια θηλυκή θανατερή παγίδα, κρυμμένη στο ψηλό, φαλλικό της κάστρο, εξαπολύει τις αρχέγονες ιέρειές της, τις εφιαλτικές πεπλοφόρες ερινύες της, εκείνες που μόνο μια δύναμη ηλιακή θα μπορούσε να μετατρέψει σε Ευμενίδες, για να παγιδέψουν το αγόρι κι ακολουθώντας τον ομφάλιο λώρο μιας δαιδαλώδους κλίμακας, να το οδηγήσουν στην άγονη αλλά φονική μήτρα της, στο έσχατό καταφύγιο της παρακμής της, στο σκοτεινό κι εφιαλτικό σφαγείο του εξουσιαστικού και γεμάτου απειλές, υποσυνείδητού της. Η βασίλισσα δεν εκπροσωπεί τον θάνατο στην αναπότρεπτη αλλά και φυσική εκδοχή του, σαν το μοιραίο τέλος κάθε ζωντανής ύπαρξης. Εκπροσωπεί εκείνη τη σεληνιακή φονική δύναμη που εξολοθρεύει την αρσενική ικμάδα πάνω στην ωρίμανσή της, για να στερήσει από τον ηλιακό πρίγκιπα κάθε δυνατότητα επικράτησής του μελλοντικά, στο κοινωνικό, πολιτικό και ψυχικό πεδίο της ανθρωπότητας. Η βούλησή της ωστόσο δεν είναι προσωπική, εκπηγάζει από την αρχέγονη συμβολική λειτουργία της Γαίας που γεννά τα τέκνα της για να τα καταβροχθίσει αργότερα στα σκοτεινά έγκατά της, ώστε να θρέψει με την πεθαμένη σάρκα τους, τους επόμενους βλαστούς της. Ακολουθώντας τα τελετουργικά που καθόρισαν τους μυστικιστικούς κώδικες των θρησκειών, ο αμνός εκπροσωπεί το εξιλαστήριο θύμα που εκτελείται το φθινόπωρο και οδηγείται στον τάφο του, όπου και παραμένει την περίοδο του χειμώνα, για να αναστηθεί με τις γιορτές της Άνοιξης. Η εξουσία της αρχαίας βασίλισσας σκοτεινή σαν τους εφιάλτες, αρχαία όσο ο κόσμος μας και μοιραία σαν την ίδια μας την ύπαρξη, δρα ακολουθώντας όχι ηθικούς κώδικες αλλά φυσικές αναγκαιότητες. Εξουσία τυφλή και αδηφάγα αλλά ταυτόχρονα πηγή κάθε ζωής. Στον συγκεκριμένο μύθο όμως δεν προβλέπεται ανάσταση. Η Μητέρα Των Πάντων έχει πια γεράσει, έχει χάσει τη ζωοποιό της δύναμη και δεν μπορεί να προασπίσει τα συμφέροντά της παρά μόνο εξολοθρεύοντας. Ένας νέος κόσμος, λαμπρός κι εξ ίσου εξολοθρευτικός, ο κόσμος του Διός, του Απόλλωνα, του Διονύσου και της Αθηνάς έχει ήδη διαταράξει επικίνδυνα τη σαθρή εξουσία της, μέσα από την παρουσία του νεαρού απογόνου της. Ωστόσο στο νησί της ιστορίας μας, οι δυνάμεις του φωτός δεν φτάνουν ποτέ και οι δύο αδελφές, αποδυναμωμένες από τη διαρκή τους συνύπαρξη με το σκότος, βυθίζονται στον αποπνευματοποιημένο τους ύπνο, αφήνοντας το προσφιλές τους αρσενικό, λάφυρο, στο έλεος των σκοτεινών, εφιαλτικών πεπλοφόρων. Εκείνες, κόβουν τα μαλλιά από τα οποία έχει αγκιστρωθεί το αγόρι, μαλλιά που συμβολίζουν τις ρίζες που μας κρατούν στη ζωή και ταυτόχρονα τη ζωοποιό δύναμη του φωτός. Και το ταξίδι στο δαιδαλώδες κάστρο αρχίζει. Ο φωτεινός Τενταζίλ υποχρεώνεται να διασχίσει τους σκοτεινούς διαδρόμους και τις εφιαλτικές σκάλες