Σχετικά άρθρα
ΝΙΚΟΣ ΔΑΦΝΗΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Τετάρτη, 04 Δεκέμβριος 2019 13:16 | |||
Νίκος Δαφνής
Για τον Νίκο Δαφνή και φέτος «Ο χρόνος σταματά» κάτω από την γέφυρα. Μιλάει με το μοναδικό του προσωπικό στιλ στο «Επί Σκηνής» για το έργο του του βραβευμένου με Pulitzer Αμερικανού συγγραφέα Donald Margulies, την παράσταση του, που συνεχίζεται με επιτυχία για δεύτερη χρονιά, το αγαπημένο του Θέατρο Κάτω από τη Γέφυρα και για πολλά άλλα. Στην ερώτηση που αφορά τους προβληματισμούς μου για τις επιχορηγήσεις του Υπουργείου Πολιτισμού, ο ταλαντούχος και ρηξικέλευθος σκηνοθέτης κι ηθοποιός προτείνει έναν πολύ δίκαιο και ευέλικτο τρόπο για να επιλέγονται οι παραστάσεις που θα ενισχυθούν οικονομικά, από τους ικανότερους ανθρώπους, στους ικανότερους θεατρικούς θάσους. Απολάυστε τον!
Μιλήστε μου για το Θέατρο Κάτω από τη Γέφυρα, το μοναδικό αν δεν κάνω λάθος, ιδιωτικό θέατρο του Πειραιά. Η ιδέα να φτιάξω ένα θέατρο στον Πειραιά ήρθε μια βροχερή μέρα του 1995. Βρέθηκα στην οδό Αλκιβιάδου έξω απ’ το νεοκλασικό που ο Βουτέρης και άλλα άξια παιδιά είχαν στεγάσει το «θέατρο του Πειραιά». Ήταν ερειπωμένο. Η πόρτα σπασμένη. Η στέγη είχε πέσει και στη θέση της σκηνής (που είχαμε δει σπουδαίες παραστάσεις) ήταν μια λίμνη λάσπης. Το θυμάμαι σαν τώρα. Χωρίς (;) λόγο έβαλα τα κλάματα. Λίγα χρόνια πριν, είχε κλείσει ο (λιλιπούτειος) «Κύβος» κι ο Πειραιάς είχε μείνει με το σεισμόπληκτο Δημοτικό (που έκλεισε λίγο αργότερα για δεκατρία χρόνια) και το «Αυλαία», που παρουσίαζε έργα του στιλ … «Χάϊδεψέ μου το γουνάκι μου» (!!!). Σ’ αυτή την ψυχολογία με βρήκε το τηλεφώνημα της φίλης μου της Σκλεπάρη (μόλις είχε αναλάβει πρόεδρος στο Γ΄ διαμέρισμα του Δήμου). «Ρε Νικόλα, στα θεμέλια της οδογέφυρας στο σταθμό του Φαλήρου, υπάρχει ένας κλειστός χώρος. Δεν έρχεσαι να δώσεις καμιά ιδέα μήπως και αξιοποιηθεί, γιατί τώρα είναι δημόσιο ουρητήριο, στέκι πρεζονιών, περιθωριακών και μόνο προβλήματα μας δημιουργεί». Πήγα. Της είπα, μου είπε … Έγιναν προτάσεις … δημοπρασία …. Μη σε κουράζω. Η ουσία είναι ότι από τότε, δεν έχω φύγει ούτε μια μέρα από εκεί.
Ποια από τις παραστάσεις του θεάτρου ήταν αυτή που αγαπήσατε περισσότερο; Νομίζω το «Γράμμα στον Ορέστη» του Καμπανέλλη το ’98 και τον άλλο χρόνο το «Άνθρωποι και ποντίκια». Σπουδαίες παραστάσεις. Και πολυέξοδες, αφού τότε υπήρχε συλλογική σύμβαση κι εγώ την τηρούσα σχολαστικά. Η άγνοια του κινδύνου με έσπρωξε να τις κάνω. Η τύχη και η αξιοσύνη των συναδέλφων και των συνεργατών, που έδωσαν την ψυχή τους με … έσωσαν. Πως επιλέγετε τους συνεργάτες σας; Είναι τόσες οι «εκπλήξεις» και έχουν δει τόσα τα μάτια μου, που δεν είμαι σίγουρος ότι επιλέγω πάντα με γνώμονα την αξιοσύνη κάθε συνεργάτη (ηθοποιού ή «συντελεστή»). Προτιμώ να συνεργάζομαι με ένα καλόπιστο και «υγιή» συνεργάτη, παρά με ένα αστραφτερό ταλέντο που δεν ξέρεις τι κουβαλάει στο μυαλό και στην ψυχή του.
