ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ Της Μarguetite Duras
«Ρωτάει: πως θα μπορούσε να γεννηθεί το συναίσθημα της αγάπης…; Σας απαντά: από ένα λάθος, από μια ρωγμή στη λογική του σύμπαντος, ποτέ από τη θέληση…»
Το βαθιά ποιητικό ερωτικό κείμενο της Μarguetite Duras «Αρρώστια Θανάτου» παρουσιάζει στη Θεσσαλονίκη μέχρι τις 24 Μαΐου 2015 ,το «Θέατρο Έξω από τα Τείχη» σε σκηνοθεσία Γιώργου Νεράντζη και ερμηνεία των Γιάννη Περδίκη και Ελευθερίας Τσάκουρα.
Το κείμενο Ένας ώριμος άντρας ζητά από μια άγνωστη του γυναίκα να περάσουν μαζί κάποιες πληρωμένες νύχτες σε ένα ξενοδοχείο πλάι στη θάλασσα. Με καίριες λέξεις και πολύ πάθος μας αφηγείται αυτές τις νύχτες ανασύροντας εικόνες που θυμίζουν άλλοτε όνειρο, άλλοτε εφιάλτη. Αφηγείται την επιθυμία του να γνωρίσει την γυναικεία σάρκα, το άρωμα της, την υφή του, την ανάγκη του να ερωτευτεί και να αγαπήσει. Η Μαργκερίτ Ντυράς, εραστής του λόγου και της γραφής, δημιουργεί ένα κείμενο που σκάβει βαθειά στην ψυχή του διψασμένου από αγάπη άντρα, με τρόπο οξύ και αιχμηρό άλλοτε λάγνο κι ελκυστικό κι άλλοτε αποτρόπαιο και σκληρό. Ένα κείμενο ζυμωμένο χωρίς ταυτότητες και ονόματα, χωρίς τόπο και χρόνο που δίνει το λόγο στους ήρωες του, πριμοδοτώντας τον διάλογο και "δείχνοντας" μας τα γεγονότα (όπως ακριβώς συμβαίνει στο θέατρο). Το ασύνηθες του κειμένου αυτού είναι αρχικά η χρήση του τρίτου προσώπου ενώ κατά ένα μαγικό τρόπο, το κείμενο διατηρεί από τη μια την ένταση της υποκειμενικότητας και του «εγώ» του πρώτου προσώπου. Η χρήση του τρίτου προσώπου από την άλλη δηλώνει το «ανείπωτο» ανάμεσα τους από την άλλη, γίνεται ένας δείκτης της μη-επικοινωνίας μεταξύ τους, αποστασιοποιεί και μεγεθύνει τόσο την αδυναμία αγάπης, όσο και την «ιδέα» αυτής. Η αγάπη παρουσιάζεται όχι μόνο ως επιθυμία για συνεύρεση και συγχώνευση με τον άλλον, αλλά και ως ένα «συμβάν» ένα «γεγονός» που πιθανόν να μπορεί να κατακτηθεί και επί πληρωμής ( ή μήπως όχι;) Ένα γεγονός εξαρτημένο από την «γειτνίαση», την εγγύτητα των σωμάτων αλλά και την χρονική συνέχεια και διάρκεια της εγγύτητας αυτής.
«… Ρωτάει: Πόσες πληρωμένες νύχτες μένουν ακόμα; Λέτε: Τρείς. Ρωτάει: Δεν αγαπήσατε ποτέ καμιά γυναίκα; Λέτε: Όχι, ποτέ. Ρωτάει: Δεν ποθήσατε ποτέ καμιά γυναίκα; Λέτε: Όχι ,ποτέ. Ρωτάει: Ποτέ; Ποτέ; Επαναλαμβάνετε: ποτέ. Χαμογελά και λέει: περίεργο πράγμα ένας νεκρός…»
Αυτό που φαίνεται να ενώνει τους δυο «εραστές» είναι μια σχέση σαφώς όχι εκ των «έσω» αλλά έξωθεν. Η επιθυμία του «ανέραστου» άντρα δεν είναι απλά μια βούληση για να γοητευτεί, να ταυτιστεί, να συνενωθεί μαζί με τη γυναικεία σάρκα αλλά γίνεται και μια βαθειά επιθυμία για να πεθάνει με τον θάνατο της, να πεθάνει στην αγάπη. Ο ένας για τον άλλον ή ο ένας μαζί με τον άλλο. Είναι μια αγάπη ένωσης αλλά και αφανισμού. Το επιχείρημα όμως, είναι αδύνατο και αμέσως αυτή διαπιστώνει το «γιατί». Αιτία; Η «αρρώστια θανάτου» από την οποία πάσχει ο άντρας. Η αρρώστια αυτή δεν είναι άλλο από την τάση να μην μπορεί να απολαύσει τίποτα, να χάνει το κάθε λεπτό, την κάθε στιγμή και να «χάνεται» μέσα σε αυτή καθώς αναζητεί μια άλλη, επόμενη, ευτυχέστερη στιγμή - που όμως δε φτάνει ποτέ-. «…Συνεχίζετε να μιλάτε, μόνος στον κόσμο όπως το ποθείτε. Λέτε ότι ο έρωτας, σας φαινόταν πάντα άτοπος, ότι δεν καταλάβατε ποτέ, ότι πάντα αποφύγατε να αγαπήσετε, ότι θέλατε πάντα να είστε ελεύθερος να μην αγαπάτε. Λέτε ότι είστε χαμένος. Λέτε ότι δεν ξέρετε τι χάσατε και που χαθήκατε. Αυτή δεν ακούει, κοιμάται..».