ενός λαβύρινθου που τον οδηγεί στην καρδιά της αδυναμίας του, στο κέντρο της ανεπάρκειάς του, αντιμέτωπο με μια βασίλισσα-τέρας, έναν αδηφάγο, θηλυκό Μινώταυρο. Η δυναμική Υγκραίν αφυπνίζεται ενώ η αδύναμη Μπελανζέρ παραδίδεται από τον ύπνο στην λιποθυμία, προσεγγίζοντας ακόμα πιο πολύ τον απροσπέλαστο λήθαργο του θανάτου. Η αδελφή σκαρφαλώνει τα σκαλιά προς τον ψηλό πύργο κι ακολουθώντας τα σημάδια του αγοριού, τις ίδιες τις ξανθιές της μπούκλες, την ηλιακή δύναμη μέσα της, που γραπώνοντας για να παραμείνει στη ζωή, έχει κρατήσει ο πρίγκιπας στις χούφτες του, φτάνει ως την πύλη, πίσω από την οποία, ως αμνός προς σφαγήν, βρίσκεται παγιδευμένος ο ελπιδοφόρος διεκδικητής του θρόνου. Η πύλη όμως είναι απροσπέλαστη. Το κορίτσι έχει τρία όπλα, όπως είθισται στα μυθολογικά δρώμενα. Το ένα είναι η εξυπνάδα της που την οδηγεί αλάθητα ως το εμπόδιο. Το δεύτερο, δεν είναι παρά τα αδύναμα νύχια της, τα οποία θραύονται στην προσπάθεια να ανοίξει μια ρωγμή στην ατσάλινη κι ανίκητη εξουσία της πύλης. Το σπαθί που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να διευρύνει τη σχισμή-αιδοίο και να απελευθερώσει το έμβρυο-Τενταζίλ από τον φονικό εναγκαλισμό της άγονης μήτρας-γιαγιάς, έχει απολεσθεί από γεροντική αδυναμία του μοναδικού προστάτη της και παιδαγωγού της, της κατευθυντήριας δύναμης που τη σπρώχνει, αν και αναποτελεσματικά, ως τα έσχατα όρια της αντίστασης. Χρησιμοποιεί τότε το τρίτο της όπλο, την ικεσία. Τα γυναικεία της δάκρυα όμως, αν και θα έκαμπταν σχεδόν κάθε αρσενική δύναμη, δεν έχουν καμία ισχύ στη θηλυκή εξουσία, αφού εκείνη γνωρίζει τόσο να τα χρησιμοποιεί όσο να προστατεύεται απ’ αυτά. Το αγόρι παγιδεύεται και οδηγείται σε πνιγμό, ενώ η αδύναμη πια να το προστατεύσει, ομομήτριος αδελφή του, δεν μπορεί παρά να εξακοντίσει μαζί με τα δάκρυά της, την άχρηστη οργή της και να σωριαστεί νικημένη πάνω στην ατσάλινη πύλη της αδυναμίας της. Ένα παραμύθι χωρίς άμεση λύτρωση αλλά με φανερή την υποβόσκουσα δύναμη της ελλοχεύουσας απειλής. Η αόρατη μητέρα και γεννήτωρ του διαδόχου μπορεί ανά πάσα στιγμή να εγκυμονήσει το επόμενο αρσενικό βέλος και ένας νέος Τενταζίλ, πιο ισχυρός και πιο ώριμος, πιο έτοιμος να ανταποκριθεί στις περιστάσεις, ίσως κάποια μέρα, με παρατεταμένο το σπαθί του παιδαγωγού του, να παραβιάσει την απαραβίαστη πύλη και να εμβολίσει την αιωνόβια προμάμμη του αρπάζοντάς της ταυτόχρονα τη ζωή και την εξουσία. Το σκοτεινό αυτό θρίλερ δεν εξαντλείται με το τέλος του έργου. Αιωρείται σαν απειλή στο υποσυνείδητο του θεατή, εξαναγκάζοντάς τον να έρθει αντιμέτωπος με τις πιο ζοφερές προκλήσεις της φύσης του και των αφανών δυνάμεων που καθορίζουν τη φθαρτή αλλά και αεί ανανεούμενη, φύση του.
