Σχετικά άρθρα
MAURICE DUROZIER |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Δευτέρα, 18 Ιούλιος 2011 19:58 | |||
Μaurice Durozier Όταν είναι ακόμη ο εαυτός του, ο ηθοποιός τελεί υπό το κράτος του φόβου. Όταν έρθει ο ρόλος, ο ηθοποιός σώζεται. Γιατί, κατά βάθος, τί είναι η δουλειά, η δουλειά της δημιουργίας του ηθοποιού; Είναι να αφήσει στην άκρη τον εαυτό του, να αφήσει το χώρο κενό, για να μπορέσει να έρθει ο ρόλος.
Η Μαρία Κυριάκη, η Δάφνη Λαρούνη κι η Λίτσα Φρυδά συζητούν με τον Μωρίς Ντυροζιέ, έναν από τους πιο παλιούς ηθοποιούς της Αριάν Μνούσκιν και πρωταγωνιστή των «Ναυαγών της τρελής Ελπίδας» για το «Θέατρο του Ήλιου», για το ρόλο του στην παράσταση, για την σωματικότητα στην υποκριτική, για τις ελπίδες που διαψεύδονται, για την κρίσιμη κατάσταση στις μέρες μας και για τη δύναμη της θεατρικής τέχνης. Την συνέντευξη μετέφρασε από τα γαλλικά η Λίτσα Φρυδά.
Μαρία: Μπορείτε να μου αφηγηθείτε κάποιες στιγμές με την Αριάν Μνουσκίν; Μνουσκίν λέμε, όχι Μνούσκιν;
Μωρίς: Μνούσκιν. Αριάν Μνούσκιν.
Δάφνη: Εδώ μερικοί την λένε Μνουσκίν.
Μωρίς: Θα την λέμε Αριάν. Είναι πιο απλό. (γέλια)
Μαρία: Πόσο καιρό είστε μαζί της;
Μωρίς: Μπήκα στο θίασο γύρω στα 1980 όταν ανέβαζε τον Σαίξπηρ, έμεινα έντεκα χρόνια και μετά έφυγα για άλλα έντεκα χρόνια.
Μαρία: Δεν είναι δυνατόν!
Μωρίς: Είναι δυνατόν να φύγεις.
Μαρία: Αυτό είναι μοναστήρι.
Μωρίς: Είχα ιδρύσει το θίασό μου και ανέβαζα παραστάσεις. Επέστρεψα πριν δέκα χρόνια. Ένα μεγάλο κομμάτι κοινής πορείας.
Μαρία: Θα υπάρχουν πολλές αναμνήσεις απ’ τη συνεργασία σας... Υπάρχουν κάποιες στιγμές που μπορείτε να μου αφηγηθείτε;
Μωρίς: Μπορώ να σας αφηγηθώ αλλά θα πάρει πάρα πολύ χρόνο. Μπορώ να σας αφηγηθώ, ίσως, εκείνη τη στιγμή που νομίζω πως γεννήθηκα ως ηθοποιός... Ένας ηθοποιός γεννιέται τη στιγμή της συνάντησής του με έναν σκηνοθέτη. Γιατί, προφανώς, όταν είσαι ηθοποιός δεν μπορείς να δεις τον εαυτό σου. Πριν, έκανα πολλά πράγματα, είχα πολλές επιθυμίες, όμως νομίζω πως έχει κανείς και πολλές προκαταλήψεις. Λοιπόν η πρώτη φορά που συνάντησα ένα ρόλο, ήταν με την Αριάν. Τη θυμάμαι πολύ καλά αυτή τη στιγμή γιατί ήταν μία θεμελιώδης στιγμή. Ήταν ένα είδος αποκάλυψης. Δεν θα αφηγηθώ όλες τις λεπτομέρειες, αλλά συνέβη κάτω από τη μάσκα της Πουλτσινέλα, μιας και η μάσκα αποτελεί εργαλείο δουλειάς για το Θέατρο του Ήλιου, στο οποίο γεννήθηκα ως ηθοποιός. Και η Αριάν μ’ έκανε να