H παράσταση
Με μια μινιμαλιστική εκδοχή του χώρου, ο σκηνοθέτης της παράστασης Γιώργος Νεράντζης αξιοποιεί στο έπακρο όλη την έντονα συναισθηματική και συμβολική δύναμη του κειμένου. Με τον γνωστό κινηματογραφικό του τρόπο και με απόλυτο σεβασμό στο κείμενο (αλλά και στην επιθυμία της Margurit Duras για τον τρόπο της σκηνικής παρουσίασης και ανάγνωσης του -όπως η ίδια είχε καταγράψει-) σκηνοθετεί χαμηλόφωνα με πλούσιους συμβολισμούς και ποίηση όλη την αλχημεία των συναισθημάτων του άντρα. Μέσω της γυναίκας προβάλει στο «μικροσκόπιο» όλες τις πληγές, τις «εκατόμβες» και τη φθορά των -στερημένων από αγάπη- κυττάρων του. Η αγριεμένη θάλασσα που με εξαιρετικό τρόπο προβάλλεται ζωντανά σε οθόνη να κραδαίνει και αναβράζει καθώς και το γυναικείο σώμα, είναι τα μόνα σημεία σύγκλισης των δυο εραστών. Ένα σώμα, άλλοτε παρόν -ακόμα και με την σκηνική «σιωπή» του-, κι άλλοτε απόν -όταν αυτό υποκαθίσταται από το περίγραμμα του τη στιγμή που με κιμωλία το χαράζει η ηθοποιός (Ελευθερία Τσάκουρη) στο πάτωμα ή όταν όρθιο βρίσκεται μέσα σε ένα μαύρο σεντόνι /φέρετρο- Η ομορφιά της (όπως άλλωστε και ο ψυχικός της κόσμος) τις στιγμές που αυτή κάνει ανέμελα κούνια μπροστά στην απέραντη θάλασσα αποδίδεται σαν μια ομορφιά αγνή και αθώα, όμως και «πληρωμένη» αδυσώπητη και κολασμένη, σαρκική αλλά και πνευματική. Το κάθε μέλος από αυτό το ιδιόμορφο ζευγάρι μπροστά έχει το δικό του λεκτικό βασίλειο ενώ για μια ακόμα φορά η χρήση του τρίτου προσώπου από την συγγραφέα εντείνει την αίσθηση αυτού του δικού τους, απομονωμένου βασιλείου. Χωρίς φαινομενικά να συμβαίνει απολύτως τίποτα, η μεταξύ τους επικοινωνία και «σχέση» περνάει από διάφορα στάδια. Από το γλωσσικό, το χειρονομιακό, το άλαλο, μέσα από ποιητικούς συμβολισμούς και κινήσεις -αμφίσημες ίσως για τον μέσο θεατή- αλλά ιδιαίτερα γοητευτικές και «εργαλειακές» σαν μια άγνωστη, ξένη για εμάς τους θεατές, γλώσσα. Μια σχέση που ακολουθεί την ίδια ατελείωτη και αμετάβλητη δυναμική των κυμάτων της θάλασσας που ακούγονται κατά το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης. Ο Γιάννης Περδίκης «γονιμοποίησε» με ιδιαίτερη προσήλωση και σκηνική ωριμότητα τον ρόλο εκείνου του άντρα που απεγνωσμένα αναζητεί την ζωοδόχο αγάπη. Έναν ιδιαίτερο δύσκολο και διττό ρόλο καθώς από τη μια αναλαμβάνει τον ρόλο του αφηγητή (ως το πρόσωπο το οποίο διαχειρίζεται την αφήγηση) ενώ από την άλλη το ρόλο του υποκειμένου που δρα ακροβατώντας πάνω στο λεπτό εκείνο σκοινί που επιβάλει το να μη χάνεται καμία στιγμή το «εγώ» της συγγραφέως που απευθύνεται στους θεατές. Η Ελευθερία Τσάκουρη με την καθάρια φωνή της και με φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στην Μαργκερίτ Ντυράς, απέδωσε εύστοχα και πειστικά τον ρόλο της γυναίκας που διατηρεί την θηλυκότητα αλλά και πνευματικότητα της, γήινη αλλά και ουράνια μαζί. Ευαίσθητη όσο και ρεαλιστικά αδυσώπητη και τολμηρή. Είναι αυτή που οι πληρωμένες νύχτες της μας οδηγούν στην συνειδητοποίηση πως η «αρρώστια του θανάτου» τελικά δεν είναι άλλη, από την ίδια τη ζωή όταν αυτή στερείται της αγάπης. Ή αλλιώς η ζωή όταν μέσα στην απέραντη μοναξιά της, ατενίζει μια θαλασσογραφία. Σκηνοθεσία: Γιώργος Νεράντζης Σκηνικά-κοστούμια: Αγγελική Ρελάκη Φωτισμοί: Ελένη Χούμου Παίζουν: Ελευθερία Τσάκουρη, Γιάννης Περδίκης «Θέατρο Έξω από τα Τείχη» Πανεπιστημίου 2 Ευαγγελίστρια Θεσσαλονίκη Τηλέφωνο: 2310210308 Ημέρες και ώρες παραστάσεων :Κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή, στις 21:10 Ως τις 24 Μαΐου Διάρκεια: 60′ (χωρίς διάλειμμα) Εισιτήρια : Κανονικό: 10€ Φοιτητικό και ανέργων: 7€
|