Με ποιο κριτήριο επιλέξατε το έργο «Ο Χρόνος Σταματά»; Ήταν ένα έργο που μου άρεσε πολύ. Ήταν αντιπολεμικό, πολιτικό (με την ευρύτερη έννοια των λέξεων) και παράλληλα βαθειά ανθρώπινο. Επί πλέον είχε λίγα πρόσωπα... Μη με παρεξηγήσεις. Η «Μικρή μας πόλη», ίσως θα μου άρεσε περισσότερο, και η «Όπερα της πεντάρας», ακόμα πιο πολύ. Αλλά παίζουν σχεδόν είκοσι ηθοποιοί. Ακόμα κι αν γεμίζει το μικρό μας θέατρο (πράγμα καθόλου σίγουρο) πάλι θα είναι δύσκολο να πληρωθούν. Γιατί στη «Γέφυρα» βλέπεις, οι ηθοποιοί πληρώνονται και ασφαλίζονται. Δεν μπορώ να δίνω υποσχέσεις που δεν θα τηρήσω. Ούτε έχω κανένα συνεργάτη τόσο πλούσιο που να δουλεύει για χόμπι. Τι δεν κατάλαβες;
Μια χαρά κατάλαβα. Πάμε στην παράσταση τώρα. Μιλήστε μου για τους ήρωες αυτού του έργου και για τον τρόπο που υπονομεύουν τις ζωές τους. Σε πρώτη ανάγνωση το έργο κρύβει τη δυναμική του. Όταν όμως η ιστορία, των τεσσάρων ηρώων (που οικοδομούν τις ζωές τους πάνω σε διαφορετικές αξίες) εξελίσσεται σε ένα καταιγισμό οδυνηρών ερωτημάτων, σίγουρα συντελείται μια μεγάλη ανατροπή. Και - προφανώς - δεν εννοώ σκηνοθετική, αλλά υπαρξιακή. Από την άλλη, είναι και η κριτική που το έργο ασκεί στην κατευθυνόμενη δημοσιογραφία και στον ύποπτο ρόλο των εκδοτικών συγκροτημάτων που τρέφονται από κάθε αναταραχή, που - δυστυχώς – δεν ανιχνεύεται μόνο στις εμπόλεμες ζώνες. H ιστορία της Σάρα (της φωτογράφου που σακατεύτηκε στη Συρία), του Τζέιμς (του συντρόφου της, που κουράστηκε), του Ρίτσαρντ (του εκδότη, που πέτυχε) και της Μάντυ (που είναι απλά η …Μάντυ) είναι σύμβολα, κοσμοθεωρίες, στάσεις ζωής, που καθημερινά αγωνιούν και αγωνίζονται να ισορροπήσουν, σε μια εφιαλτική ισορροπία, που μόνο ισορροπία δεν είναι. Τι θα λέγατε για την θεατρική εκπαίδευση στη χώρα μας; ΤΙΠΟΤΑ. Τι να πω; Υπάρχουν καμιά πενηνταριά δραματικές «σχολές» και «εργαστήρια», που κάθε χρόνο προσθέτουν τριακόσιους νέους στους 22.000 (τόσοι ήταν το 2016) που δηλώνουν επάγγελμα «ηθοποιός». Τα τελευταία χρόνια προστέθηκαν δεκάδες ερασιτέχνες (κάποιοι εξαιρετικά ταλαντούχοι) που συμμετέχουν ή συμπληρώνουν δουλειές … «επαγγελματικές». Οι αμειβόμενες θέσεις εργασίας όμως είναι λιγότερες από 600 σε όλη τη χώρα (βάζω και τις 220 των κρατικών σκηνών μέσα). Μέσα σ’ αυτό το ζοφερό περιβάλλον, ΤΙ περιμένεις να πω; Υπήρξα κάποτε διευθυντής της Δραματικής σχολής του Πειραϊκού συνδέσμου. Άντεξα δύο χρόνια, πριν το «βάλω στα πόδια». Οι σπουδαστές με μίσησαν, επειδή προσπάθησα να τους μάθω να μιλάνε σωστά ελληνικά. Εγώ έδινα δημοτική ποίηση, οι συνάδελφοι Πίντερ και Μπέκετ. Μια μέρα, μια πρωτοετής (κοντούλα παχουλή και συμπαθέστατη) μου ζήτησε … «Μπλάνς». Τη ρώτησα «γιατί». Η απάντηση κορυφαία: «Γιατί στο θέατρο δεν θα την παίξω ποτέ».