δουλέψω… Όταν φοράς μια μάσκα συχνά είσαι τρομοκρατημένος. Ένας ηθοποιός είναι συχνά τρομοκρατημένος όταν δεν ξέρει πού βρίσκεται, τι κάνει. Όταν είναι ακόμη ο εαυτός του, ο ηθοποιός τελεί υπό το κράτος του φόβου. Όταν έρθει ο ρόλος, ο ηθοποιός σώζεται. Η Αριάν λοιπόν μου είπε -γιατί είχα κάνει πολλές απόπειρες, πολλές εισόδους- «λοιπόν, περίμενε, σταμάτα, βγάλε τη μάσκα». Βγάζω τη μάσκα. «Τι προφορά είναι αυτή που έχεις; Είσαι κορσικανός;» Λέω «όχι, όχι, δεν είμαι κορσικανός». «Θα ‘λεγα ότι κάνεις διαφήμιση για κατσικίσιο τυρί». Αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με την Αριάν. Όμως δουλεύοντας, κλήθηκα, κατά κάποιον τρόπο, απ’ αυτήν τη μάσκα και κατάφερα μαζί της να αφεθώ, να αφήσω να έρθει ο ρόλος, γιατί, κατά βάθος, τι είναι η δουλειά, η δουλειά της δημιουργίας του ηθοποιού; Είναι να αφήσει στην άκρη τον εαυτό του, να αφήσει το χώρο κενό, για να μπορέσει να έρθει ο ρόλος. Λοιπόν η Αριάν το ξέρει πολύ καλά αυτό, ξέρει πολύ καλά τους ηθοποιούς κι έχει με τον καθένα και την καθεμία από μας μια ιδιαίτερη σχέση. Κάποιες φορές μέσα από τη σύγκρουση, κάποιες φορές μέσα από την απόλυτη γλυκύτητα, όμως καταφέρνει πάντα να βρει τη λέξη και τη στιγμή.
Μαρία: Υπάρχει πειθαρχία;
Μωρίς: Απαίτηση. Όχι, πειθαρχία ακριβώς αλλά απαίτηση. Είναι αναπόφευκτο. Στο θέατρο, στην τέχνη χρειάζεται απαίτηση. Όμως, στη μορφή της δικής μας δουλειάς αυτό είναι απαραίτητο, γιατί είναι πραγματικά συλλογική.
Μαρία: Η συλλογική δουλειά απαιτεί περισσότερα από τον ηθοποιό;
Μωρίς: Χρειάζεται ακόμα περισσότερη απαίτηση, εσωτερική ορθότητα, θα έλεγα, σε μια τέτοια δουλειά· δεν υπάρχει θέση για φιλοφρονήσεις, ή αψιμαχίες γιατί δεν είμαστε μόνοι, βρισκόμαστε πάντα αντιμέτωποι με τους άλλους. Και ακριβώς η δουλειά του σκηνοθέτη, η δουλειά της Αριάν, είναι να θυμίζει στους ηθοποιούς κάποιους κανόνες, την απαίτηση. Γιατί όταν σκαρφαλώνεις στο βουνό χρειάζεται να πάρεις ανάσα, να σταματήσεις, πράγμα φυσικό κι ανθρώπινο, αλλά είναι ακριβώς η στιγμή που πρέπει να συνεχίσεις να ανεβαίνεις, να υπερβείς την κούραση, γιατί δεν ξέρουμε πότε θα έρθει η έμπνευση, οι μούσες, όπως λέτε εσείς εδώ... Βρίσκονται εδώ στην Ελλάδα, ε; Πότε θα έρθουν οι μούσες λοιπόν; Δουλεύουμε πολύ πάνω στη διάρκεια, στην αντοχή. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητά μας.
Μαρία: Πολύ δουλειά με το σώμα.(corps)
Μωρίς: Με την καρδιά; (coeur)
Δάφνη: Και την καρδιά.