Η παράσταση Ο ευφυής Κωνσταντινίδης επιχείρησε να αποδώσει το σοφό και γεμάτο συμβολισμούς αυτό μύθο, μέσα από μια σκηνοθετική και υποκριτική γραμμή που ανακλά κατευθείαν στην αδυναμία της αυτεξιουσιότητας του ανθρωπίνου όντος. Οι ηθοποιοί του κινούνται σαν μαριονέττες ενώ ταυτόχρονα αποδίδουν τους ρόλους τους σαν να τους είχαν επαναλάβει άπειρες φορές εις το διηνεκές, παγιδευμένοι στη διαρκή κι αδυσώπητη εξουσία της αράχνης-γιαγιάς βασίλισσας, η οποία τους επιβάλλει το να βιώνουν το εφιαλτικό παραμύθι σαν μια ατέρμονη κυκλική πορεία, χωρίς ελπίδα διαφυγής προς τη λυτρωτική διέξοδο της φαλλικής σπείρας. Οι τρεις ανίκητες πεπλοφόρες εμφανίζονται σαν οι κινητήριες δυνάμεις μεγάλων, συντριπτικών όγκων σκοταδιού, που παγιδεύουν το αγόρι και τις δύο αδελφές του, εμποδίζοντας τις κινήσεις τους κι εξαναγκάζοντάς τους σε μια δυναστική υπνοβασία. Η άνοδος-γολγοθάς της αδελφής στα σκαλοπάτια που οδηγούν στο άντρο-θυσιαστήριο, στο οποίο έχει οδηγηθεί ο αδελφός της, αναπαρίσταται σαν μια μαρτυρική πορεία, γεμάτη από οδυρμό και φόβο, μέσα από τη σκηνοθετική επεξεργασία. Η παράσταση μεταποιείται η ίδια στον εφιάλτη, τον οποίο εξιστορεί το δράμα, εξαναγκάζοντας τον θεατή να ταυτιστεί ή να αποχωρήσει ψυχικά και πνευματικά. Μια βαθιά επαναστατική προσέγγιση που ανοίγει έναν νέο δρόμο για τον ταλαντούχο σκηνοθέτη, ο οποίος, αν τον ακολουθήσει συνειδητά στο μέλλον, είναι σίγουρο πως θα οδηγηθεί σε μια μέθοδο που θα επηρεάσει θετικά το θεατρικό προφίλ και της χώρας μας και της ομάδας του. Εξαιρετικοί οι ηθοποιοί, με θαυμάσιο έλεγχο των φωνητικών τους προσόντων και πολύ καλά οργανωμένοι κινησιολογικά αλλά αισθητή η απουσία του παιδιού στο ρόλο του Τενταζίλ, το οποίο λόγο υπερκόπωσης, αντικατέστησε επάξια η μία από τρεις πεπλοφόρες. Τα σκηνικά εξυπηρετούν με έμπνευση το σκηνοθετικό εύρημα επιτείνοντας το κλειστοφοβικό πνεύμα του έργου. Οι ατμοσφαιρικοί αλλά και δυναμικοί φωτισμοί που εμβολίζουν τις δράσεις, όπως και η μουσική που επιτείνει την αίσθηση θρίλερ, προσθέτουν στην αρτιότητα του όλου αποτελέσματος.
Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Δαμιανός Κωνσταντινίδης Σκηνικά – Κοστούμια: Απόστολος Αποστολίδης Μουσική: Κωστής Βοζίκης Κίνηση: Έφη Δρόσου Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου (ομάδα beforelight) Φωτογραφίες: Έλενα Κανάκη
Παίζουν: Γιώργος Κρήτος: Αγκλοβάλ Έλλη Μερκούρη: Δεύτερη Υπηρέτρια Άννη Ντουμούζη: Πρώτη Υπηρέτρια Δέσποινα Παπάζογλου: Υγκραίν Καλλιόπη Σίμου: Τενταζίλ, Τρίτη Υπηρέτρια Μαρίνα Χατζηιωάννου: Μπελανζέρ
ΘΕΑΤΡΟ ΒΑΦΕΙΟ-Λάκης Καραλής Κωνσταντινουπόλεως 115 και Αγίου όρους 16 Μετρό: Κεραμεικός Τηλ: 210-3425.637
Παραστάσεις: Δευτέρα και Τρίτη στις 9.15μμ Διάρκεια: 1 ώρα Εισιτήρια: 18 ευρώ (κανονικό), 15 ευρώ (φοιτητικό), 10 ευρώ (ομαδικό)
Η θεατρική ομάδα Angelus Novus επιχορηγείται από το Εθνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού.
|
Τελευταία Ενημέρωση στις Δευτέρα, 29 Μάρτιος 2010 23:33 |