Ναι, στη χώρα μας η θεατρική εκπαίδευση είναι ένα σοβαρό πρόβλημα αλλά και η επιβίωση των σχημάτων που δεν ανήκουν στο εμπορικό θέατρο βρίσκεται εξ ίσου στην κόψη του ξυραφιού. Εσάς τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί ώστε να διατηρείτε μια θεατρική σκηνή στην Ελλάδα και μάλιστα σε τόσο δύσκολους καιρούς; Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Αυτό έμαθα να κάνω από τότε που βρέθηκα στο επάγγελμα κι αυτό συνεχίζω να κάνω σαράντα χρόνια τώρα. Δεν ήταν επιλογή. Από ανάγκη προέκυψε. Νωρίς-νωρίς κατάλαβα ότι για να μείνω στο επάγγελμα έπρεπε να κερδίζω την εκτίμηση ανθρώπων που ενδεχομένως δεν εκτιμούσα. Αυτό δεν το πάλευα. Από την άλλη, ήμουν και … συνδικαλιστής. Διεκδικούσα αυτά που με κόπο είχαμε κατακτήσει (πρόβες, δώρα, ασφάλιση, κ.ά.). Μ’ αυτά τα μυαλά, δεν είχα μέλλον στο επάγγελμα. Έτσι, έγινα … θεατρώνης.
Πως πιστεύετε ότι αλληλοεπηρεάζονται η τέχνη κι η πολιτική; Είναι δυο έννοιες που ποτέ δεν μπόρεσα να διαχωρίσω. Γιατί ακόμα και τα πιο αισχρά «δημιουργήματα» (τα σκυλοτράγουδα, οι άθλιες παραστάσεις) ΕΙΝΑΙ πολιτική. Η τέχνη (γενικά) είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας. Η αλληλεπίδραση είναι δεδομένη. Γι αυτό (πιστεύω) ότι οι διαχωριστικές γραμμές πρέπει να είναι καθαρές. Είμαι αριστερός (με την κλασσική, παλιομοδίτικη έννοια) και υπέρμαχος του στρατευμένου θεάτρου. Ιδιαίτερα στο «παιδικό». Ελάχιστα με ενδιαφέρει να «περάσουν καλά τα παιδάκια». Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να βγουν απ’ την παράσταση πιο ώριμοι ΠΟΛΙΤΕΣ.
Τι είναι αυτό που προσφέρει το θέατρο σήμερα στη νέα γενιά θεατών; Ό,τι πρόσφερε και το 5ο π.χ. αιώνα. Ευαισθησία, ενδοσκόπηση, μόρφωση. Αυτά δεν αλλάζουν. Η «φόρμες» έρχονται και παρέρχονται. Η ουσία μένει ίδια.
Τι θα αλλάζατε στο χαρακτήρα σας, αν μπορούσατε; Θα ήθελα να είμαι πιο ανεκτικός στη βλακεία. Το ξέρω ότι δεν φταίει ο βλάκας, που είναι βλάκας. Όμως την κρίσιμη στιγμή το ξεχνάω. Και γίνομαι απαίσιος. Όλα τα άλλα (τα αμέτρητα) στραβά μου, είναι αργά πια για να τα αλλάξω.
Τι είναι αυτό που σας συγκλονίζει ψυχικά και τι σας απωθεί σε κάθε περίσταση; Με συγκλονίζει η αυτοθυσία. Με απωθεί η ιδιοτέλεια και η «γυφτιά».
Στην τέχνη επιχειρούμε να συνδυάσουμε υψηλή αισθητική με μια ιδεολογική και πνευματική παρότρυνση προς τον θεατή. Αν χρειαζόταν να επιλέξετε που θα ρίχνατε το βάρος; Μα ΚΑΙ στα δυο. Η αισθητική και η παρότρυνση (ιδεολογική ή ηθική) ΔΕΝ είναι έννοιες αντίπαλες. Αντίθετα. Είναι έννοιες που «συνοδοιπορούν» αρμονικά. Όποια «αντιπαλότητα» νομίζω ότι είναι κατασκεύασμα μιας καταναλωτικής κουλτούρας, ίσα για να κάνει ντόρο το «δημιούργημα». Σ’ αυτό το παιχνίδι, δεν συμμετέχω. Προσπαθώ να κάνω καλές παραστάσεις, με αρχή, μέση και τέλος, που να έχουν κάτι να πουν. Και να το πουν απλά και καθαρά. Δεν με ενδιαφέρει να ξιπάσω και αρνούμαι να ξιπαστώ.