Μαρία: Φυσικά με το σώμα.
Όλοι μαζί: Και με την καρδιά. (γέλια)
Μωρίς: Ο Αρτώ είναι που έλεγε πως ο ηθοποιός είναι αθλητής της καρδιάς, κι είχε δίκιο. Δεν υπάρχει καλύτερη διατύπωση από αυτή. Όμως το σώμα, η χειρονομία, φυσικά προηγούνται γιατί κατά βάθος η τυραννία του λόγου ή το μονοπώλιο, ας πούμε, του κειμένου εμφανίστηκε πολύ αργά στο δυτικό θέατρο. Πριν όλα ήταν συνδεδεμένα: το θέατρο, η χειρονομία, ο χορός, η μουσική. Μετά το θέατρο έγινε ψυχολογικό. Γενικά, δεν είναι καθόλου το είδος του θεάτρου που ενδιαφέρει το «Θέατρο του Ήλιου». Κατά βάθος εμείς αναζητάμε πάντα ένα επικό θέατρο.
Μαρία: Πολλές κινήσεις, πολλές σωματικές αντιδράσεις. Κι ο λόγος σε δεύτερη μοίρα. Αυτό δεν δυσκολεύει την κατανόηση;
Μωρίς: Μπορείτε να καταλάβετε γιατί στην πραγματικότητα μιλάμε.
Δάφνη: Θα μπορούσαμε να καταλάβουμε και χωρίς τους υπότιτλους.
Μωρίς: Νομίζω πως κάποια πράγματα λέγονται και μπορείτε να τα καταλάβετε, αυτό είναι το κυρίαρχο στοιχείο της παράστασης. Όμως, η δουλειά με το σώμα είναι βασική. Είναι λογικό, όπως οι μουσικοί έχουν το δάχτυλο πάνω στο όργανό τους και εξασκούν καθημερινά το αυτί τους, εμείς οι ηθοποιοί, να δουλεύουμε κυρίως με το σώμα. Αφότου μπήκα στο Θέατρο του Ήλιου έκανα ό,τι ήταν δυνατόν να κάνει κανείς με το σώμα. Κάναμε Τάι-Τσι, Μπαράτα, Ταϊκίνο, Μπουρς, κάθε είδους τρέινινγκ ή στρέτσινγκ, όλες τις δυνατές μορφές παραδοσιακού χορού, κυρίως σε σχέση με το θέατρο της Άπω Ανατολής. Κάποια δεδομένη στιγμή προσπαθήσαμε να τα εξασκήσουμε, γιατί, στην πραγματικότητα, το θέατρο της Ασίας, το θέατρο της Ιαπωνίας, το θέατρο του Μπαλί, είναι οι πηγές μας.
Μαρία: Έκανε πολλά ταξίδια στην Ανατολή η Μνούσκιν;
Μωρίς: Έκανε ταξίδια πριν την ίδρυση του «Θεάτρου του Ήλιου». Μετά, πήγαμε κάποιες φορές μόνοι μας, κάποιες με το θίασο, ή πότε-πότε έρχονταν δάσκαλοι που δούλεψαν μαζί μας.
Μαρία: Ο ρόλος σας σ’ αυτό το έργο; Μωρίς: Παίζω κυρίως τον Ζαν Λαπαλέτ, που είναι κινηματογραφιστής και που μαζί με την αδελφή του την Γκαμπριέλ και έναν φίλο του τον Τομάζο γυρίζουν μια βωβή ταινία. Θέλετε να σας μιλήσω γι’ αυτό το πρόσωπο;
Μαρία: Ναι, παρακαλώ.
Μωρίς: Είναι ένας πιονιέρος, ένας οραματιστής, ένας ιδεαλιστής καλλιτέχνης, που έχει πίστη, πιστεύει πως η τέχνη μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Έχει αυτή την αγαθοσύνη, αυτή την αθωότητα...
Μαρία: Εσείς το πιστεύετε αυτό;
Μωρίς: Ναι, ασφαλώς. Έστω κι αν συχνά, όταν βλέπουμε, κυρίως, την κρίση που διαπερνά τον κόσμο σήμερα, λέμε πως δεν τα καταφέραμε, αλλά παρόλα αυτά, το πιστεύω όταν παίζουμε κι αισθανόμαστε την επίδραση αυτού του έργου στο κοινό, και των άλλων έργων, αλλά ιδιαίτερα αυτού εδώ, εφόσον αφηγείται μια ιστορία ουτοπίας... Αισθανόμαστε πως οι άνθρωποι φεύγουν από το θέατρο με δύναμη, κι εν πάση περιπτώσει ξέρουν πως η ελπίδα μπορεί να υπάρξει.
Μαρία: Μα δεν υπάρχει ελπίδα σ’ αυτό το έργο.
Μωρίς: Υπάρχει, υπάρχει.
Μαρία: Πού βρίσκεται η ελπίδα;
Μωρίς: Αυτοί οι άνθρωποι ολοκληρώνουν την ταινία. Όποιες κι αν είναι οι ιστορικές περιστάσεις, ακόμα και τη στιγμή της τραγωδίας, όταν ξεσπάει ο πόλεμος, αυτοί τελειώνουν την ταινία. Και η ελπίδα είναι επίσης η ίδια η ουσία της περιπέτειας αυτής της ομάδας, αυτού του τρίο, ας πούμε, που κάνει την ταινία και των ανθρώπων που περιφέρονται γύρω τους, που μπαίνουν στην υπηρεσία ενός συλλογικού έργου. Αυτό το εγχείρημα που ολοκληρώνεται, αυτό από μόνο του είναι η ελπίδα. Τώρα τα γεγονότα στον κόσμο προκαλούν ανατροπές, συγκρούσεις, πολέμους, τραγωδίες, αλλά κατά βάθος, ο άνθρωπος επιθυμεί πάντα την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και μια ζωή όπου μπορούμε να καταλαβαινόμαστε, να ζούμε μαζί, να ψάχνουμε το καλύτερο, πάντα. Μα είναι αλήθεια πως αν σταθούμε σ’ αυτό που αφηγείται το έργο, στο σημείο της γένεσης αυτών των μεγάλων ιδεών, στην ουτοπία, θα απογοητευτούμε στην πορεία. Αυτές οι ιδέες δεν είχαν ακόμα εφαρμοστεί τότε και δεν είχαν προκαλέσει την καταστροφή και τις παρεκκλίσεις που γνωρίσαμε, που κάποιες χώρες γνώρισαν αργότερα, εξ αιτίας τους.
Μαρία: Σήμερα μπορούμε να δούμε το ταξίδι που έκαναν αυτές οι ιδέες στον χρόνο. Από την εποχή στην οποία εκτυλίσσεται το έργο έως σήμερα πολλά πράγματα έχουν αλλάξει, αλλά βρισκόμαστε για άλλη μια φορά στην ίδια προβληματική θέση. Οι ιδέες αυτές, οι ουτοπίες, τελικά απέτυχαν. Ο κόσμος δεν σώθηκε...
Μωρίς: Ναι, γιατί οι άνθρωποι είναι έτσι. Θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που θα ψάχνουν τον χρυσό και θα διαφθείρονται από αυτό το πολύτιμο μέταλλο. Πάντα έτσι ήταν. Είναι η άπληστη αυτή πλευρά των ανθρώπων που πρέπει πραγματικά να αντιπαλέψουμε. Το θέατρο βρίσκεται εδώ, ακριβώς για να μας υπενθυμίζει αυτά τα απλά πράγματα.