Ποιοι κατά την γνώμη σας θα έπρεπε να είναι αυτοί που θα αποφασίζουν για την επιχορήγηση των θιάσων και ποια θα έπρεπε να είναι τα κριτήρια, λαμβάνοντας υπ' όψιν πως πρόκειται για χρήματα του φορολογούμενου πολίτη κι όχι για ιδιωτικές παροχές. Το να μπαίνεις σε μια γνωμοδοτική επιτροπή για να κρίνεις καλλιτέχνες που ελάχιστους (ή ελάχιστα) γνωρίζεις, έτσι κι αλλιώς μου φαίνεται «άρρωστο». Ιδιαίτερα όταν η κρίση σου επηρεάζει ΚΑΙ εργαζόμενους, αφού τα (κάπως πιο) «καθιερωμένα» σχήματα έχουν ήδη προχωρήσει σε κάποιες συζητήσεις και συμφωνίες με ηθοποιούς και συντελεστές. Έτσι όπως λειτουργεί η Γ.Ε.Θ. (γιατί σ’ αυτήν αναφέρεστε φαντάζομαι) μόνο άσχημες λέξεις μου έρχονται στο μυαλό: Συμψηφισμός. Παζάρι. Αλισβερίσι. -Δώσε στον «δικό» μου και θα δώσω στον «δικό» σου. Ντροπής πράγματα. Πιστεύω ότι αυτή η «περιοδικότητα» είναι η ρίζα του κακού. Γιατί ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε 150 θιάσους να εξαγγείλουν ένα προγραμματισμό (χωρίς να είναι σίγουροι ότι θα τον υλοποιήσουν) και σε οκτώ μέλη μιας Γ.Ε.Θ. να γνωμοδοτήσουν για 150 προτάσεις (που οι περισσότερες γίνονται από άγνωστους σ’ αυτούς καλλιτέχνες) μέσα σε δύο μήνες. Αυτό είναι ΠΑΡΑΛΟΓΟ και ΜΟΝΟ στη χώρα μας συμβαίνει. Κατά τη γνώμη μου η Γ.Ε.Θ. πρέπει να αντικατασταθεί με τρεις 4μελείς ομάδες, ευέλικτες, που να είναι σε θέση να συνεδριάσουν ΟΠΟΤΕ χρειαστεί, με μια συμβολική και κατά περίπτωση αμοιβή, που θα εισπράξουν με Τ.Π.Υ. (π.χ. 100 ευρώ ο καθένας, για κάθε πρόταση που θα «ελέγξει»). Η κάθε ομάδα να αποτελείται από έναν (μία) έμπειρο σκηνοθέτη – παραγωγό, έναν (μία) θεατρολόγο ή κριτικό θεάτρου, έναν (μία) εκπρόσωπο της Ε.Ε.Θ.Σ., έναν (μία) εκπρόσωπο του Σ.Ε.Η., και έναν (μία) οικονομικό σύμβουλο. Οι θίασοι να μπορούν να καταθέτουν προτάσεις σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Προτάσεις ρεαλιστικές και να καλύπτουν ένα τρίμηνο (τουλάχιστον) σχεδιασμό. Η επιχορήγηση να είναι συγκεκριμένη και να καλύπτει το 50% του ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ προϋπολογισμού της παραγωγής. Οι παραγωγές που θα ενισχυθούν θα δεσμευτούν ότι σε κάθε παράσταση θα διαθέτουν δωρεάν το 10% των θέσεων σε οικονομικά αδύναμους θεατές. Η διαδικασία αυτή να συμφωνηθεί εγγράφως με το ΥΠ.ΠΟ.Α., αφού ουσιαστικά το ΥΠ.ΠΟ.Α. θα έχει «προαγοράσει» ένα πολύ μεγάλο αριθμό εισιτηρίων.
Τι είναι αυτό που θα υπερασπιζόσασταν χωρίς να υπολογίσετε καμιά θυσία; Την αξιοπρέπεια.
Ανάμεσα στο δίκαιο και την επιθυμία σας, τι υπερτερεί; Τη φοβόμουν την ερώτηση. Δεν απαντώ. Ασφαλώς έχω κάποιες αρχές, που δεν θα ξεπεράσω. Αλλά η επιθυμία, είναι επιθυμία, γαμώ το...
|