Μαρία: Υπάρχουν πολλές διαφορές ανάμεσα στο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν και στην ιστορία της ταινίας;
Μωρίς: Ναι, ασφαλώς. Κάναμε μια πολύ ελεύθερη διασκευή. Κατ’ αρχήν αυτό το μυθιστόρημα έχει το προτέρημα να είναι ημιτελές, είναι σχεδόν μια σύνοψη. Επομένως αυτό μας βοήθησε πραγματικά. Όμως προσθέσαμε πολλά επεισόδια. Όλες αυτές οι απόψεις, η πολιτική, η ουτοπική, έτσι όπως βρίσκονται σπέρματι στον Ιούλιο Βερν, μας προσέλκυσαν κι αυτές ακριβώς προωθήσαμε μέσα στην παράσταση. Αν δεν υπήρχε το μυθιστόρημα, δεν θα είχαμε κάνει το έργο.
Μαρία: Η Μνούσκιν δημιούργησε την ιστορία;
Μωρίς: Όχι, είναι μια δημιουργία συλλογική. Αυτός είναι ο τρόπος δουλειάς μας. Δουλεύουμε με τους ηθοποιούς και με μια συγγραφέα, την Ελέν Σιξού.
Μαρία: Η Σιξού παρακολουθεί όλες τις πρόβες;
Μωρίς: Παρακολουθεί, ή δεν παρακολουθεί, γράφει, στέλνει πότε-πότε κείμενα, τα οποία επεξεργαζόμαστε μέσα από τους αυτοσχεδιασμούς. Χονδρικά, για να σχηματοποιήσουμε, το μέρος του κειμένου που φιλμάρεται γράφτηκε από τη συγγραφέα γιατί χρειαζόταν μια ιδιαίτερη γλώσσα. Λοιπόν η Ελέν δουλεύει μαζί μας, αλλά κυρίως συνεργάζεται με την Αριάν. Όλο το υπόλοιπο κείμενο είναι αυτοσχεδιασμοί. Προτείνουμε καταστάσεις κι έτσι γεννιούνται τα πρόσωπα και σιγά-σιγά χτίζεται η ιστορία. Φυσικά, όμως, η Αριάν είναι πάντα εκείνη που επιλέγει. Αυτό που βλέπετε στην παράσταση είναι η κορυφή του παγόβουνου, γιατί όλες οι ιστορίες που επινοήθηκαν και τροφοδότησαν την παράσταση, τελικά διαρκούν πολλές ώρες.
Λίτσα: Ήταν πρόταση της Ελέν Σιξού;
Μωρίς: Όχι, ήταν πρόταση της Αριάν. Οι προτάσεις έρχονται πάντα από την Αριάν.
Μαρία: Με ποιο κριτήριο επιλέγει κάθε φορά το έναυσμα για το επόμενο έργο;
Μωρίς: Δεν ξέρω πώς λειτουργεί η Αριάν, πρέπει να τη ρωτήσετε. Αν και δεν είμαι σίγουρος πως μπορεί να σας απαντήσει. Κανονικά χωρίσαμε μετά την τελευταία μας συνεργασία, έχοντας σαν στόχο να δουλέψουμε πάνω στους κλασικούς, έναν Γάλλο κλασικό, έναν Άγγλο κλασικό, έναν Ιάπωνα κλασικό, τέλος πάντων πάνω σε κλασικό κείμενο. Εκείνη βρέθηκε στην Οξφόρδη να μεταφράζει ένα έργο του Σαίξπηρ. Και πάνω στο μήνα τηλεφώνησε σε όλους, μας μάζεψε σπίτι της και είπε: «Λοιπόν, αγαπούλες μου όλον αυτό το μήνα, ο Σαίξπηρ κι εγώ κουβεντιάσαμε πολύ και διαπιστώσαμε πως ήθελα να τον κάνω να πει πράγματα που δεν τα είχε γράψει. Επομένως, δεν θα κάνουμε Σαίξπηρ, δεν θα κάνουμε κλασικούς, αλλά θα δουλέψουμε πάνω σ’ αυτό το βιβλίο του Ιουλίου Βερν που βρήκα στην αγορά και το διάβασα και νομίζω πως σ’ αυτό το βιβλίο υπάρχει για μας υλικό για να δημιουργήσουμε μια παράσταση πάνω στην ουτοπία». Ξεκινήσαμε λοιπόν από εκεί, γιατί η Αριάν διαπερνάται διαρκώς από τις αντηχήσεις του κόσμου, ενδιαφέρεται πάρα πολύ για ότι συμβαίνει στον πλανήτη, ενδιαφέρεται εξίσου για την πολιτική και για το θέατρο. Νομίζω πως είναι αρκετά διορατική. Πιστεύω πως θα μπορούσε να είχε γίνει μια πολύ σπουδαία πολιτικός εάν δεν ήταν καλλιτέχνης. Διαθέτει πολιτικό αισθητήριο και πρέπει να διαισθανόταν αυτό που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη σήμερα. Γιατί υπάρχει μια πλευρά διορατική στους σκηνοθέτες, στους ανθρώπους που προτείνουν παραστάσεις. Οφείλει να υπάρχει. Όπως και στους συγγραφείς. Το ότι υπάρχουν στιγμές συνάντησης του κειμένου με το κοινό, δεν είναι τυχαίο, γιατί κατά βάθος, όλοι οι άνθρωποι μοιάζουμε, μας διαπερνούν όλους στιγμές άγχους, μας βασανίζουν αμφιβολίες. Δεν θα σας το μάθω εγώ αυτό, σε εσάς τους Έλληνες, με το παρελθόν του πολιτισμού σας και της ιστορίας σας.
Μαρία: Με το παρελθόν μας. Το παρόν μας είναι το πρόβλημα.
Μωρίς: Επίτηδες δεν μιλώ για το παρόν, δεν μπορώ να μιλήσω για κάτι που δεν γνωρίζω καλά, αφού δεν το ζω. Αντίθετα, μιας και μιλάγαμε για την Αριάν και για τη γένεση μιας δημιουργίας, νομίζω πως σε όλα τα μεγάλα τραγικά αρχαία ελληνικά κείμενα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν. Μόνο που εμείς κάναμε μια παράσταση επική, ελαφριά. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα αυτής της παράστασης. Δεν είναι τραγωδία, είναι κωμωδία. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί αυτά τα πράγματα, αν τα δουλεύαμε σε άλλο στυλ θα γίνονταν πολύ βαριά.
Μαρία: Πόσο χρόνο δουλέψατε γι’ αυτήν την παράσταση;
Μωρίς: Έντεκα μήνες.
Μαρία: Είναι καλά.
Μωρίς: Δεν είναι κι άσχημα. Είμαστε πολύ αργοί.
Δάφνη: Ναι αλλά όταν δουλεύει κανείς με αυτοσχεδιασμούς... παίρνει πολύ περισσότερο χρόνο...
Μαρία: Ποιά είναι η σχέση της «αποστασιοποίησης» του Μπρεχτ με τη δική σας δουλειά;
Μωρίς: Εγώ δεν κατάλαβα ποτέ πολύ καλά τι ήταν αυτή η ιστορία της αποστασιοποίησης. Κι ούτε και την πιστεύω. Γιατί νομίζω πως στις ελάχιστες φωτογραφίες του Μπερλίνερ που σώζονται βλέπουμε τους ηθοποιούς να ενσαρκώνουν κανονικά τους ρόλους τους. Αυτή η ιστορία της αποστασιοποίησης είναι μια έννοια που επινοήθηκε από τους δραματουργούς, αλλά τελικά δεν ξέρω τι σημαίνει. Εν πάση περιπτώσει, υπάρχουν δύο μεγάλα στυλ: η τραγωδία και η κωμωδία. Κι αυτή η παράσταση είναι κωμωδία. Υπάρχει μια φράση που μου αρέσει πολύ, του Ζακ Λεκόκ, ο οποίος ήταν ένας σπουδαίος παιδαγωγός, που είχε μια δραματική σχολή στο Παρίσι, -εγώ δεν σπούδασα σ’ αυτή τη σχολή, πολλοί φίλοι μου όμως σπούδασαν εκεί κι η Αριάν είχε δουλέψει μαζί του στις αρχές-. Για να μιλήσει για τη διαφορά ανάμεσα στην τραγωδία και την κωμωδία, έλεγε: «στο δρόμο, βλέπουμε έναν άνθρωπο να πέφτει, γελάμε· βλέπουμε ένα άλογο να πέφτει, είναι τραγικό». Επομένως, κατά βάθος, πρόκειται για την ιστορία των ίδιων συναισθημάτων, των ίδιων προβλημάτων, των ίδιων θεμάτων αλλά απλά εκτυλίσσονται σε κάποιον άλλο πλανήτη, γίνονται αντιληπτά σε μια άλλη τους διάσταση.
Μαρία: Πού μένετε εδώ στην Αθήνα;
Μωρίς: Ε, λοιπόν, είμαστε πολύ ευτυχείς, μένουμε σε ένα ξενοδοχείο κοντά στη θάλασσα στον όρμο της Βραυρώνας. Είναι υπέροχα γιατί κάθε πρωί πάω για μπάνιο, είμαι μεσογειακός κι εγώ.
Δάφνη: Φαίνεται. Δεν είστε Κορσικανός;
Μωρίς: Όχι.
Δάφνη: Μασσαλός;
Μωρίς: Όχι.
Δάφνη: Από τη Νίκαια;
Μωρίς: Όχι. Είμαι από το Περπινιάν, λίγο πιο μακριά. Για μένα, λοιπόν, είναι σκέτη ευτυχία. Είναι καταπληκτικό. Όμως όπως λέμε στη Γαλλία: «δεν μπορούμε να έχουμε και το βούτυρο και τα λεφτά του». Είμαστε μακριά από την Αθήνα, έτσι τη Δευτέρα και την Τρίτη που έχουμε ρεπό θα προσπαθήσω να περάσω δυο μέρες στην Αθήνα για να συναντήσω ανθρώπους, να μιλήσω, να προσπαθήσω να καταλάβω τί συμβαίνει εκεί.
Δάφνη: Θα ήταν ενδιαφέρον, ίσως και μετά την παράσταση. Κάθε βράδυ και κυρίως την Κυριακή το βράδυ, όλος ο κόσμος μαζεύεται στο Σύνταγμα, όπως στην Ισπανία, αλλά αυτό γίνεται αργά, τα μεσάνυχτα, στη μία, στις δύο το πρωί, ένα σωρό παρέες μαζεύονται…
Μωρίς: Και τη Δευτέρα ή την Τρίτη μαζεύονται;
Δάφνη: Λίγο λιγότεροι, αλλά κάθε μέρα.
Μωρίς: Αύριο που είναι αργία;
Λίτσα: Αύριο μπορούμε να πάμε μετά την παράσταση.
Δάφνη: Είναι πολύ ενδιαφέρον, γιατί είναι όλοι, νέοι και μεγαλύτεροι, άνθρωποι που είναι α-πολιτικοί, ή μάλλον που δεν ανήκουν σε πολιτικά κόμματα... Κι ωστόσο είναι πολιτική δράση.
Μωρίς: Γι αυτό, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιρλανδία είναι οι προάγγελοι κινημάτων που θα γενικευτούν.
Μαρία: Εγώ πάντως είμαι πολύ πεσιμίστρια. Πιστεύω πως αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ. Πως οι ελπίδες οδηγούν σε ναυάγια...
Μωρίς: Η ελπίδα είναι κομμάτι του κόσμου, άρα κι αυτή επίσης αφού ο κόσμος δεν αλλάζει, δεν θα πάψει να υπάρχει ποτέ.
Μαρία: Ακόμα κι η πιο τρελή;
Μωρίς: Ακόμα κι η πιο τρελή κάποτε θα πραγματοποιηθεί.
|